theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

Μπάγκος και σπάγγος

Δημήτρης Νανούρης

Ο Ασημάκης Πανσέληνος γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1903 και υπήρξε απ' τους κορυφαίους διανοητές της γενιάς του '30, δοκιμιογράφος, πεζογράφος, κριτικός, δημοσιογράφος, μα πάνω απ' όλα ποιητής, ανέπτυξε πλούσια δράση στον χώρο της Αριστεράς και υπέστη απηνείς διώξεις. Το 1950 εξελέγη βουλευτής Λέσβου με την Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας. Ηταν σύζυγος της ποιήτριας Εφης Πανσελήνου και πατέρας του συγγραφέα Αλέξη Πανσέληνου. Ας απολαύσουμε ένα απάνθισμα των στίχων του από τη συλλογή «Ταξίδια με πολλούς ανέμους», Κέδρος 1964:
ΕΝΤΙΜΟΣ ΒΙΟΣ Αμέριμνη η ζωή του νοικοκύρη,/ δεν κάνει τούμπες, δεν έχει φτερά/ και κάποτε σκυμμένος στο ποτήρι, στο σκύψιμο γυρεύει τη χαρά.// Μοχτάει σκληρά και δε σηκώνει μύτη/ και οικονομάει το χρήμα του σοφά,/ στα εξήντα του αγοράζει κάποιο σπίτι/ και μπαίνει μες στο σπίτι και ψοφά.
HOME Στο σπίτι τους που 'ναι όμοιο σκευοφόρος/ μες στα έπιπλα κλειστοί και στα χαλιά τους,/ συνταξιδεύουν οι άνθρωποι κι ο σκόρος/ και ζουν σε μια ζωή χίλιους θανάτους...
ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΠΛΗΜΜΕΛΕΙΟΔΙΚΕΙΟΝ Πάνω στην ξύλινη έδρα καθισμένοι,/ -μια γνώμη, μια καρδιά ευχαριστημένη-/ τρεις ομοιόμορφοι, ήσυχοι ανθρωπάκοι/ κι ο εισαγγελέας γαύρο θεριουδάκι.// Ενας εργάτης κάθεται στον μπάγκο,/ από 'να σπάγγο κρέμεται ο Χριστός/ κι απ’ το Χριστό κρεμιέται, δίχως σπάγγο,/ το Καθεστώς...
ΠΑΙΔΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ Στην Κηφισιά, πριν μπεις, είναι μια βίλλα/ με σύρμα αγκαθωτό, δέντρα και χλόη./ Μέσα της κλείουν παιδάκια εγκληματίες/ και τα φρουρούν μαντράχαλοι αθώοι.

ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ Στο αγέρωχό τους βλέμμα, στις μορφές τους/ του κόσμου κάποτε έλαμπε η μαγεία/ τώρα έχουνε στομώσει πια οι αιχμές τους/ και μοιάζουν οι μορφές τους μ' εκμαγεία.// Είναι η καρδιά τους, λένε, πληγωμένη/ κι αμφιβολίες γεμάτη (για ρεζέρβα!)/ κι αεροστεγώς η σκέψη τους κλεισμένη/ σε μια, καλής ποιότητας, κονσέρβα.// Μαζέψαν μια βραδιά απ' τα πεζοδρόμια/ τα επαναστατικά τους τα ιδεώδη/ κι αλληλολιβανίζονται μ' εγκώμια/ λες και μετέχουν στο ίδιο τους το ξόδι.
ΦΙΛΟΤΗΣ Την ώρα που αλαφιάζει η ανάσα ακράτητη/ τα μάτια κλεις στον ίλιγγο χαμένη/ λες για να ακινητοποιήσεις κάθε άλλη αίσθηση/ και να αισθανθείς τον έρωτα να μπαίνει.// Τότε όλα στροβιλίζονται σε σύννεφο/ μπλέκουν τα μέλη το 'να στ' άλλο επάνω,/ όλα βουλιάζουν κι όλα είναι μια θέληση/ να μπω μες στο κορμί σου κι ας πεθάνω.// Ν' αγγίξω της ψυχής σου το μυστήριο,/ να σε συντρίψω επάνω στη στρωμνή σου,/ να σκάει η αυγή των κόσμων μες στα μάτια σου/ κι ο θάνατος να τρέμει στη φωνή σου.// Ξάφνου ηρεμούμε κι είσαι τόσο υπέροχη,/ που μου έρχεται, ως σε βλέπω ευτυχισμένη,/ να βγω και να φωνάξω απ' τα παράθυρα/ πως είμ' εγώ που σ' έχω αγαπημένη.// Κι ο κόσμος φέγγει ανάλαφρος ολόγυρα/ το σώμα ευδαιμονεί σε νέα χάδια,/ ώσπου ψιλό ένα σύγκρυο μας ξανάρχεται/ και ξαναρχής μας ζώνουν τα σκοτάδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου