Στις 9 Ιουνίου του 1933, ο γερμανός πυγμάχος Αντόλφ Γουίτ διεκδικούσε τον τίτλο των «Ελαφρών Βαρών» της χώρας και ως «γνήσιος» εκπρόσωπος της άριας φυλής ήταν ο αγαπημένος της ναζιστικής κυβέρνησης, που υποστήριζε ότι μέσω των σπορ, ειδικά των δυναμικών όπως η πυγμαχία, θα έδειχνε η άρια φυλή την ανωτερότητα της επί των υπολοίπων. Το ότι τον έλεγαν και Αντόλφ ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Αντίπαλός του, ο τσιγγάνος πυγμάχος Γιόχαν «Ρουκέλι» Τρόλμαν ο οποίος ήταν και ιδιαίτερα δημοφιλής στο πυγμαχικό κοινό της χώρας για το ιδιαίτερο και «χορευτικό» στυλ του. Στον αγώνα, η ανωτερότητα του Τρολμαν είναι εμφανής σε όλους τους γύρους όμως η Γερμανική Ομοσπονδία δίνει το αποτέλεσμα ισόπαλο και ο κόσμος ξεσηκώνεται, αναγκάζοντάς τους να δώσουν την νίκη στον Τρόλμαν. Μια εβδομάδα μετά τού αφαιρούν τον τίτλο και επίσημα, καταγγέλλοντας το «αντιγερμανικό» και «χορευτικό» στυλ του μέσα στο ρινγκ, ζητώντας του να παίξει με τον «γερμανικό» τρόπο.
Στις 27 Ιουλίου θα αντιμετωπίσει τον Γκουστάβ Έντερτ και ο Τρολμαν ήξερε ότι δεν είχε καμία ελπίδα όχι μόνο να κερδίσει αλλά και να κάνει κάποια καριέρα στη ναζιστική Γερμανία, γι’ αυτό και αποφάσισε να αντισταθεί με τον δικό του τρόπο τρολάροντας τη γερμανική πυγμαχική ομοσπονδία που απαιτούσε να αγωνίζεται με τον «γερμανικό» ή μάλλον «άριο» τρόπο. Την ημέρα του αγώνα ανέβηκε στο ρινγκ με τα μαλλιά του βαμμένα ξανθά και το πρόσωπο του πασπαλισμένο με αλεύρι σε μια παρωδία των στερεοτύπων των Ναζί. Το καμπανάκι χτύπησε και ο Τρολμαν έμεινε ακίνητος στη μέση του ρινγκ και δέχθηκε τα χτυπήματα του αντιπάλου το ένα πίσω από το άλλο, αντέχοντας μέχρι τον 5ο γύρο πριν χάσει τις αισθήσεις του.
Η καριέρα του θα κρατούσε δύο χρόνια ακόμη με συνεχείς απειλές από τους Ναζί στον ίδιο και την οικογένεια του, μέχρι το 1935 να του αφαιρέσουν την άδεια του. Ο Τρόλμαν θα υποστεί όλα τα τρομαχτικά μέτρα που εφάρμοσαν οι Ναζί στις μειονότητες. Αρχικά θα του γίνει αναγκαστική στείρωση, ενώ λίγα χρόνια μετά θα καταταχθεί με το ζόρι στον ναζιστικό στρατό και θα πολεμήσει στη Γαλλία και στο Ανατολικό μέτωπο. Εκεί θα τραυματιστεί και το 1942 θα απολυθεί από τον στρατό ατιμωτικά, όπως όλες οι μειονότητες παρά τους τραυματισμούς τους στη μάχη.
Η Γκεστάπο συνέλαβε τον Τρόλμαν τον Ιούνιο του 1942, ενώ βρισκόταν στο Ανόβερο. Βασανίστηκε κατά τη διάρκεια της κράτησής του και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, φυλακίστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Neuengamme στο Αμβούργο. Προσπάθησε να κρατήσει χαμηλό προφίλ, αλλά αναγνωρίστηκε από τον Άλμπερτ Λιουτκεμάγερ, αξιωματούχο της πυγμαχίας. Έκτοτε, χρησιμοποιήθηκε στις μάχες που έστηναν οι αξιωματικοί για τη διασκέδασή τους. Λίγο αργότερα θα μεταφερθεί σε άλλο στρατόπεδο όπου ο «Capo» Εμίλ Κορνίλιους θα τον αναγνωρίσει ξανά. Οι Capo ήταν πρώην εγκληματίες φυλακισμένοι που συνεργαζόντουσαν με τους Ναζί για προνομιακή μεταχείριση. Ο Κορνίλιους θα τον προκαλέσει σε αγώνα, βλέποντάς τον σε άθλια κατάσταση και προχωρημένη ηλικία. Παρόλα αυτά ο Τρολμαν θα κερδίσει και αυτή τη μάχη με το γνωστό «αντιγερμανικό» στυλ του, κάτι που ο Κορνίλιους δεν θα του συγχωρήσει. Την επόμενη μέρα τον βρήκε την ώρα που έκανε καταναγκαστική εργασία και τον σκότωσε χτυπώντας τον με ένα φτυάρι στο κεφάλι.
Το πτώμα του ρίχτηκε σε έναν μαζικό τάφο μαζί με όλα τα άλλα θύματα των Ναζί. Η ιστορία του Τζόναθαν Τρόλμαν «ζωντανεύει» στο βιβλίο «Νεκρός Χορός» (Εκδόσεις Μικρός Ήρως). Ο συγγραφέας Μι Δέλτα συναντιέται με τον εικονογράφο Πότη Κεϊμάλη σε μια ιστορία ψυχοσύνθεση των πυγμάχων, που ακροβατούσε διαρκώς σε μια τεντωμένη κλωστή μεταξύ επιβίωσης και έμμεσης δολοφονίας –πολλές φορές και συγκρατουμένων τους. «Όσοι όμως επέζησαν και μας μετέφεραν τις εμπειρίες που βίωσαν, μας άφησαν μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη. Μια παρακαταθήκη που υπενθυμίζει πως ο άνθρωπος, για να παραμείνει άνθρωπος, πρέπει να παλεύει κάθε στιγμή στη ζωή του, μεταφορικά και, κάποιες φορές, κυριολεκτικά» γράφει στην εισαγωγή του ο Μι Δέλτα. Είναι ένα διήγημα – δήλωση για να μην ξεχαστεί το «Αόρατο Ολοκαύτωμα» όπως επικράτησε να χαρακτηρίζεται η εξόντωση των Ρομά. Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ζει και αγωνίζεται ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, Τζόναθαν Τρόλμαν. Το διήγημα αυτό βασίστηκε σε ιστορικά γεγονότα, και αποτελεί μια προσπάθεια, ώστε όλοι όσοι αγαπούν τα λεγόμενα «μαχητικά σπορ», να παραμείνουν στη σωστή πλευρά της ιστορίας, διδασκόμενοι τον σεβασμό στη διαφορετικότητα. Αποτελεί μια βαθιά σιωπηλή υπόκλιση σε όλους εκείνους και εκείνες που τους κατάπιε η κοιλιά του κτήνους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου