Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο όλων των ειδών του ζωικού βασιλείου, με κύρια αιτία την οικονομία.1 Από την αρχαιότητα οι μετακινήσεις ολόκληρων πληθυσμών, ακόμη και ο αποικισμός με τις εποικήσεις διέπονταν από τους ίδιους νόμους και κανόνες. Πάντοτε μετανάστευαν οι καλύτερες, οι πιο παραγωγικές και οι εύρωστες ηλικίες, αλλά και οι πιο φτωχές για αναζήτηση νέων ευκαιριών.
Κατά την εικοσαετία ΄50 - ΄70, στο χωριό, όπως και σε όλη την ύπαιθρο, η μετανάστευση έλαβε μεγάλες διαστάσεις. Ως αναγκαστική νομοτέλεια, από τη μια μεριά είχε τεράστιες κοινωνικές επιπτώσεις, νόστους, καημούς και ντέρτια. Ξεκληρίστηκαν οικογένειες, αποχωρίσθηκε η μάνα το παιδί και ο αδελφός τον αδελφό. Από την άλλη όμως είχε πολλές θετικές συνέπειες. Τέτοιες είναι:
1. Η καλυτέρευση του τρόπου ζωής και η απαλλαγή από την ανέχεια και τη βιοπάλη σε μια χώρα αναπτυγμένη που πρόσφερε περισσότερες ευκαιρίες για οικονομική ευμάρεια και πολλάκις επιστημονική εξέληξη.
2. Η εξάπλωση του ελληνισμού αποδεικνύεται θετικότατος παράγοντας για την αντιμετώπιση της παγκοσμιοποίησης και των συνεπειών της.
3. Η ύπαρξη ισχυρών λόμπι στα μεγάλα κράτη, Αμερική και Αυστραλία, επιδρά για αποφάσεις υπέρ των συμφερόντων της πατρίδας.
4. Η ανάμειξη με ξένους πολιτισμούς και νέα ήθη και έθιμα εμπλουτίζει και ενδυναμώνει τον ελληνισμό2].
5. Η εκμάθηση και η συνεργασία κάτω από νέες συνθήκες (νομικές, κοινωνικές κ.τ.λ.) προκαλεί και επιφέρει νέους θεσμούς, κατακτήσεις και γνώσεις στα πεδία της κοινωνίας, της εργασίας και των δικαιωμάτων, (εργατικό δίκαιο, ανθρώπινα και ατομικά δικαιώματα).
Ο όρος πολυ-πολιτισμικότητα, που έχουν υιοθετήσει πολλά κράτη, είναι σύνθετος και πολύπλευρος. Έχει δε βασική προϋπόθεση το σεβασμό της διαφορετικότητας που καλοδέχεται τη συνύπαρξη και την παράλληλη άνθηση των πολιτισμών της κάθε μειονότητας.
Οι μετανάστες στο ζέον καζάνι των μειονοτήτων που βρίσκονται, πρέπει να επιζητούν και να αγωνίζονται για το σεβασμό των δικαιωμάτων τους, και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Η ανθρωπότητα είναι μωσαϊκό ζωντανών υποκειμένων και όχι μπετόν αρμέ άψυχων αντικειμένων.
Μέγιστο καθήκον των μεταναστών του χωριού μας, όπως και κάθε άλλης περιοχής αλλά και χώρας αντίστοιχα, είναι ή διαφύλαξη και η κατοχύρωση του ελληνικού στοιχείου, της ελληνικότητας (πολιτισμός, παιδεία και κουλτούρα). Αυτό περισσότερο στις νέες συνθήκες, όπου η δεύτερη και η τρίτη γενιά έχουν αποκτήσει πλέον μόρφωση και γνώσεις, πράγμα που εντελώς έλειπε από τους γονείς τους. Αυτός όμως ο παράγοντας πολύ εύκολα γίνεται μπούμερανκ με αποτέλεσμα να ωθεί και να οδηγεί τα πράγματα προς την αφομοίωση ή την πλήρη υποταγή, που σε τελευταία ανάλυση είναι αλλοτρίωση και εκφυλισμός. Και υπόψη, όλα αυτά γίνονται με τον καιρό χωρίς να το καταλάβεις.
Η διαφύλαξη της ελληνικότητας είναι έργο και της μητέρας πατρίδας αλλά και των ιδίων των μεταναστών.
Από τη μεριά της η πατρίδα πρέπει να υποδαυλίζει συνεχώς τη δάδα στο βωμό του ελληνικού πολιτισμού ( βιβλία, δασκάλους, θεσμούς, σύσφιξη των σχέσεων, γέφυρες επαφής και επικοινωνίας, διάφορες διευκολύνσεις, τραπεζικές, ασφαλιστικές κ.τ.λ.) Κυρίως όμως σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς και φόρουμ, να υποστηρίζει και να συμπαρίσταται στα δίκαια αιτήματα των μεταναστών στη δεύτερη πατρίδα.
Από τη μεριά τους και οι μετανάστες πρέπει να φροντίζουν για:
§ Τη μεταλαμπάδευση του ελληνικού πνεύματος στη νέα γενιά, ώστε να την καθιστούν κοινωνό της ελληνικής παιδείας και γλώσσας.
§ Την καλλιέργεια του πολιτιστικού πλούτου της πατρίδας (συλλόγους, επετείους, εθνικές εορτές, ήθη, έθιμα, ονομασίες κ.τ.λ. )
§ Τη μη αποκοπή από τον ομφάλιο λώρο της μητέρας πατρίδας (επισκέψεις, επικοινωνία, Μ.Μ.Ε. κ.τ.λ.)
Το πρώτο3 λοιπόν κύμα της μετανάστευσης στο χωριό ήταν στη δεκαετία του ΄50 προς την Αυστραλία4. Την επόμενη δεκαετία, σε πολύ μικρότερο βαθμό η μετανάστευση έγινε προς τη Γερμανία και εν μέρει στην Αμερική. Έτσι φθάνουμε στη δεκαετία του ΄70-΄80 όπου είχαμε το φαινόμενο της αστυφιλίας προς την πρωτεύουσα.
Η οικονομική κατάσταση και η εξέλιξή της στο χωριό, που σε γενικές γραμμές ήταν μια μικρογραφία της οικονομίας της χώρας, καθώς και οι κοινωνικοί νόμοι επεξηγούν όλα τα σχετικά με την μετανάστευση.
Παρά ταύτα το χωριό, σε όλες τις κρίσιμες περιόδους δεν μαράζωσε και δεν ερήμωσε, αντιθέτως ο πληθυσμός του συνεχώς αυξανόταν και μάλιστα με ταχύρυθμους ρυθμούς. Νέοι κάτοικοι δεν σταμάτησαν ποτέ να έρχονται από διπλανά και μακρινότερα χωριά και έτσι η ζωή τραβούσε την ανηφόρα.
Για το θέμα της μετανάστευσης παραθέτουμε γραπτά από τους ίδιουςτους μετανάστες 6
ΔΗΜ. ΓΑΛΑΝΗΣ 91995) «…Μια ανοιξιάτικη ημέρα πριν από 42 χρόνια και κατά το έτος 1952, έγραψαν οι εφημερίδες την είδηση για το άνοιγμα του δρόμου μέσω ΔΕΜΕ για την εθελοντική μετανάστευση στην Αυστραλία. Το ευχάριστο τότε νέο διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και από σπίτι σε σπίτι. Όλα τα παιδιά ηλικίας τότε είκοσι χρονών και άνω, άρχισαν να ψάχνουν τους χάρτες, να ρωτούν άλλους που ήξεραν, για το τι είναι η Αυστραλία και κατά που πέφτει. Έτσι κάπως άρχισε ο ξεσηκωμός για μια καλύτερη ζωή σε μια νέα και άγνωστη πατρίδα. Φεύγοντας λοιπόν η νέα γενιά, έμειναν πίσω οι γέροι με πολύ λίγες δυνατότητες για αγροτική εργασία. Τα χωριά μας άδειασαν, τα χωράφια παραμελήθηκαν και έτσι η φύση σιγά – σιγά αγρίευε, παίρνοντας μια όψη αλλιώτικη, χωρίς την ανθρώπινη ζωντάνια, την ανθρώπινη παρουσία…»
ΝΙΚΟΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ (1987) «...Είμαι ο γιος του Ηλία Διαμαντόπουλου (της μακαρίτισσας Αγγελικής). Ο πατέρας μου, σαν όλους τους μετανάστες, ζει στην Αυστραλία για 27 χρόνια. Μια ολόκληρη ζωή γεμάτη από επιτυχίες και αποτυχίες. Πατέρας και μητέρα να δουλεύουν σε γραμμές εργοστασίου για να βοηθήσουν τα παιδιά τους και τον εαυτό τους. Εγώ τώρα είμαι 23 χρονών και παντρεμένος. Πριν 5 μήνες παντρεύτηκα με την Όλγα (Ελληνίδα) και τώρα η ζωή κυλά με φιλοδοξίες και ελπίδες.
Πιστεύω σαν νεαρός Ελληνοαυστραλός ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των νέων της Αυστραλίας και της Ελλάδας. Το πιο βασικό είναι ότι οι μετανάστες, επηρεασμένοι από τους Αγγλοσάξονες, έχουν αποκτήσει μεγάλη υπομονή. Τώρα φυσικά μιλάω σε γενικές γραμμές και εννοώ ότι στην κουλτούρα των Αγγλοσαξόνων κυρίως οφείλεται η αθωότητα και η ευγένεια των Αυστραλών. Εμείς οι Έλληνες πήραμε απ΄ αυτούς όλα αυτά τα καλά συνδυάζοντάς τα βέβαια με την ελληνική πονηριά, που πιστεύω ότι είναι απαραίτητη και σημαντική για την πρόοδο του ελληνικού. στοιχείου. Απόδειξη των όσων παραπάνω αναφέρω είναι το ποσοστό των ελληνικής καταγωγής αποφοίτων του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης και οι επιδόσεις τους, που είναι κατά πολύ υψηλότερες των άλλων εθνικοτήτων, πλην των Αυστραλών.
Πιο συγκεκριμένα οι Έλληνες διακρίνονται στις οικονομικές και νομικές σπουδές. Εγώ σπουδάζω στο Πολυτεχνείο της Μελβούρνης επί τρία χρόνια για εκτιμητής κτημάτων (REAL ESTATE VALUER) δουλεύοντας ταυτόχρονα σαν υπάλληλος σε δημαρχείο. Και η γυναίκα μου έχει σπουδάσει κοινωνική λειτουργός.
Πιστεύω ότι οι Έλληνες της Αυστραλίας έχουν προοδεύσει σε τέτοιο βαθμό που η χώρα αυτή τους αναγνωρίζει τώρα σιγά-σιγά. Η εργατική κυβέρνηση του Χωκ ανακοίνωσε τώρα ότι η Αυστραλία είναι πολυεθνική χώρα.
Ακόμα πιστεύω ότι πολλοί Έλληνες συμμετέχουν με επιτυχία σε εμπορικές επιχειρήσεις και ο αριθμός αυτός θα αυξάνει όσο μεγαλώνουν τα παιδιά των μεταναστών. Πόσα τέτοια παραδείγματα έχουμε; Αναφέρω χαρακτηριστικά τον NOULIKA επιχειρηματία πολυκατοικιών και ξενοδοχειακών επιχειρήσεων (και οι δύο επιχειρήσεις είναι στο χρηματιστήριο της Μελβούρνης) κ.ά.
Φυσικά δεν μπορώ να συγκρίνω της ζωή στην Ελλάδα με τη ζωή στην Αυστραλία επειδή δεν έχω πάει ποτέ στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στο Γιαννιτσοχώρι, για να γνωρίσω τη χώρα και τον κόσμο, κάτι που ελπίζω να κάνω το καλοκαίρι του ΄89. Πάντως από άτομα, που έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα, διαπιστώνω ότι εμείς εδώ ζούμε διαφορετικά. Υπάρχει μια μονότονη ρουτίνα, που μερικές φορές σπάει το ηθικό μας. Μόνο τα γλέντια και οι DISCO σπάζουν λίγο αυτή τη ρουτίνα της νεολαίας. Αντίθετα οι γονείς μας πιστοί στους συγγενικούς δεσμούς διατηρούν πολύ καλές σχέσεις με αδέλφια, ξαδέλφια κλπ. Έτσι η οικογενειακή διέξοδος είναι σε γενικές γραμμές οι επισκέψεις σε συγγενείς ή κάποιο φίλο για κάνα καφέ ή μεζεδάκι.
Ας μη νομίσει κανένας ότι η νεολαία εδώ είναι πολύ ελεύθερη όπως στην Ελλάδα, επειδή υπάρχει αρκετός περιορισμός από τους γονείς. Πέρα απ΄ αυτό όμως οι νέοι έχουν προοδεύσει πάρα πολύ. Και πού ΄σαι ακόμα. Σε λίγο καιρό τους Αυστραλούς θα τους κάνουμε ¨σουβλάκι¨ δηλ. θα τους φάμε.
Λοιπόν ας αφήσω τα πολλά λόγια. Τελειώνοντας την επιστολή μου θέλω να επισημάνω ότι η μόρφωση είναι το ¨άλφα και το ωμέγα¨.
Και βέβαια στα σίγουρα τα Ελληνόπουλα των μεταναστών θα κρατήσουν την ταυτότητά τους.
Με πολλά χαιρετίσματα σ΄ όλους τους πατριώτες κι ας μην τους έχω γνωρίσει. »
ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΤΟΥΦΑΣ (1988) «….Όπως γνωρίζουμε η μετανάστευση δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Χρονολογείται από την εποχή που φανερώθηκαν οι άνθρωποι στον πλανήτη Γη. Αν το πάρουμε το φαινόμενο σα φυσιολογικό δεν έχει και μεγάλη σημασία. Αν όμως το εξετάσουμε βαθύτερα θα διαπιστώσουμε τα υπέρ και τα κατά. Εκ πρώτης όψεως μένουμε με την εντύπωση ότι κάποιος που μεταναστεύει από τον τόπο του σώνεται, δηλ. λύνει τα προβλήματα του όποια κι αν είναι αυτά κοινωνικά ή οικονομικά.
Πολλές φορές μάλιστα αψυχολόγητα και από άγνοια όταν συναντήσουμε κάποιον μετανάστη που επέστρεψε στον τόπο του, του λέμε με έμφαση «Έφυγες και σώθηκες» και τούτο επειδή βλέπουμε το θέμα καθαρά επιφανειακά. Το πόσο όμως σώθηκε το γνωρίζει πολύ καλά ο ίδιος ο μετανάστης και το διαπιστώνει κάβε μέρα και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου, καθώς πλησιάζει το τέρμα της ζωής.
Στην αρχή φορτωμένος από τις φροντίδες της επιβίωσης και της αποκατάστασης και τα προβλήματα προσαρμογής στο νέο περιβάλλον δεν του δίνεται η ευκαιρία να σκεφθεί καλά - καλά τι έκανε, αν έπρεπε να το κάνει, αν έπρεπε να πάρει αυτή τη μεγάλη απόφαση κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Με τον καιρό όμως, καθώς αυτές οι σκέψεις αρχίζουν να στριφογυρίζουν στο μυαλό του, ο εφιάλτης του διλήμματος, αν έκαμε καλά ή έπρεπε να μείνει στον τόπο του, αρχίζει να βασανίζει τη σκέψη. Και η επιστροφή τι θα φέρει; Τι θα βρει κανείς επιστρέφοντας στον τόπο του; Τι θα κάνει για την επιβίωση; Πως θα τον δεχτούν οι άνθρωποι που άφησε πίσω του, πριν μερικά χρόνια; Αυτά και άλλα τέτοια ερωτήματα στριφογυρίζουν στο μυαλό του μετανάστη. Τα προβλήματα αυτά γίνονται πραγματικός εφιάλτης από τον δεύτερο κιόλας χρόνο της παραμονής του στην ξένη γή, που διάλεξε για νέα πατρίδα του.
Αυτό δεν συμβαίνει μ΄ έναν – δυο αλλά με όλους ανεξαιρέτως, μ΄άλλους λιγότερο και μ΄ άλλους περισσότερο. Πολλοί δεν αντέχουν την ψυχολογική πίεση της ξενιτιάς και επιστρέφουν στην πατρίδα. Απαλλάσσονται από τον έναν εφιάλτη και αρχίζει ο άλλος.
Πολλοί ξαναπαίρνουν το δρόμο της επιστροφής, για να μείνουν πια, για όλη την υπόλοιπη ζωή τους, στην ξενιτιά. Αλλά κι' όσοι μένουν στον τόπο τους έχουν το παράπονο πως, ίσως έκαμαν λάθος, που γύρισαν. Έτσι έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι αυτοί, που γνωρίζουν δυο πατρίδες είναι πολύ δυστυχισμένοι και ταλαιπωρημένοι άνθρωποι κι' αυτά είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που σημαδεύουν τη ζωή του μετανάστη.
Συνεχίζω τώρα με την αφορμή που ώθησε τον καθέναν από μας να πάρει τη μεγάλη απόφαση της μετανάστευσης.
Κατ΄ αρχή ο άνθρωπος από φυσικού του έχει την τάση να ψάχνει για το καλύτερο και ειδικά ο Έλληνας είναι «αποδημητικό» ον, όπως μας λένε οι εκάστοτε προεστοί από την Ελλάδα στα Πρωτοχρονιάτικα μηνύματα τους-
Προσωπικά πιστεύω ότι αυτά είναι προφάσεις, είναι απλώς μια καλή δικαιολογία, που κανείς δεν την πιστεύει. Πρέπει όμως να βρεθεί μια δικαιολογία για να δικαιολογηθούν οι υπαίτιοι που έσπρωξαν χιλιάδες Έλληνες στην ξενιτιά. Είναι κοινό μυστικό ότι δε μεταναστεύουν οι πλούσιοι, αλλά αυτοί που δεν έχουν «που την κεφαλή κλίναι». Δε μεταναστεύουν οι έμποροι, οι γαιοκτήμονες, οι στρατιωτικοί, οι δημόσιοι υπάλληλοι και γενικά όσοι έχουν λύσει τα οικονομικά τους προβλήματα αλλά οι φτωχοί και οι άκληροι, οι πεινασμένοι και οι δυστυχισμένοι. Ακόμα και πολιτικοί λόγοι οδήγησαν πολλούς στην ξενιτιά.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναγκάστηκαν να φύγουν επειδή έπεσαν στη δυσμένεια της άλφα ή βήτα κυβέρνησης με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα μέλλον ούτε γι' αυτούς ούτε για την οικογένεια τους. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά στον τόπο μας αλλά και σ' άλλες χώρες, αλλού περισσότερα κι' αλλού λιγότερα.
Αυτά τα γνωρίζουμε πολύ καλά εμείς οι μετανάστες και οι λόγοι που μας οδήγησαν εδώ είναι λίγο – πολύ ίδιοι για όλους (σκεφθείτε ότι στην Αυστραλία υπάρχουν σήμερα τουλάχιστον 120 μειονότητες).
Πριν 200 χρόνια ξεκίνησε ο εποικισμός της Αυστραλίας στην αρχή με τους Άγγλους και Σκωτσέζους κατάδικους, ύστερα με τους πρόσφυγες της Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης ιδιαίτερα στα χρόνια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου και συνεχίστηκε κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά απ΄ αυτόν. Ακόμα και σήμερα πρόσφυγες από όλα τα σημεία αναταραχής (Ν. Αφρική, Βιετνάμ, Καμπότζη, Φιλιππίνες κλπ.).
Με λίγα λόγια η μετανάστευση δεν είναι τουρισμός, όπως πιστεύουν πολλοί, αλλά μια σκληρή ανάγκη, που πολλές φορές αγγίζει τα όρια του θανάτου. Όσο γι' αυτά που λένε οι διάφοροι αρμόδιοι (λόγια παρηγοριάς) κάθε φορά μου θυμίζουν τη λαϊκή παροιμία «Χίλιες ραβδιές στον ξένο κόλο δεν πονάνε».
Σε άλλο σημείωμα μου ίσως αναφερθώ στις θυσίες και τις αντιξοότητες που αντιμετώπισαν οι μετανάστες στην προσπάθεια τους να επιβιώσουν στην ξενιτιά, στη νέα τους πατρίδα, που όμως δε θα γίνει ποτέ πραγματική τους πατρίδα.
Αυτοί οι άνθρωποι θα ζουν πάντα με την ψευδαίσθηση της επιστροφής στα πατρικά χώματα γιατί αυτά είναι η πραγματική τους πατρίδα, εκεί που γεννήθηκαν, εκεί που είδαν τις πρώτες ακτίνες του ήλιου. Με πατριωτικούς χαιρετισμούς….»
- ΟΙ μετανάστες σε όλα τα μέρη της γης είναι οικονομικοί εκτός από τους πολιτικούς μετανάστες διαφόρων στυγερών δικτατόρων και καθεστώτων, τους λεγόμενους πολιτικούς πρόσφυγγες.
- Ο ελληνισμός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα από οποιαδήποτε περύπτηξη και αναμέτρηση. Αυτό περίτρανα το αποδεικνύει ολόκληρη η ιστορία.
- Τα χρόνια πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή δυο-τρεις συμπατριώτες, ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και ο Ηλίας Λαλιώτης, είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική.
- Οι πρώτοι Έλληνες που πάτησαν στην Αυστραλία ήταν 7 ναυτικοί το 1829. Είχαν συλληφθεί από τους Βρετανούς στη Μεσόγειο ως πειρατές, καταδικάστηκαν σε θάνατο, αλλά τελικά τη γλίτωσαν με ισόβια εξορία στη μακρινή ήπειρο. Ακολούθησαν άλλοι ναυτικοί ανήσυχοι και φιλοπερίεργοι, τυχοδιώκτες και φυγάδες κάθε λογής, αποτυχημένοι νησιώτες έμποροι και μετά τον πόλεμο έλαβε χώρα η μαζική μετανάστευση. Σκληρά, πικρά χρόνια, που πέρασαν. Η ελληνική κοινότητα πάλεψε, στέριωσε, οργανώθηκε, πρόκοψε. Και σήμερα διακρίνεται σε όλους τους τομείς.
- κρατήθηκε η σύνταξη και η γραμματική των ιδίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου