theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025

Η 25η ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΟ ΓΙΑΝΝΙΤΣΟΧΏΡΙ

Δικαιωματικά η πρώτη ανάρτηση ανήκει στο χωριό μας, το Γιαννιτσοχώρι όπου πρωταγωνιστές, ήρωες και αντιήρωες ήταν τα μαθητούδια του Δημοτικού Σχολείου. Το αποκορύφωμα όμως της εθνικής παλιγγενεσίας της ημέρας το έδωσαν τα μαθητάκια του Νηπιαγωγείου. Το μπρίο και ή όλη τους εικόνα είναι η ελπίδα για το μέλλον. 
Είπαμε και το τονίζουμε ότι οι μετανάστες έχουν δώσει πνοή  και οξυγόνο στο χωριό. Όχι μόνο η παραγωγή, { θερμοκήπια] αλλά και η όλη ανάπτυξη και οικονομία οφείλεται σ αυτούς. Αλλά και το δημοτικό σχολείο και το νηπιαγωγείο θα ήταν θεόκλειστα.


      

ΚΑΙ Η ΑΛΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ....

    

                                                                                              Αντωνία Ζεβόλη Νταουντάκη

    Μέρα που είναι, φίλοι μου, θ' ακούσετε πολλά "επίσημα" παινέματα για τον Κολοκοτρώνη. Κανένας όμως απ' αυτούς δεν θα σας θυμίσει πως οι κρατούντες στη χώρα που εκείνος απελευθέρωσε, τον φυλάκισαν στο πιο βαθύ, υπόγειο, υγρό κι ανήλιαγο μπουντρούμι, όπου έχασε το φως του. Θα σας μιλήσουν και για άλλους σπουδαίους αγωνιστές, πως αφιέρωσαν τ


η ζωή, την υγεία, την οικογένειά τους, τα σπίτια και τα χωράφια τους στον αγώνα, αλλά δεν θα σας
πούνε πως οι περισσότεροι από αυτούς κατάντησαν ζητιάνοι, άρρωστοι και κουρελήδες έξω από το παλάτι του βασιλιά και των Βαυαρών που διαφέντευαν πια τη χώρα! Γιατί δεν θέλουν να ξέρετε πως απλά αλλάξαμε το φέσι του Ασιάτη δυναστη με το καπέλο του Ευρωπαίου αποικιοκράτη. Θα σας πουν και για τις μεγάλες δυνάμεις του καιρού εκείνου, πως μας βοήθησαν στο τέλος -αφού μας πολέμησαν πρώτα- να αποκτήσουμε την ελευθερία μας. Αλλά πουθενά δεν θα ακούσετε πως εκείνες " βοήθησαν " να γίνει και ο πρώτος εμφύλιος μεταξύ των Ελλήνων, όσο ακόμα διαρκούσε η επανάσταση, ώστε να κινδυνέψει να χαθεί και έτσι να έχουμε την ανάγκη τους και ως αντάλλαγμα να υπάρξει η υπονόμευση της ανεξαρτησίας μας σε αυτούς. Αν μάλιστα προσέξετε καλύτερα, θα καταλάβετε πως όλοι οι ήρωες στους οποίους αναφέρονται ήταν Πελοποννήσιοι και Στερεοελλαδήτες! Όσοι δηλαδή αγωνίστηκαν μέσα στα στενά όρια των συνόρων της Μελούνας, του πρώτου, μικρού, εξαρτημένου κράτους που προέκυψε με τις υπογραφές των μεγάλων δυνάμεων! Υπήρξαν τεράστιες μορφές αγωνιστών και στην Ήπειρο, τη Μακεδονία, την Κρήτη, στα νησιά του Αιγαίου κλπ, ακόμα και στον μακρυνό και απομονωμένο Πόντο! Ακούσατε κάτι γι αυτούς στους πανηγυρικούς; Διδάσκονται έστω στα σχολεία; Όχι, δεν φταίνε οι Πελοπονήσιοι και Στερεοελλαδήτες αγωνιστές γι αυτό, άλλοι και άλλα φταίνε... Και επειδή άκουσα πρόσφατα για μια δήθεν "εθνική μας ιστορικό" - που βαφτίστηκε έτσι επειδή της έδωσαν βήμα στην τηλεόραση να διδάξει την ιστορία σε εμάς τους ιθαγενείς, όπως εκείνη θελει- πως είχε, λέει, το θράσος να πει δημόσια ότι... την απογοήτευσε, ο Καραϊσκάκης!!! Ο πιο ανιδιοτελής, ντόμπρος και αδικοσκοτωμένος αγωνιστής του '21! Και επειδή όπως πάει σε λίγο θα μας πούνε και μ.....ς, κάντε μου μια χάρη σας παρακαλώ. Όταν ακούτε τέτοιους, να τους αφιερώνετε το τραγούδι του Καραϊσκάκη. Ναι, αυτό το αθυρόστομο, ξέρετε εσείς.

ΝΕΑ γενικώς

 ΠΡΩΙΝΗ ΣΗΜΕΡΑ





Τρίτη 25 Μαρτίου 2025

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2025

1821: Τὰ Μικρὰ τοῦ Μεγάλου Ἀγώνα

ΤΑ ΠΛΙΆΤΣΙΚΑ ΤΟΥ ΚΑΡΑιΣΚΑΚΗ


ΤΑ ΓΙΑΝΝΙΝΑ, τὸν και­ρὸ τοῦ Ἀ­λή­πασ­σα, ὁ Κα­ρα­ϊ­σκά­κης, νει­ὸς ἀ­κό­μα, χό­ρευ­ε μιὰ φο­ρὰ μ’ ἄλ­λα πα­λη­κά­ρια. Ἐ­νῷ ἔ­σερ­νε μπρο­στι­νὸς τὸν Τσά­μι­κο, κ’ ἔ­κα­νε πολ­λὲς γῦ­ρες στὸν τό­π
ο
, κα­θὼς λέ­νε, πέ­ρα­σε τὴν ἴ­δια στιγ­μὴ ὁ Μου­χτὰρ πασ­σᾶς, γυι­ὸς τοῦ Ἀ­λή­πασ­σα. Ἡ φου­στα­νέλ­λα τοῦ Κα­ρα­ϊ­σκά­κη ση­κώ­θη­κε τὸν ἀ­νή­φο­ρο καὶ φα­νή­κα­νε τὰ πλι­ά­τσι­κα (1)… Ὁ Μου­χτὰρ πασ­σᾶς πει­ρά­χτη­κε. Πῆ­γε στὸν πα­τέ­ρα του καὶ πα­ρα­πο­νέ­θη­κε. Κρά­ζει τό­τε ὁ Ἀ­λή­πασ­σας τὸν Κα­ρα­ϊ­σκά­κη καὶ θυ­μω­μέ­νος τοῦ λέ­ει:

       — Τί ἔ­κα­μες, ὠ­ρὲ Πα­λι­ό­γυ­φτο, στὸ γυι­ὸ τὸ δι­κό μου;

       — Τί­πο­τα, Πασ­σᾶ μ’, τοῦ λέ­ει ὁ Κα­ρα­ϊ­σκά­κης. Δὲν τὄ­θε­λα· χό­ρευ­α κ’ ἔ­κα­μα ἔ­τσ’ μιὰ φου­ρά… [κ’ ἔ­φε­ρε μιὰ γύ­ρα]. Τό­τε πέρ­να­γε ὁ γυι­ός σου ὁ Μου­χτὰρ πασ­σᾶς καὶ θύ­μω­σε. Τί φταί­ω ‘­γὼ ὁ μαῦ­ρος;…

       Ὁ Ἀ­λή­πασ­σας ἔ­σκα­σε τὰ γέ­λια.

       — Πῶς τὄ­κα­μες, ὠ­ρὲ μπί­ρο μ’; Κά­με το πά­λε, ὠ­ρέ!

       — Ἔ­τσ’, Πασ­σᾶ μ’…

       — Κά­με το ἄλ­λη μιὰ φο­ρά, ὠ­ρὲ Γι­ῶρ­γο!… Μπρά­βο, ὠ­ρὲ Γιῶρ­γο!… Ἄ­ϊν­τε τώ­ρα.(1) πλι­ά­τσι­κα: λάφυρα· ἐδῶ: γεννητικὰ ὄργανα.

 Ἢ Χορὸς καὶ Ἐπανάσταση [τοῦ Ἰωάννου Καποδίστρια][1/3]


ΦΟΥ Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ με­τά­φε­ρε τὴν κα­θέ­δρα του ἀ­πὸ τὴν Αἴ­γι­να στὸ Ναύ­πλιο, οἱ ἀ­ξι­ω­μα­τι­κοὶ τῶν ξέ­νων πο­λε­μι­κῶν, ποὺ ἦ­ταν ἀ­ραγ­μέ­να στὸ λι­μά­νι, ζη­τῆ­σαν ἄ­δεια καὶ στή­σα­νε μιὰ με­γά­λη μπα­ρά­κα ξύ­λι­νη ἀ­πά­νου στὴν τά­πια τοῦ ὁ­πλο­στα­σί­ου γιὰ νὰ προ­σφέ­ρου­νε στὸν Κυ­βερ­νή­τη καὶ τῆς πό­λης τοὺς προ­κρί­τους χο­ρό. Ὁ Κυ­βερ­νή­της ὅ­μως, φι­λό­τι­μος, εἶ­πε πὼς ἔ­πρε­πε νὰ δώ­σῃ αὐ­τὸς πρῶ­τος κ’ οἱ πο­λῖ­τες τοῦ Ναυ­πλί­ου χο­ρὸ στοὺς ξέ­νους.

       Τἄ­κα­με ὅ­λα ἕ­τοι­μα ὁ Κυ­βερ­νή­της, καὶ τό­τε κά­λε­σε τοὺς προ­κρί­τους τῆς πό­λης καὶ τοὺς ἄλ­λους ἐ­πί­ση­μους καὶ τοὺς εἶ­πε:

       — Ἀ­ναγ­κά­σθη­κα ἀ­πὸ τοὺς ξέ­νους νὰ δώ­σω Εὐ­ρω­πα­ϊ­κὸ χο­ρό, ἂν καὶ το­νὲ θαρ­ρῶ γιὰ τὰ ἑλ­λη­νι­κά μας ἤ­θη ἀ­ταί­ρια­στο· θ’ ἀ­κού­σε­τε ὅ­μως καὶ θὰ φυ­λά­ξε­τε πι­στὰ τὴς ὁ­δη­γί­ες ποὺ θὰ σᾶς δώ­σω: Στὴς 9 μ.μ. θἀρ­θοῦν οἱ ξέ­νοι στὸ χο­ρό, ὅ­που θὰ εἴ­σα­στε σεῖς συ­ναγ­μέ­νοι· με­τὰ μι­σὴ ὥ­ρα θὰ μπῇ ὁ Κυ­βερ­νή­της καὶ θὰ μεί­νῃ δυ­ὸ ὧ­ρες σω­στές, ὄ­χι πε­ρισ­σό­τε­ρο. Μι­σὴ ὥ­ρα ἀ­φοῦ φύ­γῃ ὁ Κυ­βερ­νή­της θὰ πά­ρε­τε τὴς οἰ­κο­γέ­νει­ές σας καὶ θὰ φύ­γε­τε καὶ σεῖς. Μὲ κα­τα­λά­βα­τε;

       Τὸ πρω­ῒ μα­θαί­νει ὁ Κυ­βερ­νή­της πὼς οἱ Ἕλ­λη­νες κα­λε­σμέ­νοι του μὲ τὴς κυ­ρά­δες καὶ τὴς κυ­ρά­τσες τους εἴ­χα­νε μεί­νει ὡς τὴν αὐ­γὴ γιὰ τὸ χα­τί­ρι τῶν θη­λυ­κῶν τους, ποὺ θέ­λα­νε κι’ αὐ­τὰ νὰ κά­νουν τὸ χα­τί­ρι τῶν ξέ­νων ἀ­ξι­ω­μα­τι­κῶν, καὶ μά­λι­στα τῶν πει­ὸ ἄ­ξι­ων στὰ χο­ρο­πη­δή­μα­τα. Αὐ­τὸ λύ­πη­σε πο­λὺ τὸν Κυ­βερ­νή­τη.

       Σὲ λί­γες μέ­ρες ἐ­πι­τρο­πὴ ἀ­πὸ τοὺς προ­κρί­τους ζή­τη­σε ἀ­πὸ τὸν Κυ­βερ­νή­τη ἄ­δεια νὰ δώ­σου­νε κι’ αὐ­τοὶ χο­ρό. Ὁ Κυ­βερ­νή­της εἶ­πε:

       — Ἂν ἤ­ξε­ρα πὼς οἱ οἰ­κο­γε­νειά­ρχες τοῦ Ναυ­πλί­ου ἔ­χου­νε λι­γώ­τε­ρο μυα­λὸ ἀ­πὸ τὰ πα­λι­ο­κό­ρι­τσα, οὔ­τε ἐ­γὼ χο­ρὸ δὲν ἔ­δι­να, ὅ­μως τώ­ρα δὲ σᾶς δί­νω τὴν ἄ­δεια.

       Ἔ­δω­σαν ὅ­μως οἱ Ναύ­αρ­χοι τῶν Προ­στα­τί­δων Δυ­νά­με­ων χο­ρό, καὶ πῆ­γε ὁ Κυ­βερ­νή­της τὴς δυ­ό του ὧ­ρες, μὰ ὁ χο­ρὸς κρά­τη­σε πά­λι ὡς τὰ ξη­με­ρώ­μα­τα, καὶ κάμ­πο­σα σκάν­τα­λα καὶ πα­ρα­τρά­γου­δα γε­νή­κα­νε μὲ τὴς Ἀ­να­πλι­ώ­τισ­σες καὶ τὴς Ἀ­να­πλι­ω­το­ποῦ­λες.

       Εἶ­δε ὁ Κυ­βερ­νή­της τέ­λος πὼς οἱ Ἀ­να­πλι­ῶ­τες ἦ­ταν ἀ­δι­όρ­θω­τοι καὶ ζή­τη­σε ἀ­πὸ τοὺς Ναυά­ρχους νὰ χα­λά­σουν τὴ μπα­ρά­κα για­τὶ τά­χα ἤ­θε­λε νὰ δι­ορ­θώ­σῃ τὸν προ­μα­χῶ­να [ντά­πια].

       Ἔ­τσι ὁ χο­ρὸς δὲν τρι­πλώ­θη­κε.

 1Τσάκας ὁ Ἀχάλαγος!

ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ σκο­τώ­θη­κε, κι’ ὁ Τσά­κας ὁ δεν­τρό­κορ­μος δὲν εἶ­χε πειὰ καρ­διὰ γιὰ πό­λε­μο. Ὁ Ἥ­ρω­ας, ποὺ φρόν­τι­ζε τὰ πα­λη­κά­ρια του κα­λύ­τε­ρα ἀ­πὸ τὴ ζω­ή του, δὲ ζοῦ­σε πειὰ νὰ το­νὲ θυ­μη­θῇ. Τε­λεί­ω­σε ὁ ἀ­γῶ­νας μὲ τοὺς Τούρ­κους, κι’ ὁ Τσά­κας, ποὺ πε­νῆν­τα χρό­νια Τούρ­κους σκό­τω­νε, ἀ­π’ ὅ­λους λη­σμο­νή­θη­κε. Δὲν ἦ­ταν ἀ­πὸ κεί­νους τοὺς


Ἀ­γω­νι­στὲς ποὺ φω­νά­ζα­νε τὰ δί­κια τους καὶ τὰ γυ­ρεύ­α­νε μὲ τὸ σπα­θί τους ἀ­πὸ τὸ Κου­βέρ­νο. Ἔ­τσι κα­νέ­νας δὲν τὸν εἶ­δε οὔ­τε στ’ Ἀ­νά­πλι, οὔ­τε στὴν Ἀ­θή­να ν’ ἀ­νε­βαί­νῃ σκά­λες, νὰ φι­λῇ πο­δι­ές, πε­ρί­θαλ­ψες ἀ­ρι­στεῖ­α νὰ γυ­ρεύ­ῃ. Ἀ­πο­τρα­βή­χτη­κε στ’ ἀ­γα­πη­μέ­να του βου­νὰ τῆς Δυ­τι­κῆς Ἑλ­λά­δας, οἰ­κο­νό­μη­σε λί­γα πα­λι­ό­γι­δα, κι’ ἀ­πὸ Κλέ­φτης, ἄ­γριος κι’ ἀ­φί­λι­ω­τος τοῦ Τούρ­κου ὀ­χτρός, γί­νη­κε ἥ­με­ρος τσο­πά­νης, ἄ­βλα­βος Πο­λύ­φη­μος, καὶ μο­να­χὰ τὸ πα­ρά­ψη­λο τ’ ἀ­νά­στη­μά του καὶ ἡ ἀν­τρει­ω­μέ­νη του κορ­μο­στα­σιὰ θὰ μαρ­τυ­ροῦ­σαν πὼς αὐ­τὸς ἦ­ταν ὁ Τσά­κας ὁ ξα­κου­στός. Πε­ρή­φα­νος, πα­ρά­πο­νο πο­τέ του δὲν ξε­στό­μη­σε· ἔ­βα­λε τὴ γι­α­τα­γά­να στὸ θη­κά­ρι, ἔ­πη­ξε στά­νη, κ’ ἔ­πλε­ξε κα­λύ­βι, καὶ στε­φα­νώ­θη­κε μιὰ βλά­χα δρο­σε­ρὴ σὰν τοῦ Ἄ­σπρου τὰ νε­ρά.

       Κά­να­νε κά­πο­τε ὁ Ὄ­θω­νας καὶ ἡ Ἀ­μα­λί­α τὴν πε­ρι­ο­δεί­α τους κα­τὰ τὰ κα­τα­τό­πια ἐ­κεῖ­να, κι’ ὁ Γαρ­δι­κι­ώ­της Γρί­βας, ὁ ὑ­πα­σπι­στής, εἶ­πε μιὰ μέ­ρα στὸ Βα­σι­λέα:

       — Σὲ λί­γο ἐ­δῶ ποὺ πᾶ­με, θὰ σμί­ξου­με τὴ στά­νη τοῦ πε­ρί­φη­μου τοῦ Τσά­κα.

       — Ποῖ­ος εἶ­ναι αὐ­τὸς ὁ Τσά­κας;

       Ὁ Γρί­βας τὸν ἤ­ξε­ρε κα­λὰ ἀ­πὸ τὸν και­ρὸ τὸν ἀ­λη­σμό­νη­το, ποὺ πο­λε­μοῦ­σε κι’ αὐ­τὸς μα­ζὶ μὲ τὸν Κα­ρα­ϊ­σκά­κη, καὶ ζω­γρά­φι­σε στοὺς Βα­σι­λιά­δες τὸ τί ἦ­ταν ὁ Τσά­κας.

       — Μὰ ἀ­κοῦ­τε, εἶ­πε, τὸ πει­ὸ πα­ρά­ξε­νο· γέ­ρος ἑ­κα­τὸ χρο­νῶν ὁ Τσά­κας, δὲν ἔ­χει πο­λὺν και­ρὸ ποὺ στε­φα­νώ­θη­κε τρί­τη φο­ρά…

       Οἱ Βα­σι­λιά­δες πα­ρα­ξε­νευ­τή­κα­νε καὶ στεῖ­λαν καὶ κα­λέ­σα­νε τὸν Τσά­κα. Τό­τε εἴ­δα­νε μπρο­στά τους ἕ­να γί­γαν­τα ἀ­σπρο­μάλ­λη, μὲ λογ­κω­μέ­να στή­θια, φρύ­δια καὶ μαλ­λιά, σὰν παμ­πά­λαι­ο μο­νο­δέν­τρι ποὺ τὸ τρέ­φει ἡ μο­να­ξιὰ κ’ ἡ ἀ­νε­μο­ζά­λη.

       — Δια­τί δὲν ἐ­ζη­τή­σα­τε ἀ­μοι­βὴν διὰ τὰς ὑ­πη­ρε­σί­ας σας; ρώ­τη­σε ὁ Βα­σι­λέ­ας μὲ τὰ δα­σκά­λι­κά του λό­για.

       Ὁ Τσά­κας ἀ­πο­κρί­θη­κε δυ­να­τό­φω­να:

       — Χα­ρὰ στὰ γου­νι­κὰ ποὺ καρ­τε­ρᾶ­νε νὰ δώ­σου­νε ψου­μὶ στὰ παι­διά τ’ς ἅ­μα σκά­σουν ἀ­π’ τὰ κλά­ϊ­μα­τα! [ἀ­λοί­μο­νο στὴν πα­τρί­δα ποὺ τό­σο ἀρ­γὰ συλ­λο­γί­στη­κε νὰ βο­η­θή­σῃ ἕ­ναν Ἀ­γω­νι­στή].

       Ὁ Βα­σι­λέ­ας ξαφ­νί­στη­κε μὲ τὴν ἀ­πό­κρι­ση τού­τη τὴν πα­ρα­στα­τι­κή· τοὔ­δω­σε τὸ Σταυ­ρὸ τοῦ Σω­τῆ­ρα, μὰ πῆ­ρε καὶ ση­μεί­ω­ση νὰ τοῦ δώ­σῃ «πε­ρί­θαλ­ψη».

       Ἡ Βα­σί­λισ­σα σ’ αὐ­τὸ τὸ με­τα­ξὺ κύ­τα­ζε μιὰ τρι­αν­τά­ρα βλά­χα, με­γα­λό­σω­μη πλα­τώ­να [εἶδος ζαρκάδι] ποὺ στε­κό­ταν κι’ ἄ­κου­γε.

       — Εἶ­σαι κό­ρη τοῦ κα­πε­τά­νου; ρώ­τη­σε, κά­νον­τας πὼς δὲν ξέ­ρει.

       Ὁ Τσά­κας δὲν ἔ­δω­σε και­ρὸ τῆς γυ­ναί­κας ν’ ἀ­παν­τή­σῃ.

       — Ὁ Θε­γὸς δὲ μ’ χά­ρ’­σε πι­διὰ μὲ κα­μιὰ ἀ­π’ τὴς τρεῖς γ’­ναῖ­κες ποὺ πῆ­ρα· ἡ στερ­νή, ἡ τρί­τ’ εἶ­ν’ αὐ­τεί­νη ὅ­π’ βλέ­π’ς, Κυ­ρὰ Βα­σί­λισ­σα!

       — Μὰ εἶ­ναι πο­λὺ νέ­α καὶ τὴν ἀ­δί­κη­σες νὰ τὴν πά­ρῃς γυ­ναῖ­κα σου, τό­σο προ­χω­ρη­μέ­νος στὰ χρό­νια, εἶ­πε ἡ Βα­σί­λισ­σα πο­νη­ρά.

       — Νὰ σ’ πῶ, Κυ­ρὰ Βα­σί­λισ­σα, εἶ­πε ὁ Τσά­κας· ἂν ἔ­ν’ [εἶ­ναι] νὰ χα­λά­ῃς τ’ Σα­ρα­κου­στή, τό­τε νὰ φᾷς ἀρ­νὶ ἢ π’­λα­κί­δα· μὰ ἂν ἔ­ν’ νὰ φᾷς πα­λι­ό­γι­δα, φά­ει κα­λύ­τε­ρα ξε­ρὸ τοὺ ψου­μά­κι σ’ νἄ­χῃς δι­ά­φου­ρου καὶ τὴν ψυ­χή σ’!

       Σ’ αὐ­τὴ τὴν ἀ­πό­κρι­ση ἔ­μει­νε ἡ Βα­σί­λισ­σα μ’ ἀ­νοι­χτὸ τὸ στό­μα.

       Ἀ­πὸ τό­τε δὲν ἔ­παυ­ε νὰ ρω­τά­ῃ ὅ­σους γνώ­ρι­ζε ἀ­πὸ τὰ κα­τα­τό­πια ἐ­κεῖ­να:

       — Ζῇ ὁ γε­ρο-Τσά­κας ποὺ παν­τρεύ­τη­κε γέ­ρος ἑ­κα­τὸ χρο­νῶν;

Ἴ­σως ἀ­κό­μα ζῇ καὶ βα­σι­λεύ­ει.




. Καραϊσκάκης προς τον Μαχμούτ πασά: «Λέγεις να προσκυνήσω. Κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου και μου είπε να μη σε προσκυνήσω»...


   Ο Καραϊσκάκης είχε ανυπότακτο χαρακτήρα, ζούσε για τη νίκη και όλοι είχαν να λένε για την παροιμιώδη αθυροστομία του. Είχε γεννηθεί το 1782 σε μια σπηλιά πάνω από το Μαυρομάτι Καρδίτσας και τον ακολουθούσε πάντα η φράση: «Ο γιος της καλογριάς», καθώς η μάνα του είχε βρει καταφύγιο στο κοντινό μοναστήρι. Η ίδια είχε γεννηθεί στην Σκουληκαριά της Άρτας. Το παιδί ήταν καρπός της σχέσης του αρματολού Δημήτρη Καραΐσκου και της μοναχής Ζωής Ντιμισκή, αδελφής του κλέφτη Κώστα Ντιμισκή και εξαδέλφης του οπλαρχηγού Γώγου Μπακόλα. Μεγάλωσε με τους θετούς γονείς του, μία οικογένεια Σαρακατσάνων, αφού η μητέρα του τον εγκατέλειψε μη αντέχοντας τον διασυρμό μιας παράνομης σχέσης και πέθανε όταν αυτός ήταν οκτώ ετών...
    Από νεαρή ηλικία έδειξε την επαναστατική του διάθεση. Έγινε κλεφτόπουλο και η επανάσταση τον βρήκε καπετάνιο. Ωστόσο, τον πρώτο καιρό της επανάστασης, δεν πήρε μέρος, γιατί πολλοί ήταν εκείνοι που πίστευαν πως βρισκόταν σε συνεννόηση με τους Τούρκους, επειδή είχε θητεύσει στην αυλή του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Μάλιστα, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος τον κατηγόρησε, πως είχε: «μυστικήν ανταπόκρισην (καπάκια) με τον Ομέρ Βρυώνη και ότι συμφώνησε… να του παραδώσει Μεσολόγγι και Αιτωλικό». Γρήγορα όμως, ο Καραϊσκάκης απάντησε με πράξεις στους επικριτές του. Έλαβε μέρος στην επανάσταση και διακρίθηκε για την αγωνιστικότητά, τις ηγετικές και στρατηγικές του ικανότητες. Ξεχώριζε όμως και για το πλούσιο υβρεολόγιό του. Το 1823, έστειλε την εξής απάντηση στον Μαχμούτ Πασά: «Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω. Κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον ίδιον κι αυτός μου αποκρίθηκε να μην σε προσκυνήσω κι αν έρθεις κατ’ επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω». Ποιος σκότωσε τον Καραϊσκάκη ανήμερα της γιορτής του; Δολοφονήθηκε από Έλληνες ή από Τούρκους; Διαβάστε εδώ:https://www.mixanitouxronou.gr/pios-skotose-ton-karaiskaki-animera-tis-giortis-tou-dolofonithike-apo-ellines-i-apo-tous-tourkous-pos-chathikan-ta-osta-tou-vinteo/ Πέθανε τον Απρίλιο του 1827, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής, μετά από πυροβολισμό στην περιοχή του σημερινού Φλοίσβου (Νέου Φαλήρου). Κανείς δεν είπε με βεβαιότητα ποιός τον πυροβόλησε. Έλληνας ή εχθρός; Πολλοί συγγραφείς-ερευνητές μιλούν για δολοφονία οργανωμένη από τον Μαυροκορδάτο, αλλά τα στοιχεία είναι ελλιπή.
    Ο Καραϊσκάκης, όταν τον ρώτησαν ποιος ήταν ο δολοφόνος του, αν κι ετοιμοθάνατος, φέρεται να είπε: «Ξέρω ποιος το ‘κανε. Ας ζήσω και θα μου κλάσει τον μπούτσον». Όταν ο Κολοκοτρώνης έμαθε τον θάνατο του Καραϊσκάκη, έκατσε και άρχισε να μοιρολογά «σαν γυναίκα». Ίσως τον Καραϊσκάκη να τον λάβωσε θανάσιμα χέρι εχθρού κι όχι Έλληνα, αλλά και μόνο η πίστη πολλών, πως σκοτώθηκε από ελληνικό όπλο, δείχνει πόσο βαθιά ήταν η αρρώστια του διχασμού, που στοίχισε πολύ στην επανάσταση και προφανώς μας στοιχίζει ακόμη.... 
Ποιος σκότωσε τον Καραϊσκάκη ανήμερα της γιορτής του; 
Δολοφονήθηκε από Έλληνες ή από Τούρκους; Διαβάστε
 εδώ:https://www.mixanitouxronou.gr/pios-skotose-ton
-karaiskaki-animera-tis-giortis-tou-dolofonithike-apo-ellines
-i-apo-tous-tourkous-pos-chathikan-ta-osta-tou-vinteo/... 



Πηγές: Μηχανή του χρόνου και Εfsyn

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΔΗΜ. Τ.Ο. ΖΑΧΑΡΩΣ -ΦΙΓΑΛΕΙΑΣ ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΑΣ ΤΡΙΓΑΖΗ-ΧΩΡΕΜΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΒΟΛΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΒΟΡΙΔΗ

  

     Μετά τη θρυλική, μεγάλη συγκέντρωση για τα Τέμπη ακολούθησαν τα σχετικά με το καρναβάλι και με την εκδήλωση στο Άργος για τον Γιάννη Ρηγόπουλο. Οπότε πολλά και διάφορα δρώμενα προς κριτική ή καταγγελία είναι σκεπασμένα από το τραπεζομάντηλο  της στάχτης του χρόνου και την πάχνη της επικαιρότητας, όπως τα σχετικά με: 
   Τον δήμο και την λειτουργία του Δ.Σ.
   Τους Ρομά και τα επιτεύγματα των  ΑΜΕΑ Τσιγγάνων 
   Τον Παύλο, ημίαιμος Πέρσης-Έλληνας, στο λημέρι του Νικήτα
   Το σκάνδαλο – φάρσα με το κυνοκομείο 
   Την συνέντευξη της προέδρου Δημ. Τ.Ο Ζαχάρως -Φιγαλείας & μερικά άλλα.
  Σήμερα θα αρχίσουμε με το τελευταίο. Πώς και γιατί ματαιώθηκε η συνέντευξη  μετά από παρέμβαση του ίδιου του υπουργού Εσωτερικών Μάκη Βορίδη.
    Λοιπόν να πάρουμε τα γεγονότα από την αρχή. 
  Την Κυριακή πριν την πλημμυρίδα  των μεγάλων συγκεντρώσεων σε όλη τη χώρα και στη Ζαχάρω για το έγκλημα των Τεμπών, κανονίσαμε με την Κωσταντίνα Τριγάζη – Χωρέμη, πρόεδρο ΔΗΜ . Τ.Ο.  Ν.Δ. στη Ζαχάρω μια συνάντηση για μια συνέντευξη [1]. 
Το ραντεβού ήταν για την άλλη μέρα,  Δευτέρα, στις 11π.μ. στην Caza. 
     Ετοιμάστηκα κι εγώ, ας πούμε, και να ΄μαι στη Ζαχάρω την άλλη μέρα το πρωί για καφέ ως συνήθως. Κατά τις 10, όλως τυχαίως συναντώ την κ. πρόεδρο  και μου λέει:
 -Θοδωρή δεν είναι η στιγμή για συνέντευξη. Θα την κάνουμε άλλη φορά.
 - Εντάξει Ντίνα μου, όπως θες.
    Κατ’ αρχάς  ήταν παράλειψή της, να μην πούμε ψιλοαγένεια γιατί δεν με πήρε τηλέφωνο να μου το ακυρώσει εκ των προτέρων. Μετά αναρωτήθηκα για ποιο λόγο το ανέβαλε  καθόσον την προηγούμενη μέρα η ίδια μου όρισε συγκεκριμένη μέρα και ώρα.
  Την ίδια μέρα κατά το μεσημέρι λαβαίνω ένα μήνυμα από  το υπουργείο Εσωτερικών και μάλιστα από το ιδιαίτερο γραφείο του υπουργού κ. Βορίδη:
 Κύριε Κόλλια 
Σας  ενημερώνουμε ότι η προγραμματισμένη συγκέντρωση
με την πρόεδρο της ΔΗΜ. Τ.Ο. Ν.Δ  Ζαχάρως-Φιγαλείας 
 ματαιώθηκε με παρέμβαση του ιδίου του Υπουργού Κυρίου Βορίδη.  

    Μπράβο λέω οργάνωση η Νέα Δημοκρατία!!!Και περισσότερα μπράβο στην κυρία Πρόεδρο, ολόκληρος Υπουργός και δη ο Βορίδης ενδιαφέρθηκε άμεσα. Μετά σκέφτηκα ότι ο σύζυγος της προέδρου, κ. Λεωνίδας Χωρέμης έχει πολλές γνωριμίες με τα υψηλά κυκλώματα και για αυτό  έγινε αυτή η κινητοποίηση.


[1] Η τελευταία μου ερώτηση θα ήταν αν έχει βλέψεις για βουλευτής, μια και τόσα χρόνια είναι πρόεδρος στην τοπική οργάνωση της Ν.Δ. αναβλήθηκε κατόπιν παρέμβασης του Κυρίου Υπουργού