Τάγματα Ασφαλείας και ένοπλες ομάδες 1
Τάγματα Ασφαλείας ονομάστηκαν οι μονάδες που συγκροτήθηκαν το 1943-1944 από
τις κατοχικές αρχές για την καταπολέμηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Σκοπός
της δημιουργίας τους, εκτός από την εξοικονόμηση γερμανικού δυναμικού, ήταν,
σύμφωνα με τον τότε στρατιωτικό διοικητή της Ελλάδας, Αλεξάντερ Λέερ, να
χρησιμοποιηθεί πλήρως η αντικομμουνιστική μερίδα του ελληνικού λαού, για να
εκδηλωθεί φανερά και να εξαναγκαστεί σε απροκάλυπτη εχθρότητα κατά της
κομμουνιστικής μερίδας. Στόχος ήταν η διεύρυνση, των κατά τόπους συμμαχιών του
κατοχικού μηχανισμού και η μετατροπή του πολέμου κατά της Αντίστασης σε
εμφύλιο.Το εγχείρημα υλοποιήθηκε με Ευζωνικά Τάγματα, οργανωμένα από την δοσίλογη κυβέρνηση, συνολικής δύναμης 5.725 ανδρών, και από
22 εθελοντικά τάγματα, ως επί το πλείστον αυτοτελώς συγκροτημένα, συνολικής
δύναμης 16.625 ανδρών. Όλα τα τάγματα τελούσαν υπό τις διαταγές του
αντιστράτηγου των Waffen SS, Walter Schimana
Στον ίδιο το Σιμάνα οφείλουμε και τον τελικό απολογισμό της δράσης των
Ταγμάτων Ασφαλείας, λίγο μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα. Σε
αναφορά του προς το Γενικό Επιτελείο των SS, στις 2 Νοεμβρίου 1944, εκτιμά ότι
τα μεν εθελοντικά τάγματα "ήταν πολύτιμες βοηθητικές μονάδες στην ενεργή
καταπολέμηση των συμμοριών" από τη Βέρμαχτ, τα δε ευζωνικά τμήματα
"πολέμησαν τον Κομμουνισμό και τις συμμορίες του ΕΛΑΣ με αξιοσημείωτη επιτυχία".
Την εκτίμησή του θα συμμεριστεί, στην υπηρεσιακή του απάντηση, στις 10
Νοεμβρίου 1944, και ο αρχηγός των SS, Χάινριχ Χίμλερ:
"Σας εκφράζω τα συγχαρητήριά μου, επειδή κατορθώσατε να οργανώσετε τα
υγιή και νομοταγή στοιχεία του Ελληνικού λαού στα τμήματα των Ελλήνων εθελοντών
καθώς και των Ευζώνων, και να τα οδηγήσετε -σε αγαστή συνεργασία με τα δικά μας
γερμανικά τμήματα- στον αγώνα κατά των μπολσεβίκων συνωμοτών μέχρι την
τελευταία μέρα".
Με πυρήνα αυτές τις
οργανώσεις, οι Γερμανοί προσπάθησαν,
χωρίς μεγάλη επιτυχία, να δημιουργήσουν
ένα ενιαίο ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο, ικανό να προπαγανδίσει την Νέα
Ευρώπη του Ράιχ, αλλά και έναν κρατικό μηχανισμό στελεχωμένο από πιστούς , αποσκοπώντας στον καλύτερο δυνατό έλεγχο της
κοινωνίας. Έτσι, αρχικά οι
εθνικοσοσιαλιστές διεισδύουν στον κρατικό μηχανισμό, όπου ασκούνται σε
εκβιασμούς, καταχρήσεις και κλοπές τροφίμων, προσπαθώντας έτσι να πλουτίσουν
αλλά και να δημιουργήσουν ένα πελατειακό δίκτυο, χρήσιμο για τις φιλοδοξίες
τους.
χωρίς μεγάλη επιτυχία, να δημιουργήσουν ένα ενιαίο ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο, ικανό να προπαγανδίσει την Νέα Ευρώπη του Ράιχ, αλλά και έναν κρατικό μηχανισμό στελεχωμένο από πιστούς , αποσκοπώντας στον καλύτερο δυνατό έλεγχο της κοινωνίας. Έτσι, αρχικά οι εθνικοσοσιαλιστές διεισδύουν στον κρατικό μηχανισμό, όπου ασκούνται σε εκβιασμούς, καταχρήσεις και κλοπές τροφίμων, προσπαθώντας έτσι να πλουτίσουν αλλά και να δημιουργήσουν ένα πελατειακό δίκτυο, χρήσιμο για τις φιλοδοξίες τους.
Οπως ήταν αναμενόμενο, οι ταγματασφαλίτες ταυτίστηκαν με την πιο σκοτεινή
πλευρά της δράσης των κατοχικών στρατευμάτων: μπλόκα, κάψιμο χωριών, μαζικές
εκτελέσεις αμάχων. Συχνά, μάλιστα, αποδείχθηκαν βασιλικότεροι του βασιλέως -
κατηγορώντας λ.χ. τους εκπροσώπους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού σαν
"τροφοδότες των συμμοριτών" ή διαμαρτυρόμενοι για την
"επιείκεια" των Γερμανών απέναντι στους αιχμάλωτους
"κομμουνιστές".
Η εικόνα που αποτυπώθηκε ως εκ τούτου στη συλλογική μνήμη για τα Τάγματα
ήταν τέτοια, ώστε η Πολιτεία ουδέποτε τόλμησε να προχωρήσει στην επίσημη
πολιτική αποκατάστασή τους. Μολονότι τα επιζήσαντα στελέχη τους τιμήθηκαν
ποικιλότροπα από το μεταπολεμικό κράτος των εθνικοφρόνων, αυτό έγινε με κάθε
δυνατή διακριτικότητα
Συγκρότηση Ταγμάτων Ασφαλείας
Τον Μάϊο του 1941, με την κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς οι στρατιωτικές
δυνάμεις κυρίως του Στρατού ξηράς, παρέδωσαν τον οπλισμό και διαλύθηκαν
.Αντιθέτως παρέμειναν τα Σώματα Ασφαλείας, που ήταν η Βασιλική
Χωροφυλακή, με έδρα την Αθήνα και υποδιοικήσεις σ΄ όλη τη Χώρα, η Αστυνομία
Πόλεων, που είχε την ευθύνη ασφάλειας των πόλεων Αθήνας, Πειραιά, Πάτρας
και Κέρκυρας, στην οποία Χωροφυλακή μεταξύ άλλων καθηκόντων είχε προστεθεί και
η δίωξη των κομμουνιστών, το Λιμενικό Σώμα, στο οποίο διατήρησαν τη
θέση τους μόνο οι αξιωματικοί και οι υπαξιωματικοί, με έδρα τον Πειραιά και τα
άοπλα σώματα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και
της Αγροφυλακής, η οποία ήταν ειδική δημόσια υπηρεσία, με
καθήκον την τήρηση της δημόσιας τάξης και την πρόληψη του εγκλήματος σε
αγροτικές περιφέρειες.
Οι Γερμανοί κατακτητές αποφάσισαν, σύμφωνα με το δίκαιο του πολέμου, την
διατήρησή τους για την εσωτερική ασφάλεια με μειωμένη όμως δύναμη. Η πρώτη
κατοχική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου, πρώην
διοικητή του Γ΄ Σώματος Στρατού, μέσα σε δύο χρόνια έχασε σταδιακά τον έλεγχο
της υπαίθρου καθώς άρχισαν ν΄ αναπτύσσονται ομάδες ανταρτών που δρούσαν στις
ορεινές περιοχές. Οι Ιταλοί και οι Βούλγαροι, που κατείχαν υπό έλεγχο το
μεγαλύτερο μέρος της Χώρας, εξανάγκασαν την κυβέρνηση να μεταθέσει δυνάμεις της
Χωροφυλακής στις μεγάλες πόλεις.
Στο τέλος του πρώτου χρόνου κατοχής οι κατακτητές είχαν προσπαθήσει ν΄
αναθέσουν στα σώματα ασφαλείας, ιδίως στη Βασιλική Χωροφυλακή,
αντιανταρτικά καθήκοντα που υπήρξαν όμως ανεπιτυχή. Τον Μάρτιο του 1942,
υπό την πίεση των Ιταλών η ελληνική κυβέρνηση δια των Νομαρχών άρχισε να
χορηγεί άδειες οπλοφορίας σε ειδικά επιλεγμένα άτομα, τα οποία θα ενίσχυαν τους
κατά τόπους Σταθμούς Χωροφυλακής, που είχαν αποδυναμωθεί, με κύρια αποστολή την
καταστολή του κομμουνισμού και την προστασία από επιθέσεις ανταρτών. Αυτά τα
άτομα ήταν οι λεγόμενοι τότε «άνευ θητείας χωροφύλακες», τα
οποία συγκρότησαν περίπου 19 τμήματα Ελλήνων εθελοντών και εντάχθηκαν αργότερα
στη δύναμη της Χωροφυλακής.
Τον Δεκέμβριο του 1942 η Ανώτατη Διοίκηση των
Καραμπινιέρων στη Καρδίτσα εξέδωσε διαταγή συνδρομής των δυνάμεων της τοπικής
Χωροφυλακής στις επιχειρήσεις κατά των ανταρτών.
Τότε το Υπουργείο Εσωτερικών, στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγονταν η Χωροφυλακή και η Αστυνομία Πόλεων, διαμαρτυρήθηκε έντονα στην Ανώτατη Διοίκηση των Ιταλών χωρίς αποτέλεσμα. Αλλά και αργότερα η γερμανική διοίκηση με απόφασή της, στις 10 Οκτωβρίου του 1943, ενέταξε τα Σώματα αυτά στη διοίκηση των Ες-Ες παρά την επίσης έντονη αντίδραση του υπουργείου, που προσπάθησε πλέον αυτή τη φορά ν΄ ανασυγκροτήσει την Πολιτοφυλακή, η οποία υφίστατο κατά την περίοδο του πολέμου 1940-1941.
Τότε το Υπουργείο Εσωτερικών, στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγονταν η Χωροφυλακή και η Αστυνομία Πόλεων, διαμαρτυρήθηκε έντονα στην Ανώτατη Διοίκηση των Ιταλών χωρίς αποτέλεσμα. Αλλά και αργότερα η γερμανική διοίκηση με απόφασή της, στις 10 Οκτωβρίου του 1943, ενέταξε τα Σώματα αυτά στη διοίκηση των Ες-Ες παρά την επίσης έντονη αντίδραση του υπουργείου, που προσπάθησε πλέον αυτή τη φορά ν΄ ανασυγκροτήσει την Πολιτοφυλακή, η οποία υφίστατο κατά την περίοδο του πολέμου 1940-1941.
Για τους Γερμανούς αποδείχθηκε πολύ πιο εύκολο και πιο αποτελεσματικό, αντί
να πολεμούν οι ίδιοι τους αντάρτες, να διαμορφώσουν συνθήκες, που θα οδηγούσαν
Έλληνες να χτυπούν Έλληνες. Κατέφυγαν σε δόλια μέσα. Και τη διαδικασία αυτή
τους την εξασφάλισαν τα Τάγματα Ασφαλείας.
Το 1943 υπήρξε έτος
καμπής τόσο για την εξέλιξη του πολέμου στα μεγάλα μέτωπα της ανατολικής
Ευρώπης και της Βορείου Αφρικής, μετά τις μεγάλες νίκες των συμμάχων έναντι των
δυνάμεων του Άξονα, όσο και για την ανάπτυξη του εγχώριου αντιστασιακού
κινήματος.
Στις αρχές του 1943, οι διεθνείς και εσωτερικές συνθήκες είχαν
αρχίσει να αλλάζουν ουσιαστικά σε βάρος του Αξονα.Διεθνώς συντελείτο ριζική
στροφή στην πορεία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μετά τη συντριβή των γερμανικών
δυνάμεων στο Στάλινγκραντ. Από την άλλη, διαφαινόταν ότι από μήνα σε μήνα η
Ιταλία θα κατέρρεε. Πράγματι, σττις 8 Σεπτεμβρίου του 1943 η Ιταλία συνθηκολό-
γησε. Παράλληλα, στην Ελλάδα, το ΕΑΜαναπτυσσόταν και ο ΕΛΑΣ είχε
συγκροτηθεί, ενώ τα πρώτα σημάδια μιας θυελλώδους ανάπτυξης και των δύο ήταν
πλέον ορατά.
Στην Αθήνα, το πρώτο τρίμηνο του 1943 σημαδεύτηκε από τις συνεχείς και
μαζικές διαδηλώσεις των κατοίκων ενάντια στο μέτρο της πολιτικής
επιστράτευσης, που στόχευε στην αποστολή χιλιάδων Ελλήνων πολιτών προς
εργασία στις παραγωγικές μονάδες της Γερμανίας. Μετά από τις αντιδράσεις αυτές
το μέτρο αποσύρθηκε δίνοντας στην οργανωμένη αντίσταση τη μεγαλύτερη μέχρι τότε
νίκη, γεγονός που κατέστησε το ΕΑΜ ως την ισχυρότερη
αντιστασιακή δύναμη. Κάτω από αυτήν την επικίνδυνη εξέλιξη, οι γερμανικές και
οι ιταλικές αρχές Κατοχής δέχτηκαν τον βασικό όρο του Ιωάννη Ράλλη, να
δημιουργηθούν τα Τάγματα Ασφαλείας.
Ο διορισμός του Ιωάννη Ράλλη σηματοδότησε την έναρξη των διαδικασιών για τη
δημιουργία ελληνικής ένοπλης δύναμης, με στόχο την αναχαίτιση του ΕΑΜ.
Τον Απρίλιο του 1943 δημιουργήθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας. Ο
λόγος που οδήγησε στη δημιουργία τους καταγράφεται σε επιστολή του Ιωάννη Ράλλη
προς το διοικητή της Βέρμαχτ στην Ελλάδα, στρατηγό Σπάιντελ, στις
20 Δεκεμβρίου 1943:
«Γνωρίζετε, Εξοχότατε, ότι η κυβέρνησή μου ανέλαβε με θάρρος τον αγώνα
εναντίον του κομμουνιστικού επαναστατικού κινήματος. Οι συνεχείς
προσπάθειές μου για στρατολόγηση και εξοπλισμό πιστών σωμάτων ασφαλείας, τα
οποία χρησιμοποιούνται ήδη εναντίον των κομμουνιστών στην πρωτεύουσα, σας είναι
επίσης γνωστές […]
Η κυβέρνησή μου δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει μέσα, όσο σκληρά και αν
πρέπει να είναι, εναντίον των οπλισμένων αναρχοκομμουνιστικών στοιχείων, που
πίστεψαν ότι βρήκαν ήδη την ευκαιρία για να μπορέσουν να επιβάλουν με τις
αιματηρές και δολοφονικές τους ενέργειες τις φριχτές αρχές τους στον άτυχο και
χειμαζόμενο ελληνικό λαό.»
Στις αρχές του 1943 οι ζυμώσεις μεταξύ των Γερμανών και των Ιταλών για το
διάδοχο του Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου βρίσκονταν στο αποκορύφωμα τους. Όλα
έδειχναν ότι οι κρούσεις που είχαν γίνει στον Ιωάννη Ράλλη για την ανάληψη της
πρωθυπουργίας θα είχαν ευτυχή κατάληξη παρά τους όρους που ο τελευταίος είχε
θέσει για να δεχτεί. Μεταξύ των όρων αυτών σημαντική θέση κατείχε η
πρόταση-απαίτηση του Ράλλη για την άμεση συγκρότηση τουλάχιστον τεσσάρων
ευζωνικών ταγμάτων, από τα οποία τα δύο θα παρέμεναν στην Αθήνα και τα άλλα θα
εγκαθίσταντο στη Θεσσαλονίκη. Ο Ι.Ράλλης θεωρούσε επιβεβλημένη κίνηση το
σχηματισμό αυτών ταγμάτων:
« Παρακληθείς παρά ταύτα επιμόνως να εκθέσω τους όρους μου, ανέφερον
τα εξής
[...]
4ον) Θα μοι επετρέπετο η άμεσος συγκρότησις δύο ευζωνικών ταγμάτων εν Αθήναις
πρώτον και δύο αμέσως κατόπιν εν Θεσσαλονίκη, ως σύμβολον της ελληνικής
κυριαρχίας και ίνα χρησιμεύσουν,όταν θα έπαυεν η κατοχή, ως πυρήν του μέλλοντος
στρατού.Δεδομένου δ'ότι είχεν κατασχεθή ως λεία πολέμου, όλον το πολεμικόν
υλικόν, θα μοι έδιδον το μέρος εκείνο του υλικού, το οποίονθα ήτο απαραίτητον
δια τον εξοπλισμόν της δυνάμεως ταύτης. Ωμίλησα απεριφράστως όσον αφορά τους
σκοπούς εις ούς απέβλεπον δια της συγκροτήσεως της μικράς αυτής δυνάμεως, διότι
αμφότεροι οι πληρεξούσιοι μοι είχον, ευθύς εξ αρχήςτης συνομιλίας μας, δηλώση,
ότι ούτε η Ιταλία, ούτε η Γερμανία απέβλεπον εις κατακτητικούς σκοπούς εν
Ελλάδι και ότι η κατοχή ήτο απλώς συνέπεια της πολεμικής δράσεως, η οποία θα
ήρετο ολοσχερώς ευθύς ως ήθελον εκλείψη οι προκαλέσαντες ταύτην απολύτως
στρατηγικοί λόγοι
5ον) Θα μοι εδίδετο ο αναγκαίος οπλισμός δια την χωροφυλακήν, ήτις είχε κατά το
μέγιστον αυτής μέρος αφοπλισθή.»
« Η συγκρότησις των Ταγμάτων εβασίσθη αρχικώς επί της εθελουσίας
κατατάξεως. Επειδή όμως παρετηρήθη ότι δι'αυτής επέτυχον να διεισδύσουν
στοιχεία επικίνδυνα και τινες κομμουνισταί (κατ'εντολήν των αρχηγών των)
ηθελήσαμεν να εφαρμόσωμεν το σύστημα των ατομικών προσκλήσεων. Εκεί όμως
ευρέθημεν πρό της επιμόνου αρνήσεως των Γερμανών, κατηγορούντων ημάς ότι
ηθέλαμεν ούτω επιτηδείως να παρασκευάσωμεν επιστράτευσιν, υπούλους κατ'αυτών
έχοντες σκοπούς. Ήρχισαν μάλιστα απεριφράστως να μας θέτουν το ερώτημα τί θα
έπραττον τα Τάγματα εν περιπτώσει αγγλικής αποβάσεως. Εννοείται ότι η απάντησίς
μας ήτο ότι δεν θα ελαμβάνομεν εις τοιαύτης φύσεως επιχείρησιν κατά των
Άγγλων,αφού ούτοι, εάν δεν ήσαν σύμμαχοί μας, πάντως δεν ήσαν εχθροί μας και
ότι ουδεμίαν κατά των Γερμανών εχθρικήν πράξιν θα προεβαίνωμεν, καθότι κατά την
γνώμην μας,ήτο εντροπή να στρέψωμεν τα όπλα τα οποία μας είχον δοθή υπ'αυτών,
κατ'αυτών.Και τέλος μετά πολλάς συζητήσεις και υπαναχωρήσεις, εδέησε να μας
επιτρέψουν την δια των στομικών προσκλήσεων κατάταξιν. Αλλά νέον τότε
παρουσιάσθη εμπόδιον. Η εξέγερσις των κληθέντων Ελλήνων και των οικείων των, οι
οποίοι, των Γερμανών αληθή δια τούτο επιδεικνυόντων ενθουσιασμόν, διεμαρτύροντο
εντόνως κατά του μέτρου μας, λέγοντες, ότι ούτω εκτίθενται οι οικείοι των
ευπόρων κυρίως νέοι (δεν εκάλεσα απόρους ίνα μην τους στερήσω των οικογενειών
των) διότι παρουσιάζονται θέλοντες, χάριν των περιουσιών των, τον εμφύλιον
σπαραγμόν. Ηναγκάσθην τότε να απευθύνω δριύτατας παρατηρήσεις εις τους κυρίους
αυτούς. Ίσως σήμερον να δικαιολογούν την επιμονήν μου και την αξίωσιν ήν είχον
όπως οι εύποροι, ως απολάβοντες και μεγαλυτέρων αγαθών, σπεύσουν προς τας
επάλξεις όχι δια να διατηρήσουν τας περιουσίας των, αλλά δια να σώσουν την
Ελλάδα.»
Στις 7 Απριλίου 1943 η κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη αρχίζει τη συγκρότηση των Ταγμάτων Οι
Γερμανοί, είχαν ανάγκη από ένοπλα σώματα, που θα τους βοηθούσαν στην καταστολή
της Αντίστασης, γι αυτό και η Βέρμαχτ έδωσε την έγκρισή της δια του Νόμου
260/1943, που εκδόθηκε στις 18 Ιουνίου του 1943 και
δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 180 Α'. Τα Τάγματα εξοπλίστηκαν αποκλειστικά
από τους κατακτητές και αμέσως μόλις συγκροτήθηκαν, έφτασαν στη Θεσσαλονίκη.
Οι Γερμανοί δεν εμπιστεύονταν ούτε ότι η Χωροφυλακή είναι καθαρή από
κομμουνιστές, γι αυτό και ο Ιωάννης Ράλλης εξόπλισε τους Εύζωνες,
τους τσολιάδες των Ανακτόρων, που μέχρι τότε ήταν άοπλοι και τους
παραχώρησε στους Γερμανούς1.
Στις 21 Ιουνίου 1943, τρεις ημέρες μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Νόμου
260 «περί συγκροτήσεως τεσσάρων Ευζωνικών Ταγμάτων», οι αστυνομικές αρχές της
Θεσσαλονίκης έλαβαν μέσω του τοπικού ελληνικού Φρουραρχείου το
σχετικό έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης «περί κατατάξεως εθελοντών οπλιτών εις
τα Ανεξάρτητα Τάγματα Ευζώνων κατόπιν της διαταχθείσης συγκροτήσεως τεσσάρων
Ανεξαρτήτων Ταγμάτων Ευζώνων (δύο εν Αθήναις και δύο εν Θεσσαλονίκη)».
Ανάμεσα στα απαιτούμενα δικαιολογητικά κατάταξης περιλαμβανόταν η
προσκόμιση του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων, ενώ οι υποψήφιοι δεν θα
έπρεπε να είχαν συμμετάσχει σε οργανώσεις ή ενέργειες αντεθνικές «στρεφομένας κατά του κρατούντος
Κοινωνικού Καθεστώτος».
Το σχέδιο Ράλλη εφαρμόστηκε μόνο κατά το ήμισυ, καθώς μέχρι τα τέλη του
χρόνου είχε ολοκληρωθεί η συγκρότηση των ταγμάτων στην περιοχή των Αθηνών, ενώ
στη συνέχεια το μέτρο αυτό επεκτάθηκε και στην επαρχία. Αντιθέτως, το σχέδιο
που προέβλεπε τη συγκρότηση δυο επιπλέον ταγμάτων στη Θεσσαλονίκη ματαιώθηκε.
Οι λόγοι της ματαίωσης δεν οφείλονταν στην επιδίωξη εφαρμογής μιας άλλης
πολιτικής από τους Γερμανούς στη Μακεδονία. Ο σχεδιασμός για την αντιμετώπιση
του εαμικού κινήματος ακολούθησε μια ενιαία γραμμή παρά τις κατά τόπους
διαφοροποιήσεις. Στην περίπτωση της Μακεδονίας οι Γερμανοί δεν επιθυμούσαν την
κρατική συμμετοχή, γεγονός που ενδεχομένως θα δυσαρεστούσε τους συμμάχους
Βουλγάρους. Εκτός αυτού, δεν είχαν λόγο να προστρέξουν στη βοήθεια των
«αναξιόπιστων» αξιωματικών και να θέσουν σε κίνδυνο τις ισορροπίες στην
περιοχή, τη στιγμή που υπήρχαν από ελληνικής πλευράς προτάσεις συνεργασίας,
κάποιες από τις οποίες συνδύαζαν το αντικομμουνιστικό μένος με την εμμονή στην
εθνικοσοσιαλιστική προοπτική της Ελλάδας.
Το πιο αποφασιστικό βήμα για τη συγκρότηση των Ταγμάτων Ασφαλείας έγινε με
την έκδοση της υπ' αριθμ. 15111 διαταγής, στις 16 Ιανουαρίου 1944,
του Γενικού Διοικητή του Στρατού Ξηράς του Υπουργείου Εθνικής Ασφαλείας, η
οποία φέρει την υπογραφή του Ιωάννη Ράλλη ως προέδρου του συμβουλίου και
υπουργού Εθνικής Άμυνας. Στα τέλη Οκτωβρίου του 1943, σε μυστική
σύσκεψη που πραγματοποίησαν μεγαλοβιομήχανοι και μεγαλομαυραγορίτες,
αποφασίστηκε να χρηματοδοτηθεί ο Ράλλης με μεγάλα χρηματικά ποσά για να
εξοπλίσει τα Τάγματα Ασφαλείας
Η διαταγή έλεγε:
«Η κυβέρνηση, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις Ασφαλείας του
κράτους, για να αντιμετωπήσει με σθένος όλα τα αναρχικά στοιχεία που είναι η
μάστιγα τόσο των πόλεων όσο και της υπα θρου. Έχοντας αυτόν τον στόχο σκοπεύει
να αυξήσει τις δυνάμεις της με τη δημιουργία αλλων ταγματων ευζώνων, έτσι ώστε
να ανταπεξέλθει στο έργο της διαλυσης του κομμουνισμού. Οι Έλληνες αξιωματικοί
θα πρέπει να είναι οι πρώτοι που θα συνεισφέρουν σε αυτό το εθνικό έργο της
κυβέρνησης». Στη συνέχεια καλούσε «όλους τους μόνιμους αξιωματικούς να δεχθούν
να συμμετάσχουν στην εθνική δέσμευση της κυβέρνησης»
Διέταζε δε:
«Αμέσως, με τη λήψη αυτής της εντολής, να καλέσετε όλους τους μόνιμους
αξιωματικούς υπό τις διαταγές σας και εκείνοι που είναι διατεθε ιμένοι να
καταταγούν στα Τάγματα Ασφαλείας να υποβάλουν σχετικές δηλώσεις. Οι δηλώσεις
αυτές πρέπει να υποβληθούν αμέσως σε εμάς (Γεν ική Διεύθυνση Δυνάμεων Ξηράς)
πριν από την 23η του τρέχοντος μηνός».
Το πρώτο Τάγμα Ασφαλείας, ή 1ο Τάγμα Ευζώνων, συγκροτήθηκε
τον Μάιο του 1943 και διοικητής του ανέλαβε ο Φωκίων
Διαλέττης. Όμως περί τα μέσα Ιουνίου αποφασίστηκε η συγκρότηση τεσσάρων
ακόμη ταγμάτων. Έτσι τον Ιούνιο, Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και μέχρι τον Δεκέμβριο
του 1943 δημιουργήθηκαν στην Αθήνα άλλα τέσσερα Ευζωνικά Τάγματα, με δυναμικό
300 οπλίτες και 20 αξιωματικούς έκαστο.Η επάνδρωσή τους γινόταν με αξιωματικούς
του στρατού, με υποχρεωτική κλήτευση νέων σειρών και αποστράτων αξιωματικών. Η
φρουρά του Αγνώστου αποτέλεσε το φυτώριο και για τα επόμενα τακτικά Ευζωνικά
Τάγματα, καθώς η βασική εκπαίδευση δινόταν εκεί και στη συνέχεια τα Τάγματα
έφευγαν για την ύπαιθρο, κυρίως δυτική Ελλάδα και Πελοπόννησο, όπου επιμέρους
τμήματά τους ίδρυσαν τοπικά Τάγματα. Για κάθε τάγμα ευζώνων προβλεπόταν δύναμη
600 ανδρών και 50 αξιωματικών, καθώς και ενός Γερμανού αξιωματικού
Η πρώτη μεγάλη επιχείρηση των Αθηναϊκών Ταγμάτων διεξάγεται το Νοέμβριο
του 1943 εναντίον των αναπήρων του Ελληνοιταλικού πολέμου.
Πάνω από 15.000 ήταν οι ανάπηροι πολέμου 1940-1941 που έμειναν στα
δεκαεννιά νοσοκομεία της Αθήνας. Ήταν η μεραρχία της Κρήτης που απομονώθηκε
στην Αθήνα, αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας που δεν μπορούσαν να πάνε
στα σπίτια τους γιατί τα τραύματά τους ήταν τέτοια που απαιτούσαν περίθαλψη
νοσοκομειακή.
Στην πλειοψηφία τους, οι ανάπηροι που είναι εγκατεστημένοι σε διάφορα
νοσοκομεία της Αθήνας, είναι οργανωμένοι στο Ε.Α.Μ δρώντας επικουρικά, και ως
κάλυψη των ενόπλων τμημάτων του Ε.Λ.Α.Σ. Πολλοί από αυτούς συλλαμβάνονται και
οδηγούνται στις φυλακές Χατζηκώστα.2 Οι μισοί από τους συλληφθέντες αναπήρους, θα
εκτελεστούν τμηματικά ως το τέλος της Κατοχής. Παρόμοιες επιθέσεις διεξάγονται
και αργότερα με επιδρομές των Ταγμάτων στην Κοκκινιά και στην Καλογρέζα τον
Μάρτιο του 1944. Οι επιδρομές αυτές καταλήγουν σε συλλήψεις ή και σε επι τόπου
εκτελέσεις. Σε γενικές γραμμές η κατάσταση στην Αθήνα, από την άνοιξη του 1944
έως την .Απελευθέρωση, χαρακτηρίζεται από συγκρούσεις των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ
με τα Τάγματα Ασφαλείας, που είτε διενεργούν αυτόνομες επιχειρήσεις, είτε
συνεπικουρούν τις Γερμανικές δυνάμεις στις δικές τους επχειρήσεις.
Το 2ο Ευζωνικό Τάγμα, που συγκροτήθηκε τον
Ιούνιο, μετακινήθηκε στην Πάτρα προκειμένου να αποτελέσει τον πυρήνα του 2ου
Συντάγματος Ευζώνων. Τα υπόλοιπα τέσσερα Ευζωνικά Τάγματα στην Αθήνα
συγκρότησαν το 1ο Σύνταγμα Ευζώνων Αθηνών, επικεφαλής του οποίου
τέθηκε ο Ι. Πλυτζανόπουλος.
Οι μονάδες αυτές καθώς και όσες δημιουργήθηκαν στη συνέχεια τέθηκαν υπό την
Ανωτάτη Διοίκηση Ευζωνικών Ταγμάτων του υπουργείου Εθνικής Αμύνης. Επικεφαλής
όλων των ταγμάτων αυτών ανέλαβε στις 25 Νοεμβρίου ο προαχθείς σε
υποστράτηγο Βασίλειος Ντερτιλής.
Τον Φεβρουάριο του 1944 ένας νέος νόμος προέβλεψε τη δυνατότητα επέκτασής τους στην επαρχία –
πρακτική που είχε ήδη αρχίσει να εφαρμόζεται στην πράξη, με την αποστολή των
πρώτων οργανωμένων στρατιωτικών πυρήνων από την πρωτεύουσα στη Χαλκίδα στις
29 Δεκεμβρίου 1943 και την Πάτρα στις 20 Ιανουαρίου 1944. Το ίδιο σχέδιο θα
χρησιμοποιηθεί στη συνέχεια για τη δημιουργία παρόμοιων μονάδων στο Αγρίνιο
στις 18 Φεβρουαρίου 1944, την Κόρινθο στις Απριλίου 1944, τον Πύργο στις 19
Μαϊου 1944 και τη Ναύπακτο στις 22 Ιουνίου 1944.Τελικά ιδρύθηκαν 9 ευζωνικά
τάγματα, συνολικής δύναμης 5.725 ανδρών 3.
Οι πρώτες μονάδες που δημιουργήθηκαν το Φθινόπωρο του 1943 στη Λακωνία και
σε μικρότερο βαθμό στην Καλαμάτα, την Ηλεία και
την Πάτρα, «κεχωρισμένως και τοπικιστικώς», ενοποιήθηκαν την άνοιξη
του 1944, ύστερα από ζυμώσεις «πατριωτικών κύκλων» της Αθήνας με την κυβέρνηση
Ράλλη, σε μια ενιαία οργανωτική δομή η οποία «τυπικώς μόνον» υπαγόταν στο
Υπουργείο Ασφαλείας της δοσίλογηςς κυβέρνησης.
Η ονομασία της ήταν «Β' Αρχηγείον Χωροφυλακής Πελοπονήσου», έδρα της ορίστηκε η Τρίπολη και επικεφαλής της
ανέλαβε στις 23 Μαρτίου του 1944 ο βασιλόφρων συνταγματάρχης Διονύσιος
Παπαδόγγονας.
Ο Διονύσιος Παπαδόγγονας, ήδη από το καλοκαίρι του 1943 είχε
πραγματοποιήσει επανειλημμένα διαβήματα προς τις ιταλικές και γερμανικές
κατοχικές αρχές, εισηγούμενος τον εξοπλισμό μιας δύναμης 1.000 «έμπιστων
εθνικοφρόνων» υπό τις διαταγές του για την καταπολέμηση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, οι οποίες
απερρίφθηκαν αρχικά, εξ αιτίας του φόβου ότι αυτή η δύναμη γρήγορα θα αφοπλιζόταν
από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Συνολικά οργανώθηκαν πέντε τέτοια Τάγματα Ασφαλείας, με έδρες την Τρίπολη,
τη Σπάρτη, το Γύθειο, το Μελιγαλά και τους Γαργαλιάνους, συνολικής δύναμης
4.000 ανδρών, με επι μέρους μονάδες ή φρουρές εγκαταστημένες σε πόλεις,
κωμοπόλεις και χωριά..
Επι μέρους εκδοχή αυτής της κατηγορίας θα πρέπει να θεωρηθεί το «Τάγμα
Χωροφυλακής Χανίων» που συγκροτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1944 με
απόφαση των τοπικών δοσιλογικών αρχών, διοικητή τον ταγματάρχη Δημήτριο
Παπαγιαννάκη και αποστολή, τυπικά μεν την καταστολή της ζωοκλοπής,
ουσιαστικά όμως την καταδίωξη των ανταρτών. Το «ελληνικό τμήμα διώξεως ανταρτών
Παπαγιαννάκη», όπως αναφέρεται στα γερμανικά έγγραφα της εποχής, αποτελούνταν
από 180-200 εθελοντές «χωροφύλακες άνευ θητείας» και ήταν η μοναδική περίπτωση
επιτυχίας των προσπαθειών που κατέβαλαν οι κατακτητές για τη δημιουργία μιας
ένοπλης, αντιαντάρτικης Αντικομμουνιστικής Οργανώσεως Κρήτης (ΑΟΚ) σε
όλο το νησί.
«Εθελοντικές» αντιεαμικές ένοπλες ομάδες συγκροτήθηκαν αυτόνομα κυρίως στην Αττική, σε
στενή συνεργασία με τα ευζωνικά τάγματα και την Ειδική Ασφάλεια αλλά χωρίς
υπαγωγή τους σε κάποιον ενιαίο διοικητικό μηχανισμό. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν η
40μελής «ομάδα ασφαλείας» κάποιου Κώνστα, που έδρασε στην περιοχή
Ασπρόπυργου-Χασιάς από τον Ιούλιο του 1944 και μετά, η ομάδα των αδερφών
Παπαγεωργίου στο Παγκράτι και η «Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος» (ΟΕΔΕ)
των Μανιάτη και Νικολάου στα Ιλίσσια.
Ανάλογες ομάδες θα δημιουργηθούν και σε διάφορα επαρχιακά κέντρα. Ενα
τυπικό παράδειγμα αποτελεί η «Πατριωτική Οργάνωσις Κεφαλληνίας», ΠΟΚ,
η οποία ιδρύθηκε στην Κεφαλονιά την Άνοιξη του 1944 από «τους πιο γνωστούς
κοινωνικούς παράγοντες του νησιού» κι άλλους «υπεύθυνους πολίτες», με κεντρικό
πυρήνα «μια ομάδα επιστημόνων κι επαγγελματικών του Αργοστολίου», και διέθετε
«μαχητικά τμήματα» από «ομάδες χωρικών», σύμφωνα με μια απολογητική
διατύπωση, ή «έξαλλα στοιχεία», που «έλαβαν όπλα από τους Γερμανούς σε
αγώνα ζωής ή θανάτου με τους ΕΛΑΣίτες με σκληρά αντίποινα». Μια άλλη παρόμοια
περίπτωση ένοπλης συνεργασίας ήταν αυτή των «Ενόπλων Δυνάμεων Νοτίου Νήσου» (ΕΟΝΝ)
στη Λευκάδα.
Τάγματα Ασφαλείας δημιουργήθηκαν και σε άλλες περιοχές
όπως στην Εύβοια 4, στην Ηπειρο,
στην Αιτωλοακαρνανία, στη Φθιώτιδα και αλλού.
Σύμφωνα με έκθεση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ, που καλύπτει την περίοδο
του Αυγούστου 1944, ο αριθμός των Ταγματασφαλιτών έφθανε τις 14.475, αριθμός
που υπολειπόταν του πραγματικού, ενώ, όταν η Κατοχή τελείωνε, ήταν κατά πολύ
περισσότεροι.
Ωστόσο δημιουργήθηκαν διάφορες ποικιλώνυμες οργανώσεις των Ταγματασφαλιτών
στη Μακεδονία και στη Θράκη, όπου κρατικός εκπρόσωπος ήταν ο
συνταγματάρχης Αθανάσιος Χρυσοχόου, γενικός επιθεωρητής των
Νομαρχιών της Βόρειας Ελλάδας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, που εκτός των άλλων
καθοδηγούσε τα Τάγματα Ασφαλείας, σε συνεργασία με τους Γερμανούς.
Άλλη μια κατηγορία ήταν οι αντιεαμικές πολιτικοστρατιωτικές οργανώσεις
μειονοτικών πληθυσμών, συγκροτημένες σε εθνική βάση και με
αλυτρωτικό-αποσχιστικό πρόγραμμα. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τους κομιτατζήδες
της «Οχράνα» και τους Τσάμηδες παραστρατιωτικούς της KSILIA
Οι πρώτοι σχημάτισαν το καλοκαίρι του 1944 τρία «Εθελοντικά Τάγματα
Ασφαλείας», από 2.500-3.500 ένοπλους Σλαβομακεδόνες των νομών Πέλλας,
Φλώρινας και Καστοριάς, με αρχικούς πυρήνες συγκροτημένους εκτός Ελλάδας
από το ΒΜΡΟ και πολιτικό πρόγραμμα τη δημιουργία μιας ενιαίας ανεξάρτητης
Μακεδονίας στα πλαίσια του Γ” Ράιχ. Ο απολογισμός του Σιμάνα θεωρεί αυτά τα
«τάγματα Βέρνερ», από το όνομα του γερμανού καθοδηγητή τους, Βέρνερ Χάϊντε, ως
κανονικά τάγματα ασφαλείας, ενώ παραλείπει να κάνει το ίδιο για τις ένοπλες
μονάδες της άτυπης «Εθνικής Αλβανικής Διοίκησης της Τσαμουριάς» (Keshill
Kombetar Shqiptar te amerise ή «Ξίλια») που είχε συσταθεί το 1942-1944 στη
Θεσπρωτία. Η τελευταία διέθετε οργανωμένη πολιτοφυλακή, η οποία συμμετείχε στις
επιχειρήσεις της Βέρμαχτ κατά των ανταρτών και η δύναμή της υπολογιζόταν από
τα στελέχη του ΕΑΜ μεταξύ 2.500 και 3.200 ενόπλων.
Μολονότι δημιουργημένα από την ιταλική κι όχι τη γερμανική στρατιωτική
διοίκηση, τα ένοπλα σώματα του «Αξονικού Μακεδονοβουλγαρικού Επαναστατικού
Κομιτάτου» της Καστοριάς, περίπου 1.600 άντρες, απ' τους οποίους το ένα τρίτο
ήταν ενταγμένο σε «κινητά αποσπάσματα» καταδίωξης των ανταρτών, ενώ οι
υπόλοιποι σε στατικές πολιτοφυλακές και της βλάχικης «Λεγεώνας», θα μπορούσαν
επίσης να υπαχθούν στην ίδια κατηγορία.
Αρκετά διαφορετική φαίνεται πως υπήρξε, από την άλλη, η περίπτωση των
-ως επί το πλείστον τουρκόφωνων- χωριών της Μακεδονίας που πήραν τα όπλα στο
πλευρό της Βέρμαχτ, αρχικά ως τμήματα της Π.Α.Ο κι εν συνεχεία ως «Εθνικός
Ελληνικός Στρατός». Η διαφορά δεν βρίσκεται τόσο στην επίσημη πολιτική και
ιδεολογία της κίνησης, της οποίας ηγετικά στελέχη ήταν οι Μιχάλαγας και
Κιτσά Μπατζάκ, που ταξίδεψαν το καλοκαίρι του 1944 στη Βιέννη ταυτιζόμενοι δημόσια
με τη συνολική πολεμική προσπάθεια του Γ' Ράιχ, όσο στην υπαρκτή διασύνδεσή της
με έναν ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό περίγυρο. Μια πτυχή αυτής της
διασύνδεσης ήταν η διατήρηση των σχέσεων εκπροσώπησης και διαμεσολάβησης στην
εκάστοτε κεντρική κρατική εξουσία των βαθιά συντηρητικών και κοινωνικοπολιτικά
περιχαρακωμένων τουρκόφωνων προσφυγικών κοινοτήτων από την παραδοσιακή τους
ηγεσία, που σε μεγάλο βαθμό ταυτίστηκε με την καθοδήγηση του ΕΕΣ. Μια άλλη
πτυχή της υπήρξε η διατήρηση των δεσμών της ηγεσίας του ΕΕΣ με το βασικό πλέγμα
της αντιεαμικής βορειοελλαδικής εθνικοφροσύνης (υπηρεσίες της Γενικής
Διοικήσεως Μακεδονίας, Εκκλησία, τοπικά δίκτυα του ΕΔΕΣ και υπολείμματα της
ΠΑΟ) και -μέσω αυτών- με τους Βρετανούς. Οι Βρετανοί θα ενσωματώσουν, την
τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, το Τάγμα Ασφαλείας Νιγρίτας του
αποκηρυγμένου από την «επίσημη» Π.Α.Ο,ταγματάρχη Σπυρίδη, στις δυνάμεις
του Συμμαχικού Αρχηγείου Μ. Ανατολής,προνομιακή μεταχείριση που δεν επιφύλαξαν
σε κανέναν άλλο ένοπλο δοσίλογο μηχανισμό.
Η κυριότερη διαφορά των Ταγμάτων Βόρειας Ελλάδας από τα Τάγματα
Ασφαλείας, που ιδρύθηκαν από την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη στην υπόλοιπη Ελλάδα,
έγκειται στην οργανωτική τους δομή: Παρά το γεγονός ότι ιδρύονται κι αυτά
για να ελέγξουν τις πόλεις και, ιδίως, την Επαρχία και να πολεμήσουν τον ΕΛΑΣ,
μοιάζουν περισσότερο με ασκέρια. Υπακούουν πιστά στον αρχηγό τους ο οποίος,
ακόμα κι αν είναι πρώην αξιωματικός του στρατού, συμπεριφέρεται ως οπλαρχηγός,
μοιράζοντας θέσεις και αξιώματα και, προπάντων, την εκάστοτε λεία. Αυτό είναι
το κοινό χαρακτηριστικό με τις συμμορίες που δρουν στη Θεσσαλονίκη, τους
κατόχους θέσεων στον διοικητικό μηχανισμό, τους πράκτορες και διάφορους
πολεμιστές : Οι υπόγειες διαδρομές πλουτισμού, η μαύρη αγορά, οι επιτάξεις
προϊόντων, η λεηλασία περιουσιών, το πλιάτσικο, οι εκβιασμοί, ο χρηματισμός, η
απομύζηση των κρατικών υπηρεσιών και των εσόδων του και, φυσικά, η ιδιοποίηση
των περιουσιών των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, φανερώνουν τους πραγματικούς
σκοπούς της στράτευσης, πίσω από τις ιδεολογικές διακηρύξεις.
Ο αντικομουνιστικός αγώνας, βέβαια, θα διασώσει πολλούς από αυτούς, μετά
την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα. Κάποιοι, είτε από πίστη είτε από
φόβο, έχοντας υποπέσει στις μεγαλύτερες βαρβαρότητες, φεύγουν μαζί τους,
παραμένουν στο πλευρό τους και συνεχίζουν μέχρι το τέλος του πολέμου τον «αγώνα
τους». Κάποιοι εξαφανίζονται στη μεταπολεμική Ευρώπη ή τη Νότια Αμερική. Οι
περισσότεροι επιστρέφουν απλώς στον τόπο καταγωγής τους, ούτε καν κρύβονται -
αντίθετα, προστατεύονται από την αστυνομία, κι έπειτα κατατάσσονται στην Εθνοφυλακή,
στις ΜΑΥ, στις ΜΑΔ 5 και αργότερα
στον Εθνικό Στρατό.
Ο Ιωάννης Ράλλης ενθαρρύνει μικτό απόσπασμα από
αξιωματικούς
της Ειδικής Ασφάλειας, αστυφύλακες και
ταγματασφαλίτες
|
Δ.Ε.Α.Κ
Η Χωροφυλακή στο προσκήνιο
Η Δ.Ε.Α.Κ, Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας του Κράτους, ήταν
ένα ειδικό τμήμα της Ελληνικής Χωροφυλακής που δημιουργήθηκε για τη διάλυση των
κομμουνιστικών οργανώσεων και τη σύλληψη των κομμουνιστών σε ολόκληρη την
Ελλάδα. Στη διάρκεια της Κατοχής συνεργάστηκε άμεσα με τις κατοχικές δυνάμεις
και συμμετείχε σε μπλόκα που έγιναν σε διάφορες περιοχές της Αθήνας με
εκατοντάδες θύματα καθώς και σε συλλήψεις, βασανιστήρια (με ιδιαίτερα βάρβαρο
τρόπο) και εκτελέσεις μελών αντιστασιακών οργανώσεων. Επισήμως διαλύθηκε στις
28 Σεπτεμβρίου του 1944.
Δημιουργήθηκε αρχικά ως Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας Αθηνών από τον
Ελευθέριο Βενιζέλο το Φεβρουάριο του 1929 με σκοπό τη σύλληψη
κομμουνιστών στην πρωτεύουσα. Μετά την επιβολή της μεταξικής δικτατορίας
μετονομάστηκε σε Διεύθυνση Ειδικής Ασφαλείας του Κράτους, απέκτησε διευρυμένες
αρμοδιότητες και επικεφαλής της ορίστηκαν ανώτατοι αξιωματικοί της χωροφυλακής.
Στα μέσα του 1943 έφεδροι αξιωματικοί της χωροφυλακής
ανακλήθηκαν στην ενεργό δράση από τον κατοχικό πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη
προκειμένου να «δώσουν εις την Ασφάλειαν νέον ρυθμόν συνεργασίας με τον κατακτητήν». Διευθυντής της ορίστηκε ο απότακτος
συνταγματάρχης Αλέξανδρος Λάμπου που παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι την επίσημη
διάλυση της διεύθυνσης ενώ τον Ιανουάριο του 1944 υποδιοικητής ορίστηκε ο
συνταγματάρχης, και μεταπολεμικά στρατηγός, Αναστάσιος Πάτερης.
Η Ειδική Ασφάλεια χαρακτηριζόταν από λειτουργική αυτοτέλεια. Οι
υπηρετούντες σε αυτήν είχαν δημιουργήσει μικρές ομάδες στις οποίες επικεφαλής
ήταν κυρίως ανθυπομοίραρχοι, ανθυπασπιστές και υπενωματάρχες οι οποίοι και
είχαν την πραγματική εξουσία σε αντίθεση με τους ανώτερους αξιωματικούς της
χωροφυλακής που είχαν τυπική μόνο εξουσία στις εν λόγω ομάδες. Οι ομάδες αυτές
είχαν συχνά το όνομα των επικεφαλής τους. Έτσι υπήρχε η «Ομάδα Καίσαρη» με
επικεφαλής τον μοίραρχο Νικόλαο Καίσαρη, η «Ομάδα Παρθενίου» με επικεφαλής τον
ανθυπασπιστή Ευσέβιο Παρθενίου, η «Ομάδα Παναγιωτόπουλου» με επικεφαλής τον
ανθυπασπιστή και στη συνέχεια ανθυπομοίραρχο Αντώνιο Παναγιωτόπουλο κ.α. Ο
ακριβής αριθμός όσων συμμετείχαν στην Ειδική Ασφάλεια δεν είναι γνωστός. Μεταξύ
των ατόμων πάντως που είχαν ενταχθεί στην Ειδική Ασφάλεια στη διάρκεια της
κατοχής ήταν και κοινοί εγκληματίες. Η επίσημη ιδιότητα των ανδρών της Ειδικής
ήταν χωροφύλακες άνευ θητείας.
Στις 7 Οκτωβρίου του 1943 μεταφέρθηκαν από το 4ο
Γραφείο της Ειδικής Ασφάλειας στις Φυλακές Χατζηκώνστα,2 ορισμένοι κομμουνιστές, που είχαν συλληφθεί τις
προηγούμενες ημέρες από άνδρες της Ειδικής. Η κατάσταση μέσα και έξω από τις
φυλακές, που η φύλαξή τους ήταν αρμοδιότητα της Ειδικής Ασφάλειας, ήταν εκείνες
τις μέρες τεταμένη. Όταν ο Ταβουλάρης απαγόρευσε το
επισκεπτήριο οι νέοι κρατούμενοι προχώρησαν σε έντονες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας
και σε απεργία πείνας με αποτέλεσμα να οξυνθεί περισσότερο η κατάσταση.
Το πρωί της 10ης Οκτωβρίου συγκεντρώθηκαν έξω από τις
φυλακές συγγενείς των κρατουμένων, που απαιτούσαν να τους δουν. Σύμφωνα με τις
καταθέσεις της φρουράς, οι κρατούμενοι προσπάθησαν κάποια στιγμή να σπάσουν την
καγκελόπορτα του θαλάμου και έτσι στο σημείο έσπευσε ο μοίραρχος και διοικητής
των φυλακών Γεώργιος Χατζηκώστας και οι ανθυπομοίραρχοι Παναγιώτης Σοϊμοίρης
και Νικόλαος Σημαιάκης. Συγχρόνως ασφαλίστηκε η κύρια είσοδος των φυλακών και
όλη η φρουρά κλήθηκε στα όπλα. Ο Χατζηκώστας ισχυρίστηκε ότι αρχικά προσπάθησε
να μιλήσει στους εξεγερμένους αλλά χωρίς αποτέλεσμα και τότε πήρε από τα χέρια
του υπενωματάρχη Δασκαλάκη το όπλο του και πυροβόλησε δύο φορές στον αέρα για
εκφοβισμό. Και η ενέργεια του αυτή όμως δεν είχε και πάλι αποτέλεσμα καθώς
σύμφωνα με τον ίδιο τον Χατζηκώστα «αποθρασυνθέντων έτι περισσότερον και εις
επίμετρον φωνασκούντων και λοιδορούντων τον υποφαινόμενον διά την φράσιν άσε ρε
τους θεατρινισμούς και σας ξέρουμε, οπότε ευρέθην εις την αναπόδραστον ανάγκην
εμού και των υπ' εμέ ανδρών να κάμω πραγματική χρήσιν των πυρών μόνος». Ο
Χατζηκώστας πυροβόλησε τέσσερις φορές στο σωρό από κοντινή απόσταση με
αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους ο Χρήστος Μάλλιαρης και ο Κωνσταντίνος
Αργέντης και να τραυματιστούν άλλοι τρεις κρατούμενοι. Στις διαμαρτυρίες
επιτροπής συγγενών των κρατουμένων για τις εν λόγω δολοφονίες ο Ιωάννης Ράλλης
απάντησε ότι δε δέχεται καμία συζήτηση για τη δράση της Ειδικής Ασφάλειας.. Από
τις φυλακές Χατζηκώνστα επιλέγονταν κατά τακτά χρονικά διαστήματα κρατούμενοι
που παραδίδονταν στους Γερμανούς για εκτέλεση. Η Ειδική Ασφάλεια στην περίοδο
της Κατοχής συνεργάστηκε με τα SS, την Μυστική Αστυνομία
(Sicherheitspolizei/SiPo) και την Υπηρεσία Ασφαλείας (Sicherheitsdienst/SD).
Κυρίως από την άνοιξη του 1944 και μετά τα αποσπάσματα της Ειδικής άρχισαν
να συγκρούονται σε κανονικές μάχες με τον Ε.Λ.Α.Σ ενώ συμμετείχαν και σε μπλόκα
όπως π.χ. στο μπλόκο της Καλογρέζας στις 15 Μαρτίου του 1944. Οι βιαιότητες των
μελών της στη διάρκεια των μπλόκων ήταν αποτέλεσμα και της ανεξαρτησίας δράσης
της αλλά και της προκλητικής της ασυλίας που έχαιραν τα μέλη της. Μπορούσαν να
προβαίνουν σε συλλήψεις και προφυλακίσεις χωρίς γραπτές εντολές καθώς αρκούσε
προφορική εντολή του Λάμπου. Μολονότι υπήρχε κανονισμός που απαγόρευε στους
άνδρες της Χωροφυλακής να συγκροτούν εκτελεστικά αποσπάσματα, άνδρες της
Ειδικής, στις 22 Απριλίου του 1944, εκτέλεσαν χωρίς προηγούμενη δικαστική
απόφαση 17 κρατούμενους στο προαύλιο της Σχολής Χωροφυλακής. Από τα μέσα του
1944 τα βασανιστήρια και οι θανατώσεις κρατουμένων στα γραφεία της Ειδικής στην
οδό Ελπίδος 5 και στο ανακριτικό της τμήμα, που στεγαζόταν στο ξενοδοχείο
Κρυστάλ, ήταν πολύ συχνό φαινόμενο.
Πάντως, και μολονότι ο κύριος σκοπός της Διεύθυνσης Ειδικής Ασφαλείας του
Κράτους ήταν οι διώξεις και οι συλλήψεις κομμουνιστών, η Ειδική Ασφάλεια
στράφηκε και εναντίον οργανώσεων μη κομμουνιστικών, όπως η οργάνωση της Λέλας
Καραγιάννη6 και η οργάνωση «Υβόννη»7
Ε.Ε.Ε.
Εθνική Ένωσις Ελλάς
Η οργάνωση Εθνική Ένωσις Ελλάς, ήταν το πρώτο φασιστικό
κόμμα στην Ελλάδα. Είχε ιδρυθεί στη Θεσσαλονίκη από τον συνταγματάρχη Πέτρο
Γρηγοράκη με τη μορφή πολιτικού συλλόγου και είχε παραρτήματα σε
πολλές πόλεις. Οικονομικά στηριζόταν σε φιλοβενιζελικούς. Είχε συνεργασθεί
φανερά με τους Γερμανούς, μόλις κατέλαβαν τη Ελλάδα, αλλά αργότερα οι Γερμανοί
τη διέλυσαν. Επανεμφανίστηκε το 1944, με αρχηγό τον Κ. Γούλα, ως
στρατιωτική οργάνωση και έδρασε επίσης στη Θεσσαλία. Στον Βόλο, ως αρχηγός
της Ε.Ε.Ε. φερόταν ο γιατρός Νικόλαος Γεκενίδης, ενώ
στη Λάρισα ως προσωρινός πρόεδρος εμφανιζόταν ο δικηγόρος Βασίλειος
Σχινάς, έμπιστος διερμηνέας των Γερμανών, και μέλος της ο υπάλληλος του
υγειονομικού κέντρου Τσιριγκάκης. Σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε
στην κατοχική εφημερίδα «Λαρισαϊκός Τύπος» με τίτλο «Οι σκοποί του σημερινού αγωνα»,
ο πρόεδρός της Βασίλειος Σχινάς εξέθεσε τον σκοπό της οργάνωσης ως εξής:
«0 επαναστατικός αγών
τον οποίον ήρχισαν από τινων μηνών τα εθελοντικά σώματα εν συνεργασία μετά των
εν Ελλάδι γερμανικών δυνάμεων αποβλέπει εις δύο σκοπούς: 1) εις την εξαφάνισιν
του κομμουνισμού διά των όπλων και της προπαγάνδας και 2) εις τον προσανατολισμόν
των Ελλήνων εις τας αρχάς του Εθνικοσοσιαλισμού»
Η Εθνική Ένωσις Ελλάς, τα «Τρία Έψιλον» όπως συνήθως
λεγόταν, συγκροτήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1924, αλλά επί τρία χρόνια
λειτουργούσε ως μυστική οργάνωση. Στο προσκήνιο της πολιτικής και κοινωνικής
ζωής της συμπρωτεύουσας εμφανίστηκε τον Ιανουάριο του 1927.Το καταστατικό της
συντάχθηκε την 20η Ιανουαρίου 1927 και η οργάνωση αναγνωρίστηκε από το
Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης την 5η Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου.
Με βάση το ιδρυτικό καταστατικό της, μέλη της μπορούσαν να γίνουν μόνον
όσοι ήταν χριστιανοί ελληνικής καταγωγής. Τα γραφεία της βρίσκονταν στην οδό
Πανταζίδου 8. Πρόεδρός της ήταν ο εμποροράφτης Γεώργιος Κοσμίδης. Σύμφωνα με
όσα δήλωσε στη Βουλή ο Λεωνίδας Ιασωνίδης, υπουργός Προνοίας στην τελευταία
κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου, «ο Κοσμίδης εις την Κωνσταντινούπολιν ήτο
ένας δυνατός εθνικός παράγων και εδώ βγάζει το ψωμί του με τον ιδρώτα του»
Κατά την πρώτη περίοδο λειτουργίας της η Ε.Ε.Ε. δεν είχε τη λαϊκή απήχηση
που ανέμεναν οι ιδρυτές της, αφού στα τέλη του 1929 τα μέλη της, οι
«τριεψιλίτες» όπως αποκαλούνταν, δεν υπερέβαιναν τα 200. Από την αρχή της
συγκρότησής της έγινε φανερό ότι η οργάνωση στρεφόταν εναντίον των Εβραίων και
των κομμουνιστών. Σε προκήρυξη που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1927 η Ε.Ε.Ε.
απέδιδε στους εβραϊκούς κύκλους τόσο το «θόρυβο» για την αυτονόμηση της
Μακεδονίας όσο και την άνοδο των ποσοστών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας
στη Θεσσαλονίκη κατά τις εκλογές του 1926. Στις αρχές του 1929 ο Γ. Κοσμίδης
μοίρασε ένα κείμενο, με το οποίο καλούσε τους Έλληνες χριστιανούς της
συμπρωτεύουσας να μη συναλλάσσονται με τους Εβραίους εμπόρους της πόλης,
κηρύσσοντάς τους «οικονομικό πόλεμο». Ύστερα από παρέμβαση της εβραϊκής
κοινότητας η Εισαγγελία τον παρέπεμψε σε δίκη με την κατηγορία ότι εξήπτε τα
πάθη και καλλιεργούσε τη διχόνοια μεταξύ των κοινοτήτων.
Την 1η Δεκεμβρίου 1929 συγκλήθηκε Γενική Συνέλευση της
Ε.Ε.Ε. με τη συμμετοχή 155 μελών και με θέμα την τροποποίηση του καταστατικού
της. Στο νέο καταστατικό προβλέπονταν μεταξύ των άλλων:
Η ίδρυση λέσχης, εντευκτηρίου και γραφείου ευρέσεως
εργασίας για τα άνεργα μέλη της οργάνωσης.
Η παροχή οικονομικών βοηθημάτων στα άπορα μέλη της.
Η ανάγκη διάδοσης και στήριξης των ελληνικών προϊόντων.
Η συγκρότηση παραρτημάτων της οργάνωσης σε περιοχές
εντός και εκτός της Θεσσαλονίκης.
Η συνεργασία με άλλες οργανώσεις που έδρευαν στη
Θεσσαλονίκη και είχαν παρόμοιες επιδιώξεις.
Η σημαντικότερη όμως διάταξη ήταν αυτή στην οποία αναφερόταν ότι η Ε.Ε.Ε.
όφειλε να συμβάλει στην τόνωση του εθνικού συναισθήματος με οργανωμένες και
μαζικές εμφανίσεις των μελών της σε δημόσιους χώρους (παρελάσεις , επισκέψεις
σε άλλες πόλεις κ.λπ.), αλλά και με την αντιμετώπιση – με νόμιμα μέσα – της
προπαγάνδας που υπονόμευε τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη της πατρίδας, της
θρησκείας και της οικογένειας. Το έμβλημα/σύμβολο της «Εθνικής Ενώσεως Ελλάς»
ήταν ο δικέφαλος αετός και το σύνθημα «Ελλάς ξύπνα».
Με τη βαθμιαία αύξηση των μελών της η Ε.Ε.Ε. έλαβε χαρακτήρα
παραστρατιωτικής οργάνωσης. Οι «Τριεψιλίτες» φορούσαν κίτρινα/χακί πουκάμισα με
περιβραχιόνιο, πάνω στο οποίο ήταν τυπωμένα τα αρχικά και το σύμβολο της
οργάνωσης, γραβάτα, μαύρες μπότες και χαλύβδινα κράνη – απ’ όπου προήλθε και το
προσωνύμιό τους «χαλυβδόκρανοι» – ενώ στις δημόσιες εμφανίσεις
τους συχνά κρατούσαν γκλομπ. Επίσης, σε μεταγενέστερη μυστική εγκύκλιο, η οποία
αργότερα δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΝΕΑ στο φύλλο της 12ης
Δεκεμβρίου 1931, προβλεπόταν η οργάνωση των μελών της σε τμήματα και σε τομείς
και αναγνωριζόταν η «ανάγκη πειθαρχίας και η ανάγκη όπως δηλώσωσι τα μέλη
αφοσίωσιν διά της εμπράκτου αλληλεγγύης και διά της ζωηράς δράσεως κατά των
εχθρών της πατρίδος».
Από το 1930 και εξής τα μέλη της «Εθνικής Ενώσεως Ελλάς» πολλαπλασιάστηκαν,
ενώ παραρτήματά της δημιουργήθηκαν σε διάφορες συνοικίες της Θεσσαλονίκης αλλά
και σε άλλες περιοχές, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα. Τούτο οφειλόταν σε τρεις
λόγους:
- Στην αντικομμουνιστική εκστρατεία που «κήρυξε» το 1929 η κυβέρνηση του
Ελευθερίου Βενιζέλου με την ψήφιση του νόμου «περί μέτρων ασφαλείας του
κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών», του γνωστού ως «Ιδιώνυμου».
Επειδή οι «Τριεψιλίτες» αντιμάχονταν τον κομμουνισμό, είχαν την ανοχή και
πολλές φορές την έμπρακτη στήριξη του κρατικού μηχανισμού.
- Στην οικονομική κρίση που από το 1931 έπληξε ως επί το πλείστον τα
φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
- Στην προπαγάνδα που ασκούσε υπέρ της συγκεκριμένης εθνικιστικής οργάνωσης
μια μερίδα του ημερήσιου Τύπου. Για παράδειγμα, αρθρογράφος εφημερίδας της
Θεσσαλονίκης έγραφε την 27η Οκτωβρίου 1930 με αφορμή την παρέλαση «τριεψιλιτών»
κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο απελευθέρωσης της πόλης:
«Παρήλασαν χθες τα τρία έψιλον, μια οργάνωσις ισχυρά και πολυπληθής, η
Εθνική Ένωσις Ελλάς […]. Η παρέλασις ήτο επιβλητική και ενθουσιώδης. Τα μέλη
που αποτελούν αυτήν την Οργάνωσιν διέσχισαν με το λάβαρον και με τα σήματά των
τους δρόμους της πόλεως και έδωσαν εις ιδικούς μας άφρονας και εις ξένους να
εννοήσουν καλά ότι η ζωτικότης δεν έλειψεν από την Ελλάδα. Εύγε τους!».
Τον Ιούνιο του 1931 η «Εθνική Ένωσις Ελλάς» έγινε γνωστή στο πανελλήνιο εξ αιτίας των
δραματικών γεγονότων που συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη και στα οποία πρωτοστάτησαν
μέλη της. Με αφορμή την αποκάλυψη ότι ο πρόεδρος του εβραϊκού αθλητικού
σωματείου «Μακάμπι» Θεσσαλονίκης Ισαάκ Κοέν συμμετείχε τον Αύγουστο του 1930 σε
συνέδριο της «Μακεδονικής Επιτροπής» στη Σόφια, όπου προπαγανδίστηκε από
βουλγαρικούς κυρίως κύκλους η ιδέα για τη δημιουργία αυτόνομου Μακεδονικού
κράτους, τα εθνικιστικά σωματεία της συμπρωτεύουσας, με επικεφαλής την Ε.Ε.Ε.,
κινητοποιήθηκαν, για να αποδοκιμάσουν την αντεθνική στάση του Διοικητικού
Συμβουλίου της «Μακάμπι». Οι εξηγήσεις που δόθηκαν τότε από μέρους της εβραϊκής
κοινότητας ηρέμησαν την κατάσταση. Ένα όμως χρόνο αργότερα, το 1931, νεότερες
αποκαλύψεις για το ζήτημα αυτό όξυναν τα πνεύματα.
Στις 24 Ιουνίου 1931 η «Εθνική Παμφοιτητική Ένωσις»
Θεσσαλονίκης κυκλοφόρησε φυλλάδια, με τα οποία καλούσε τους Θεσσαλονικείς να
μποϋκοτάρουν τους Εβραίους εμπόρους της πόλης.
Το απόγευμα της 24ης Ιουνίου φοιτητές μέλη της ΕΠΕ, πέταξαν προκηρύξεις στα
εβραϊκά καταστήματα της συμπρωτεύουσας. Οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης αντέδρασαν
και συνεπλάκησαν με τους φοιτητές στην περιοχή του Βαρδάρη, στην Ερμού, στη
Βενιζέλου και αλλού. Δύο μέλη της ΕΠΕ, ο Εύθυμης Καρπαθούσης και ο Βασίλης
Σκουβαλής, συνελήφθησαν από την αστυνομία αλλά αφέθηκαν σύντομα ελεύθεροι μετά
από παρέμβαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΠΕ.
Ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον αστυνόμο Γαβριλάκη και τον
διαμερισματάρχη Γιουλούντρα, κατέλαβαν τα επίκαιρα σημεία της πόλης για να
αποτρέψουν την κλιμάκωση των επεισοδίων. Στο γνωστό ζαχαροπλαστείο του Φλόκα
απαγόρευσαν στα μέλη της ΕΠΕ να μοιράσουν προκηρύξεις, ενώ ο πρύτανης του
Πανεπιστημίου Βογιατζίδης ανέκρινε τους φοιτητές που συμμετείχαν στη διανομή
των φυλλαδίων. Οι Εβραίοι προσπάθησαν να σταματήσουν την κυκλοφορία των
προκηρύξεων και νέοι της Μακάμπι συγκρούστηκαν με φοιτητές και μέλη της Ε.Ε.Ε,
που έσπευσαν να επωφεληθούν από την κατάσταση.
Μόλις ο γενικός διοικητής Μακεδονίας Στυλιανός Γονατάς πληροφορήθηκε τα
επεισόδια, διέταξε την κατάσχεση των φυλλαδίων και τη σύλληψη των πρωταιτίων.
Εντούτοις, ένα μανιασμένο πλήθος από χαλυβδόκρανους και άλλους εθνικιστές
διαδήλωσε την πρόθεση του να συνεχίσει τον αγώνα, έχοντας προηγουμένως
εξασφαλίσει τη συμπαράσταση των περισσότερων φορέων της πόλης.
Την επόμενη μέρα η Χωροφυλακή, για να αποτρέψει επεισόδια μεταξύ
φοιτητών και Εβραίων, έλαβε αυστηρά μέτρα τάξης. Όταν όμως κατά το βράδυ
αποσύρθηκαν οι αστυνομικές δυνάμεις από το κέντρο της πόλεως, ένας
φανατισμένος όχλος από 200 άνδρες της ΕΠΕ, της ΕΕΕ και εφέδρων αξιωματικών,
επιτέθηκε στα γραφεία της Μακάμπι που βρίσκονταν στη διασταύρωση των οδών
Καραϊσκάκη και Πραξιτέλους. Οι επιτιθέμενοι, αφού εκραύγασαν διάφορες
κατηγορίες και συνθήματα όπως "εργάζεσθε προδοτικώς και ήλθαμε να
εκδικηθούμε", άρχισαν να σπάζουν πόρτες, γραφεία και παράθυρα. Ο εμπρησμός
του οικήματος αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή από διερχόμενους αστυφύλακες του
2ου Αστυνομικού Τμήματος, ενώ συνελήφθηκαν δύο εθνικιστές εργάτες, οι Νικ.
Γιαγκάς και Αριστείδης Αποστόλου, που έλαβαν μέρος στα επεισόδια.
Τα εβραϊκά σωματεία της Θεσσαλονίκης ζητούσαν από το Γενικό Διοικητή
Μακεδονίας Σ. Γονατά τη διάλυση των εθνικιστικών οργανώσεων της πόλης. Με τη
σειρά τους οι εθνικιστικές οργανώσεις ζητούσαν τη διάλυση της «Μακάμπι». Η
κατάσταση ήταν έκρυθμη. Οι συγκρούσεις μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών κατοίκων
της Θεσσαλονίκης καθημερινά αυξάνονταν. Η Χωροφυλακή και η Εισαγγελία είχαν
πληροφορίες ότι επρόκειτο να γίνουν επιθέσεις εναντίον των εβραϊκών συνοικισμών
– ως αντίποινα για τις επιθέσεις που είχαν κάνει οι Εβραίοι στην περιοχή του
Χαριλάου- και γι’ αυτό είχαν σταλεί για την προστασία τους ισχυρές αστυνομικές
και στρατιωτικές δυνάμεις. Παρά ταύτα τα τραγικά γεγονότα δεν αποτράπηκαν.
Στις 29 Ιουνίου στην πόλη επικρατούσε γενικός αναβρασμός. Μια ομάδα χριστιανών
δέχθηκε επίθεση στον εβραϊκό συνοικισμό Χαριλάου αρ. 6 από Εβραίους οπλισμένους
με λοστούς και ρόπαλα. Πέντε άτομα τραυματίστηκαν, οι περισσότεροι Χριστιανοί,
ενώ διάχυτος υπήρχε ο φόβος για περαιτέρω ταραχές.
Για τα γεγονότα αυτά παραπέμφθηκαν σε δίκη 26 άτομα. Μεταξύ αυτών ήταν ο
Πρόεδρος και ο Γενικός Γραμματέας της Ε.Ε.Ε., οι οποίοι κατηγορούνταν για
«ηθική αυτουργία». Η δίκη τους έγινε στο Κακουργιοδικείο Βέροιας 8 τον Απρίλιο του 1932. Η ετυμηγορία
των ενόρκων ήταν αθωωτική για τους κατηγορούμενους. Ένας από τους
συνηγόρους υπεράσπισης μάλιστα έφτασε στο σημείο να δηλώσει ότι «αν πριν
από την πυρπόληση του συνοικισμού Κάμπελ η Ε.Ε.Ε. είχε 12 παραρτήματα και 3.000
μέλη, τώρα έχει 27 παραρτήματα και 7.000 μέλη».
Μετά τους Εβραίους ήρθε η σειρά των συνδικαλιστών να «γνωρίσουν» τη
βιαιότητα της «Εθνικής Ενώσεως Ελλάς». Τη 17η Αυγούστου 1932 μέλη της οργάνωσης
έκαναν ένοπλη επιδρομή στο σωματείο οικοδόμων Θεσσαλονίκης τραυματίζοντας
σοβαρά τον γραμματέα του Χρ. Παπαδόπουλο και τον οικοδόμο Χ. Σταμπουλίδη, ο
οποίος ξεψύχησε την επόμενη μέρα.
Γενικά κατά τη διετία 1931 – 1932 η «Εθνική Ένωσις Ελλάς» είχε την αμέριστη
στήριξη της κυβέρνησης Βενιζέλου. Στη συνεδρίαση της Βουλής τη 10η Δεκεμβρίου
1931 ο βουλευτής Μιχαήλ κατήγγειλε τους τραμπουκισμούς της οργάνωσης
λέγοντας ότι κανείς πολίτης δεν μπορούσε να βρει δουλειά, αν δεν ήταν μέλος της.
Περισσότερο καυστικός ήταν ο αρχηγός της «Δημοκρατικής Ενώσεως» Αλέξανδρος
Παπαναστασίου, ο οποίος κατέκρινε την κυβέρνηση για τη στήριξη που παρείχε στην
Ε.Ε.Ε.. Υπέρμαχοί της όμως ήταν ο υπουργός Ιασωνίδης, ο Διοικητής Μακεδονίας
Στ. Γονατάς και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Απαντώντας στις αιτιάσεις του Α.
Παπαναστασίου ο Γονατάς έπλεξε το εγκώμιο της Ε.Ε.Ε.: «ο σκοπός της οργανώσεως αυτής είναι η
εξύψωσις του εθνικού φρονήματος, η τόνωσις του θρησκευτικού συναισθήματος, η
εδραίωσις των θεμελίων της ελληνικής οικογένειας και η προστασία των εγχώριων
προϊόντων».
Μετά τις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933 και το σχηματισμό της κυβέρνησης
του Παναγή Τσαλδάρη η κυβερνητική στήριξη προς την Ε.Ε.Ε.
αυξήθηκε, δεδομένου ότι στο «Λαϊκό» κόμμα είχε περισσότερα ερείσματα. Έτσι τον
Ιούνιο του 1933 η Ε.Ε.Ε. έκανε επίδειξη δύναμης αυτή τη φορά στην Αθήνα.
Στις 20 Ιουνίου διανεμήθηκε στον τοπικό Τύπο το ακόλουθο
ανακοινωθέν των μελών της "Ε.Ε.Ε":
"Ανακοινούται ότι η από μηνών εξαγγελθείσα κάθοδος των μελών της ΕΕΕ
Θεσσαλονίκης μετά αντιπροσωπειών των απανταχού της Ελλάδος παραρτημάτων αυτής,
πραγματοποιείται οριστικώς το εσπέρας του προσεχούς Σαββάτου 24ην τρέχοντος, με
επιστροφήν την πρωίαν της Τρίτης, 27η Ιουνίου. Δια της καθόδου ταύτης, ήτις
πρόκειται να προσλάβη τον χαρακτήρα Πανελληνίου Εθνικού συναγερμού, εκπληρούται
η ζωηρά επιθυμία της ΕΕΕ όπως τρανωσουν την ευγνωμοσύνη αυτών προς τους αφανείς
εργάτας του μεγαλείου της ελληνικής πατρίδος δια της στέψεως του Ηρώου αυτών.9Πάσα αντίθετος διάδοσις οποθενδήποτε προερχομένη είτε
περί τον χρόνο της μεταβάσεως και επιστροφής ή τον σκοπόν της καθόδου, είναι
ανακριβής.
Το Ανώτατον Διοικητικόν Συμβούλιον της ΕΕΕ".
Το απόγευμα της 24ης Ιουνίου αναχώρησαν από τη Θεσσαλονίκη
δύο αμαξοστοιχία με περισσότερους από 1.500 «χαλυβδόκρανους». Το βράδυ της
ίδιας μέρας, και ενώ η πρώτη αμαξοστοιχία εισερχόταν στη Λάρισα, πολυπληθείς
ομάδες διαδηλωτών λιθοβόλησαν τα βαγόνια.
Στις 25 Ιουνίου 1933 δύο ειδικά ναυλωμένα τραίνα μετέφεραν
στην Αθήνα περισσότερους από 1.500 χαλυβδόκρανους. Το προηγούμενο βράδυ της
24ης προς την 25η Ιουνίου και ενώ η πρώτη αμαξοστοιχία εισερχόταν στη Λάρισα,
δύο πολυπληθείς ομάδες κομμουνιστών διαδηλωτών λιθοβόλησαν τα βαγόνια στον
σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης. Στη συνέχεια τα επεισόδια γενικεύθηκαν, αφού
πολλά μέλη της ΕΕΕ κατέβηκαν από την αμαξοστοιχία και συνεπλάκησαν με τους
διαδηλωτές. Μάλιστα συνέλαβαν έναν κομμουνιστή, τον Π. Ηλιόπουλο,
τον οποίο παρέδωσαν στην αστυνομία. Κατά τη διάρκεια των λιθοβολισμών
τραυματίστηκε στο κεφάλι ένας χαλυβδόκρανος, ο Κερτινιάδης από
τη Θεσσαλονίκη.
Το επόμενο πρωί στις 8 έφθασε στην Αθήνα η πρώτη αμαξοστοιχία. Ακολούθησε η
δεύτερη με επιβάτες τους φοιτητές της οργάνωσης και τους Άλκιμους (τη νεολαία
της ΕΕΕ) . Στο δεύτερο τραίνο επέβαιναν επίσης τα μέλη της Εθνικοκοινωνικής
Ένωσης "Ξίφος Βυζαντινών" και αντιπροσωπεία των
Εφέδρων Αξιωματικών Μακεδονίας-Θράκης, κατέληξε εν μέσω των χειροκροτημάτων των
πολιτών στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Προηγουμένως τα μέλη της οργάνωσης
Τρία Εψιλον παρατάθηκαν και χαιρέτησαν τη σημαία τους. Επικεφαλής της πορείας
ήταν οι ποδηλάτες Αλκιμοι με τις μπλε μπλούζες και η μουσική μπάντα του δήμου
Αθηναίων. Ακολουθούσε η φάλαγγα των χαλυβδόκρανων με φαλαγγάρχη τον Αναστ.
Νταλίπη, υπασπιστή τον Σ. Ασβεστά, επιτελάρχη της οργάνωσης
τον Χαρ. Βασιλογεώργο και επιτελείς των διαφόρων υπηρεσιών,
όπως, Στρατωνισμού και Στρατολογίας τον Δημ. Γούλα, Υγειονομικού τον Αχ.
Τζηρίδη, Πληροφοριών τον Στ. Αγγελομάτη και υφομαδάρχη τον Παττερίδη.
Στη συνέχεια με απόλυτη πειθαρχία ακολουθούσαν οι χαλυβδόκρανοι των
επαρχιακών τμημάτων και αντιπρόσωποι τους: Ασπετάκης από την
Έδεσσα, Σμυρλής από τη Βέροια, Πέκος από την
Κλεισούρα,Φάκαλος από τα Γιαννιτσά, Παντελής από
την Πτολεμαϊδα, Παπαθανασίου από το Αμύνταιο, Ρωμπαράςαπό
τη Φλώρινα κ.ά. Στο τέλος της πορείας βρίσκονταν το προεδρείο και ο αρχηγός της
οργάνωσης μαζί με την αντιπροσωπεία της ΕΠΕ.
Στην τελετή της κατάθεσης στεφάνων παραβρέθηκαν ο υπουργός Εσωτερικών Ι.
Ράλλης, ο πρόεδρος της Γερουσίας Στ. Γονατάς, ο οποίος είχε εγκαταλείψει τη
θέση του Γενικού Διοικητή Μακεδονίας, ο υπουργός Δικαιοσύνης Σπ. Ταλιαδούρος,
αρκετοί βουλευτές, ο Μητροπολίτης Βέροιας Πολύκαρπος και άλλοι
κρατικοί παράγοντες.
Ολόκληρη η αστυνομική δύναμη της πρωτεύουσας είχε κινητοποιηθεί, για να
περιφρουρήσει τα μέλη της Ε.Ε.Ε.. Παρά τα ληφθέντα αστυνομικά μέτρα επί δύο
μέρες, 25 και 26 Ιουνίου, το κέντρο της Αθήνας μετατράπηκε σε πεδίο μάχης,
καθώς εκπρόσωποι και μέλη διάφορων επαγγελματικών σωματείων συγκρούονταν με
τους« τριεψιλίτες» και τις αστυνομικές δυνάμεις.
Η κομματική οργάνωση του ΚΚΕ στο λεκανοπέδιο της Αττικής
προσπάθησε κινητοποιώντας τα μέλη του να εμποδίσει την κάθοδο των μελών της
Ε.Ε.Ε. στην πρωτεύουσα. Ο τότε γραμματέας της κομματικής οργάνωσης Αθήνας,
Βασίλης Νεφελούδης, έγραψε στα απομνημονεύματα του: "Αποφασίσαμε να παρατάξουμε
τις δυνάμεις μας σε πυκνές ομάδες κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής για να
υποδεχτούμε τους φασίστες των ΕΕΕ με αποδοκιμασίες, πριν ακόμα πατήσουν το πόδι
τους στην Αθήνα".
Ο Τύπος της εποχής κατέγραψε με λεπτομέρειες τα επεισόδια που τάραξαν την
ηρεμία της πρωτεύουσας. Στους Μύλους της Αττικής "ομάς τεσσαράκοντα
κομμουνιστών καιροφυλακτούσα, ελιθοβόλησε την αμαξοστοιχίαν..." 10
Στη λεωφόρο Κωνσταντινουπόλεως ανταλλάχθηκαν πυροβολισμοί ανάμεσα σε ομάδα
κομμουνιστών και τους επιβάτες του τραίνου, με αποτέλεσμα τον φόνο ενός
35χρονου λιμενεργάτη, του Ανάργυρου Πικραμένου. Στη διασταύρωση των οδών Βουλής
και Καραγεώργεβιτς μια άλλη ομάδα αριστερών διαδηλωτών επιτέθηκε εναντίον των
αστυνομικών που προστάτευαν τον χώρο της τελετής. Συμπλοκές έγιναν και στον σταθμό
Λαρίσης. Στη Μητροπόλεως, όπου μερικές δεκάδες κομμουνιστές επιχείρησαν να
οργανώσουν αντιδιαδήλωση προς το Σύνταγμα, Χαλυβδόκρανοι και αστυνομικοί τους
ξυλοκόπησαν και 31 από τους διαδηλωτές συνελήφθηκαν.
Το ίδιο βράδυ πάνω από 100 κομμουνιστές επιτέθηκαν στο Βαρβάκειο, όπου
είχαν στρατωνισθεί οι Αλκιμοι. Ακολούθησε πετροπόλεμος, συμπλοκή με γκλομπ και
σφαίρες από την αστυνομία και τους Τριεψιλίτες. Ένας διαδηλωτής, ο Π.
Θωμόπουλος, τραυματίστηκε βαριά από αδέσποτη σφαίρα. Η αστυνομία για να αποτρέψει
τη "διασάλευση της τάξης" συνέλαβε "προληπτικά" 200 περίπου
κομμουνιστές.11
Η ηγεσία της Ε.Ε.Ε." βιάστηκε να αξιοποιήσει την επιτυχία της καθόδου
προς την Αθήνα και εξήγγειλε τον μετασχηματισμό της οργάνωσης σε πολιτικό
κόμμα. Θεωρητικός του κινήματος ήταν ο γνωστός τότε στους Θεσσαλονικείς Ελ.
Σταυρίδης, ο οποίος με άρθρα που δημοσίευε στην εφημερίδα "Δράση"12 , επίσημο δημοσιογραφικό όργανο της ΕΕΕ με
γραφεία στην περιοχή του ναού της Αγίας Σοφίας, εξηγούσε τους λόγους για τους
οποίους η οργάνωση ακολουθούσε αντισημιτική πολιτική.
Η προσπάθεια της οργάνωσης να πολιτευθεί σήμαινε την άρση της κρατικής
υποστήριξης και τη διακοπή της χρηματοδότησης, με αποτέλεσμα σταδιακή διαρροή
των μελών της προς διάφορες κατευθύνσεις.
Στη Θεσσαλονίκη πάντως, όπου η ΕΕΕ έδειχνε μεγαλύτερη δραστηριότητα εξ
αιτίας της ύπαρξης εβραϊκής μειονότητας, του ισχυρού εργατικού κινήματος και
της αυξημένης ανεργίας, η κρίση καθυστέρησε να εκδηλωθεί. Η οργάνωση στη
συμπρωτεύουσα διέθετε φοιτητική φάλαγγα, παράρτημα γυναικών και τμήμα ερασιτεχνικού
θεάτρου που έδινε παραστάσεις στην αίθουσα του Λευκού Πύργου.
Αντικομμουνιστική δράση
Τα Τρία Εψιλον για να αντιμετωπίσουν την κομμουνιστική δραστηριότητα
και για να προσφέρουν "εις τον κατατρεγμένον υπό των κεφαλαιοκρατών και
απατηθέντα υπό των κομμουνιστών εργάτην την φιλόστοργον σκιάν το εθνικού
κράτους", είχαν διαιρέσει την πόλη σε τομείς. Τομεάρχες της ΕΕΕ στον 6ο
Τομέα της Διοικτηρίου ήταν οι Λεπτουργός Νικόλαος, Μαυρόπουλος Γεώργιος και
Ζήσου Νικόλαος, στον 9ο Τομι Αγ. Γεωργίου οι Χρυσαφίδης Γεώργιος και Τερζόγλου
Παναγιώτης, στον 8ο Ακροπόλεως οι Καρακατσάνης Γεώργιος και Μεϊμαρίδης Δημήτρης
κ.ά.
Στην εφημερίδα της οργάνωσης "Δράση", εκτος από αναγνώσματα
εθνικιστικού περιεχομένου, εφλοξενούντο στήλες για θέματα εργατικά, προσφυγιάς,
φοιτητικά, για απεργίες και ανταποκρίσεις για τις δραστηριότητες των
αντίστοιχων εθνικοσοσιαλιστικών οργανώσεων του εξωτερικού.
Τον Μάιο του 1934 δεκάδες χαλυβδόκρανοι πρωτοστάτησαν σε
επεισόδια με κομμουνιστές εργάτες και αστυνομικούς, όταν παρέλασαν επιδεικτικά
μέσα στην Πάτρα κατά τη διάρκεια φιλοβασιλικής διαδήλωσης. Τα επεισόδια άρχισαν
στην πλατεία Ομονοίας, όταν μία ομάδα εθνικιστών "Αλκίμων" (σημ. τ.
σύντ.:αρκετά αργότερα την ίδια ονομασία και παρόμοιες στολές
χρησιμοποίησε και η χούντα των συνταγματαρχών στη δική της νεολαιίστικη
παραστρατιωτική οργάνωση), μετά την ορκωμοσία τους παρέλασαν υπο τους ήχους
στρατιωτικής μουσικής "φέροντες κρανη και γκλομπς". Μια ομάδα
κομμουνιστών επιχείρησε να τους αποδοκιμάσει, δέχθηκε όμως την επίθεση των
"Αλκίμων" με αποτέλεσμα να υπάρξει συμπλοκή με τραυματίες εκατέρωθεν.
Αξίζει να σημειωθεί πως το παράρτημα της ΕΕ στην Πάτρα θεωρείτο από τα
περισσότερο πολυπληθή, αφού τα μέλη του ξεπερνούσαν τα 500.
Με αφορμή τις βίαιες εκδηλώσεις και τον μαχητικό λόγο των μελών τωης Ε.Ε.Ε.
η οργάνωση βρέθηκε αρκετές φορές στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος.
Κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης παρέλασης της 25ης Μαρτίου στη Θεσσαλονίκη
εκατοντάδες "Τριεψιλίτες" επιχείρησαν δυναμικά να παρελάσουν ανάμεσα
στους προσκόπους της εβραϊκής Μακάμπι Η αστυνομία συγκρούστηκε μαζί τους και
συνέλαβε πολλά στελέχη της κεντρικης επιτροπής.
Χαρακτηριστικό δείγμα για την κατάσταση που επικρατούσε τότε στους δρόμους
και τις γειτονιές πολλών επαρχιακών πόλεων είναι η επιστολή που έστειλε ένας
"Τριεψιλίτης" από την Ξάνθη στην εφημερίδα "Δράση" της
οργάνωσης:
"Στας 9 όλοι οι Αλκιμοι της ΕΕΕ συγκεντρωμένοι περίμεναν τας
διαταγάς του ομαδάρχου. Αυτός, αφού μας ομίλησε δια την ημέραν των εκλογών,
εδιάλεξε περί τους 25, τους καλυτέρους και μεγαλύτερους εξ ημών, τους διέταξε
να πάνε να φάνε στα σπίτια τους και στις 10 ακριβώς το βράδυ να βρίσκονται στη
Λέσχη. Οι άλλοι ήσαν ελεύθεροι… Στις 10 ακριβώς η βροντώδης φωνή του αρχηγού
ακούεται... Να σταμπάρετε τα σφυροδρέπανα και να τα μετατρέψετε σε δικέφαλους
αετούς. Αμέσως χωρισθήκαμε σε τρία τμήματα. Το πρώτο με επικεφαλής τον ίδιον
έκαμε την αρχήν και μετέβαλε το κόκκινο σφυροδρέπανο σε έναν όμορφο αετό. Κατά
τις 2 π.μ. τα δύο τμήματα συνεπλάκησαν με τμήμα κομμουνιστών (περί τους δέκα)
οι οποίοι εκολλούσαν ρεκλάμες με την κόκκινη σημαία. Τα ποντίκια -αφού τους
εξυλοκόπησαν-τους έκαμαν να τραπούν εις άτακτοι φυγή αφήσαντας ως λάφυρα, τις
ρεκλάμες των, μία σκάλαν, ένα πινέλο, κόλλα κ.ά.
Οι πουλημένοι της Μόσχας δεν ξεχνούν τα παθήματα τους, Θέλουν να τα εκδικηθούν.
Παρακολουθούν τους Αλκίμους για να τους βρουν μεμονωμένους και να τους
ξυλοκοπήσουν...".
Τα μέλη της Ε.Ε.Ε. ήταν οργανωμένα στρατιωτικά, είχαν φανατισμό και
πειθαρχία, αλλά προφανώς δεν διέθεταν την κατάλληλη ηγεσία. Το κίνημα
εκφυλίστηκε σταδιακά και η δικτατορία του Μεταξά το βρήκε διαλυμένο, αφού τα
περισσότερα στελέχη του προσεχώρησαν στην Οργάνωση Εθνικοφρόνων
Σοσιαλιστών, ΟΕΣ, του Ιάκωβου Διαμαντόπουλου στα
τέλη του 1934.
Χαρακτηριστικά δε, αναφέρεται ότι στις βουλευτικές εκλογές της 26ης
Ιανουαρίου 1936 η ΕΕΕ έλαβε μόλις 505 ψήφους (0,04%) του
εκλογικού σώματος. Το παράδοξο είναι ότι πολλά από τα μέλη της οργάνωσης
προέρχονταν και είχαν πολιτική κάλυψη από το κόμμα των Φιλελευθέρων.
Κατά τη διετία 1935-36 η οργάνωση δεν παρουσίασε καμία
σχεδόν πολιτική δραστηριότητα, γεγονός που μάλλον οφείλεται στο ότι εξέλιπε η
οικονομική υποστήριξη και η προστασία που παρείχαν τα αστικά κόμματα.
Αρκετά στελέχη των Τρία Εψιλον εμφανίστηκαν αργότερα, κατά τη διάρκεια της
γερμανικής κατοχής, στο πλευρό των Γερμανών. Πιο γνωστός από όλους ήταν ο
συνταγματάρχης Γ Πούλιος, ή Πούλος, που έδρασε στην περιοχή των
Γιαννιτσών, ο Γ Βαρδακας, η οικογένεια Κοσμίδη κ.ά.
Οι περισσότεροι όμως "χαλυβδόκρανοι" τομεάρχες της ΕΕΕ -Ελευθεριάδης από
την Ξάνθη, Μπουκουβάλας από την Κοζάνη, Παπαχρήστου από
τα Γιάννενα, Παπαζαντζάρης από την Καστοριά και άλλοι εντάχθηκαν
στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου, αφού πίστεψαν πως οι προσπάθειες τους
ευοδώθηκαν ως έναν βαθμό και τα οράματα τους για ένα πραγματικά εθνικολαϊκό
κράτος ενσάρκωναν η ΕΟΝ και η 4η Αυγούστου.
Ανασύσταση
Το καλοκαίρι του 1941 ανασυστάθηκε στην Αθήνα με τη συγκατάθεση των
Γερμανών η παλαιά αντισημιτική οργάνωση ΕΕΕ. Η ηγετική ομάδα των αναγεννημένων
Τριεψιλιτών αποτελείτο από τον δικηγόρο Κων. Γούλααπό την Θεσσαλονίκη
, τον συνταγματάρχη Γρηγορακη , τον υιό Κοσμιδη πρωταγωνιστή
των επεισοδίων του Κάμπελ, τον Βασ. Σκανδάλη, αδελφό του Κ.
Σκανδάλη και διευθυντή των ελληνόφωνων εκπομπών του ραδιοφώνου, και
τον Γεώργιο Αρβανιτάκη, συνδικαλι- στή της 4ης Αυγούστου, οι
πρώτες συζητήσεις για το πολιτικό πρόγραμμα τις οργάνωσης έγιναν σε ένα ισόγειο
της οδού Σκουφά 10, όπου έμεναν οι Κοσμίδης και Γούλας.Ο αντιεβραϊσμός για τους
δύο Βορειοελλαδίτες ήταν ζήτημα όχι μόνο πολιτικής αλλά κοσμοθεωρίας, ενώ
πρόβαλαν στο καταστατικό της Ε.Ε.Ε. την Αρχή του Αρχηγού "...ως αξιώτερη
και ιστορικά πλέον δικαιωμένη από την Αρχή της πλειοψηφίας". το κίνημα
ευελπιστούσε να αποτελέσει έναν εθνοσοσιαλιστικό προμαχώνα από όπου θα
επιλέγονταν τα καλύτερα και τα ικανότερα στελέχη για να αναλάβουν κυβερνητικές
θέσεις.
Τα γραφεία τους στεγάζονταν στην οδό Σίνα 8, ενώ στη συμβολή των οδών
Στησιχόρου και Μουρούζη υπήρχε αίθουσα του Τμήματος Προπαγάνδας, υπεύθυνοι για
την καθοδήγηση των νέων μελών ηταν οι Αρβανιτάκης, Πανταζής, Χ. Λάμπρου και Χρ.
κος. Εφημολογείτο ότι πίσω από τα κατοχικά Τρια Εψιλον κρύβονταν ο στρατηγος
Μπάκος και ο υπασπιστής του, λοχαγός Βουδικλάρης. Σταδιακά
με τη χρηματοδότηση των Γερμανών και την κατάλληλη προπαγάνδα, η ΕΕΕ απέκτησε
κάποια απήχηση και μερικές εκατοντάδες νέα μέλη. Στην περιοχή της Θεσσαλίας
π.χ., σύμφωνα με μια αναφορά ενός πληροφοριοδότη της ελληνικής κυβέρνησης στη
Μέση Ανατολή το καλοκαίρι του 1944, δρούσε μια μεγάλη ομάδα 800 Τριεψιλιτών υπό
τον αντισυνταγματάρχη Χρυσοχοϊδη, η οποία αποσκοπούσε στην αντιμετώπιση
των κομμουνιστών. Η ίδια αναφορά έκανε λόγο για παραρτήματα της ΕΕΕ στην
περιφέρεια.
Στην Αθήνα η οργάνωση δέχθηκε ένα ισχυρότατο κτύπημα τον Αύγουστο του 1944,
όταν στη λαχαναγορά του Ρέντη δολοφονήθηκε από άνδρες της ΟΠΛΑ ο Βασίλης
Σκανδάλης. Η εντυπωσιακή αυτή ενέργεια κατατρόμαξε τα υπόλοιπα στελέχη, αφού η
επιδρομή έγινε μέσα στα τοπικά γραφεία του Ρέντη, τα οποία φυλάσσονταν από
πέντε οπλοφόρους Χίτες", με τους οποίους υπήρχε συνεργασία και κοινή
αντιεαμική δράση .
Επειδή λίγο πριν από την αποχώρηση των Γερμανών η κατάσταση γινόταν όλο και
πιο ρευστή, οι περισσότεροι αδιάλλακτοι των Τριών Εψιλον αποφάσισαν να
διαφύγουν προς Βορρά, για να δώσουν στα τελευταία οχυρά του Ράιχ την ύστατη
μάχη.
Γεώργιος Πούλος
Ο Γεώργιος Πούλος καταγόταν από τον Πλάτανο της ορεινής Ναυπακτίας.Ήταν
ένας από τους βενιζελικούς αξιωματικούς που συμμετείχαν στο αποτυχημένο κίνημα
του 1935 και στη συνέχεια αποτάχθηκαν. Επανήλθε σε κάποιου είδους ενεργό δράση
μετά την κατάληψη της χώρας από τον γερμανικό στρατό. Στην αρχή προσπάθησε να
ανασυστήσει τη μεσοπολεμική φασιστική οργάνωση Εθνική Ένωση «Ελλάς» (ΕΕΕ),
προσθέτοντας τον υπότιτλο Εθνικόν και Σοσιαλιστικόν Κόμμα της Ελλάδος. Η μη
ευόδωση αυτής του της απόπειρας δεν τον αποθάρρυνε κι αργότερα τέθηκε
επικεφαλής του Ελληνικού Εθελοντικού Σώματος που δημιούργησε η γερμανική
στρατιωτική διοίκηση Θεσσαλονίκης-Αιγαίου στις 22 Μαϊου του 1943.
Ο Γεώργιος Πούλος ήταν αντιβασιλικός και μισούσε τους Βρετανούς επειδή
τους θεωρούσε υπεύθυνους για τη Μικρασιατική Καταστροφή και υποστήριζε πως ο
βασιλιάς Γεώργιος Β' ήταν Άγγλος πράκτορας. Όμως αν τα αισθήματα του εναντίον
του μονάρχη ήταν έντονα, τότε η αποστροφή που ένιωθε για τον κομμουνισμό ήταν
ακόμα μεγαλύτερη. Όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα, προέτεινε οικειοθελώς στους
Γερμανούς να τους βοηθήσει στην καταπολέμηση των ανταρτών. Έτσι αρχίζει η
δοσιλογική του δράση.
Αρχικά λαμβάνει θέση στην γερμανική υπηρεσία Sonderkommando 2000, μιας
γερμανικής μονάδας αντικατασκοπείας που οργάνωνε δίκτυα πληροφοριοδοτών και
πρακτόρων στις γραμμές της ελληνικής αντίστασης..Παράλληλα ο Πούλος επιδίδεται
και στην φιλοναζιστική προπαγάνδα αναλαμβάνοντας υψηλό πόστο και στην αρτίως
αναβιωσθείσα ΕΕΕ στην Θεσσαλονίκη. Η Ε.Ε.Ε δραστηριοποιείται φυσικά χάρη στην
γερμανική SD (Sicherheitsdienst) και τους προδότες Ζωγράφο, Μαρινάκη, Σκανδάλη
και Κοσμίδη.
Την Άνοιξη του 1943, οι επιθέσεις των ανταρτών του ΕΛΑΣ πολλαπλασιάζονται. Ο Πούλος
εντέλλεται από τους Γερμανούς και τον Ράλλη να στρατολογήσει άνδρες για να
υποστηρίξει τις γερμανικές επιχειρήσεις στην Μακεδονία. Με αρχική βάση στην
Θεσσαλονίκη ο Πούλος και η ΕΕΕ στρατολογούν, πολλές φορές βίαια, Έλληνες
πολίτες.Η επιχείρηση όμως δεν πηγαίνει όπως ο Πούλος ελπίζει. Το μεγάλο
φιλοΕΑΜικό ρεύμα του ελληνικού λαού και η προπαγανδιστική δουλειά του ΕΑΜ, δεν
του επιτρέπουν να στρατολογήσει παρά μόνο 300 άνδρες. Αυτοί απετέλεσαν
τον ΕΕΣ
(Εθνικός Ελληνικός Στρατός) ή ομάδα Πούλου.
Για την ίδρυση του ΕΕΣ, σχετική ανακοίνωση της Γερμανικής Στρατιωτικής
Διοίκησης με ημερομηνία 22 Μαϊου 1943 αναφέρει :
«…Προς διοργάνωσιν μιας αποτελεσματικής καταπολεμήσεως των συμμοριών εκ
μέρους των Ελλήνων, ο Στρατιωτικός Διοικητής ενήργησε την συγκρότησιν
σχηματισμού εθελοντών από εθελουσίως δηλώσαντας συμμετοχήν, ο οποίος ευρίσκεται
υπό την αρχηγίαν του αντισυνταγματάρχου εν αποστρατεία Πούλου. Ο εν λόγω
σχηματισμός εκτελεί την υπηρεσίαν του με στολήν ρητώς εγκριθείσαν υπο του
Στρατιωτικού Διοικητού Θεσσαλονίκης –Αιγαίου…»
Οι Ναζί εξοπλίζουν τον ΕΕΣ με όπλα και γερμανικές στολές ενώ ο
ίδιος ο Πούλος φορώντας την στολή του ελληνικού στρατού και την σβάστικα
αποφασίζει να επεκτείνει τη δράση του στην περιοχή της Κρύας Βρύσης Γιαννιτσών,
υποστηρίζοντας έτσι τις γερμανικές επιχειρήσεις εκεί.
Τον Σεπτέμβρη του 1943, η SD διαθέτει στον Πούλο και γραφεία επί της
Παύλου Μελά, γερμανό σύνδεσμο και πεδίο ασκήσεων. Αργότερα τον ίδιο μήνα ο
Πούλος εντάσσεται στο δεύτερο σύνταγμα Bradenburg και αναλαμβάνει επιχειρήσεις
στην περιοχή Γιαννιτσών και Πτολεμαίδας. Το 1943 η ομάδα
Πούλου καίνει το φιλοΕΑΜικό χωριό Ερμάκια. Αργότερα το σώμα του Πούλου θα
ενισχυθεί με 90 ακόμα άνδρες, εθελοντές Κρητικούς του Σούμπερτ και θα ενισχύσει
την μαχητική του ικανότητα. Ο Πούλος θα γίνει τώρα πιο ανεξάρτητος και πιο
αποφασιστικός. Την Άνοιξη του 1944, ο Πούλος αναλαμβάνει
επιχειρήσεις ενάντια στον τομέα ευθύνης της 10ης Μεραρχίας του Ε.Λ.Α.Σ με
επικεφαλής τον Καλαμπαλίκη.
Ο Ε.Λ.Α.Σ αναλαμβάνει παρενοχλητικές επιχειρήσεις μικρής κλίμακας στα ορεινά
ώστε να φθείρει τις δυνάμεις του Πούλου. Έχει αποφασιστεί η επιχείρηση
ολοκληρωτικής καταστροφής της ομάδας του. Στις 6 Απριλίου του 1944 μονάδα της
10ης Μεραρχίας του Ε.Λ.Α.Σ χτυπά την ομάδα του Πούλου στο Βέρμιο σκοτώνοντας
83 άνδρες του. Ο Πούλος γίνεται πιο επιφυλακτικός μέχρι τον Ιούλιο του 1944.
Το καλοκαίρι του 1944, η ομάδα του Πούλου θα ενισχυθεί από το 5ο
Τάγμα Ασφαλείας του Μαλτέζου και θα επιδωθεί σε ατελείωτες επιθέσεις
βίας. Χωριά της Πτολεμαίδας καίγονται και πληθυσμοί
εκτελούνται. Πολλές οικογένειες με μέλη στο ΕΑΜ και τον Ε.Λ.Α.Σ βασανίζονται
και εκτελούνται μαζικά.
Στις 13 Απριλίου 1944 η μονάδα του συνταγματάρχη Πούλου βρέθηκε
στα Γιαννιτσά. Μαζί ήταν και η μονάδα των
"Σουμπερτιανών", πλαισιωμένη από τουρκόφωνους χωρικούς της γύρω
περιοχής. Είχε προηγηθεί η απαγωγή και η εκτέλεση ενός Γερμανού στρατιώτη από
αντάρτες του Ε.Λ.Α.Σ. Εκεί οι άνδρες του Πούλου και του Σούμπερτ συγκέντρωσαν
όλους τους άρρενες άνω των 10 χρόνων, στην πλατεία μπροστά από το σχολείο, όπου
στεγαζόταν η γερμανική φρουρά. Τις γυναίκες και τα παιδιά τα συγκέντρωσαν σε μια
άλλη γειτονική πλατεία. Ύστερα από μια σύντομη ομιλία του πατέρα Παπαγρηγορίου,
του ιερέα που συνόδευε το απόσπασμα, ο Σούμπερτ άρχισε να απειλεί ουρλιάζοντας.
Για τους "Πουλικούς", που είχαν εκτεθεί στα μάτια του κόσμου με τη
συνεργασία τους με τους Γερμανούς, οι εκτελέσεις και οι βιαιοπραγίες
αποτελούσαν καθημερινή ρουτίνα. Ο τελικός αριθμός των νεκρών ανέβηκε
τουλάχιστον στους 75, ανεξάρτητα από εκείνους τους χωρικούς οι οποίοι
εκτελέσθηκαν επί τόπου στους αγρούς τους από τους άνδρες του Πούλου και του
Σούμπερτ.
Η εφιαλτική μέρα για τους άτυχους Γιαννιτσιώτες όμως δεν τελείωσε με τις
εκτελέσεις. Το απόσπασμα θανάτου συνέχισε το έργο του παίρνοντας τα ρούχα των
θυμάτων, τα παπούτσια, τα λεφτά και τα πολύτιμα είδη τους, ενώ έκαψε και πολλά
σπίτια "υπόπτων στο φρόνημα". Όση ώρα διαδραματίζονταν τα γεγονότα
αυτά οι Γερμανοί της τοπικής φρουράς έστεκαν παράμερα και κοιτούσαν αδιάφορα ή
έπαιρναν φωτογραφίες.
Μόλις αποχώρησαν οι "Πουλικοί" με τα φορτηγά αυτοκίνητα τους, οι
επιζώντες διέφυγαν στην ύπαιθρο. Ένας απεσταλμένος του Διεθνούς Ερυθρού
Σταυρού, ο Ελβετός Βένγκερ, επισκέφθηκε τα Γιαννιτσά έπειτα από δύο ημέρες.
Βρέθηκε σε «μια νεκρή πόλη, μια πόλη φάντασμα». Σχεδόν το ένα τρίτο των σπιτιών
είχε καεί, ενώ οι δρόμοι και οι πλατείες είχαν ερημώσει. Καθώς διέσχιζε τον
κάμπο μέχρι τη Θεσσαλονίκη, άκουσε από τους φοβισμένους ντόπιους και για άλλα
εγκλήματα. Στη Βέροια είχαν βιάσει 12 γυναίκες, στο χωριό Σκυλίτσι οι
"Πουλικοί" είχαν εκτελέσει όποιον βρήκαν μπροστά τους.
Στον Χορτιάτη, 22 χλμ. ΝΑ της Θεσσαλονίκης, συνέβη το πιο φρικτό από
όλα. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1944 ο Σούμπερτ μεταφέροντας μια δύναμη από δικούς του
και άνδρες του Πούλου πάνω σε 20 καμιόνια κύκλωσε το χωριό. Είχε προηγηθεί η
δολοφονία ενός Γερμανού και ενός Έλληνα υπαλλήλου της Εταιρίας Ύδρευσης από μια
ομάδα ανταρτών του Ε.Λ.Α.Σ. Εισερχόμενοι οι "γερμανοντυμένοι"
μέσα στο χωριό άρχισαν να πυροβολούν ό,τι εκινείτο. Σε ένα από τα αρχοντικά
σπίτια συγκέντρωσαν όλα τα γυναικόπαιδα και αφού κλείδωσαν τις πόρτες έβαλαν
φωτιά χρησιμοποιώντας μια εμπρηστική σκόνη.
Οι κάτοικοι αλλόφρονες προσπαθώντας να μην καούν ζωντανοί, έπεσαν πάνω στα
πολυβόλα. Βλέποντας αιμόφυρτο τον ιερέα του χωριού, Δημήτριο Τομαρά, οι δύο
κόρες του όρμησαν πάνω σε έναν Γερμανό φρουρό. Ο επικεφαλής αξιωματικός τις
συνέλαβε και τις έριξε και αυτές στις φλόγες. Συνολικά 250 κάτοικοι του
Χορτιάτη εκτελέσθηκαν ή κάηκαν ζωντανοί.
Ο Βένγκερ συνάντησε τον Πούλο στο οχυρωμένο στρατηγείο του στην Κρύα Βρύση, έξω
από τα Γιαννιτσά. Τόλμησε να αρθρώσει κάποιες λέξεις διαμαρτυρίας για τις
σφαγές που προξένησαν οι παρακρατικές συμμορίες, αλλά ο δοσίλογος
συνταγματάρχης τον διέκοψε απότομα: «Τα παράπονα σας να τα κάνετε στους
αντάρτες. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για την όλη κατάσταση». Δεν έδειξε να έχει
καθόλου τύψεις παρά μόνο μίσος για τους χωρικούς που τροφοδοτούσαν τους
αντάρτες, ενώ κατέστησε σαφές στον ξένο συνομιλητή του πως η γνώμη του για τον
Ερυθρό Σταυρό δεν ήταν καθόλου καλή.
Γενικά οι σφαγές, η βία και οι μέθοδοι του Πούλου ήταν μέρος μιας συνειδητής
πολιτικής και τακτικής των Γερμανών, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν την τρομοκρατία
σε μαζική κλίμακα πιστεύοντας πως ήταν η καλύτερη δυνατή λύση απέναντι στο
συνεχώς διογκούμενο αντάρτικο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως και η ίδια
Π.Α.Ο μια από τις πιο αντικομμουνιστικές οργάνωσης της Κατοχής, κράτησε
αποστάσεις από τον Πούλο . Ένα υπόμνημα του αντισυνταγματάρχη Αργυρόπουλου της
Π.Α.Ο προς το συμμαχικό στρατηγείο του Καΐρου στις 22 Οκτωβρίου 1944 ανέφερε:
"...ουδείς οίκτος επιτρέπεται δια τον Πούλον και τα τμήματα πρέπει να τους
γίνει μεταχείρισις προδοτών. Ο λαός της Βορείου Ελλάδος με ικανοποίηση θα τους
έβλεπε κρεμασμένους όλους".
Το Καλοκαίρι του 1944, ο ΕΛΑΣ αποφασίζει να χτυπήσει ξανά
τον Πούλο. Εισχωρεί με 20 άνδρες του στην Βέροια και μια
Κυριακή απόγευμα ζώνει προσεκτικά το κτίσμα όπου οι Πουλικοί δειπνούν και τους
ρίχνει με αυτόματα. Σκοτώνονται περίπου 100 ενώ ο ίδιος ο Πούλος φυγαδεύεται.
Ο πόλεμος όμως πλησίαζε στο τέλος του. Τον Αύγουστο του 1944 η
Ρουμανία και η Βουλγαρία συνθηκολόγησαν και ο Ρωσικός Στρατός απείλησε να
εγκλωβίσει τις δυνάμεις των Γερμανών στην Ελλάδα. Η ομάδα Στρατιών του
στρατηγού Λερ έλαβε τη διαταγή οπισθοχώρησης και εκκένωσης του ελλαδικού χώρου
εκτός από την Κρήτη, η οποία ανακηρύχθηκε σε Festung (φρούριο-οχυρό).
Με την υποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων, το τάγμα του Πούλου και οι εφεδρείες
του συγκροτήθηκαν ως Griechische Marshbataillon υπο τη διοίκηση του
ταγματάχρη Φάχερνιγκ και ακολούθησαν τα γερμανικά στρατεύματα στον δρόμο του
γυρισμού. Για τον Γ. Πούλο και τους άντρες του απέμεινε μόνο η ασφάλεια της Κεντρικής
Ευρώπης.
Ο Ε.Ε.Σ μαζί με πολλούς άλλους δοσίλογους μετακινήθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου προς
Βορρά. Στη Σλοβενία, έξω από τη Λουμπλιάνα, ο Γ. Πούλος σχημάτισε ένα
εθελοντικό ελληνικό τάγμα αστυνομίας υπό γερμανική διοίκηση. Μέσα από βουνά
γεμάτα παρτιζάνους και αντιμέτωπη με έναν εχθρικό πληθυσμό η μονάδα αυτή
πολέμησε με φανατισμό στο πλευρό των Γερμανών ως τις αρχές Απριλίου του
1945.
Ο Πούλος συνελήφθη από τους Αμερικανούς και μεταφέρθηκε σε ένα
συμμαχικό στρατόπεδο κοντά στη Στουτγάρδη στο Korwesheim (Κόρβεσχαϊμ),
μαζί με τα δυο του παιδιά, Αθηνά και Δημήτρη, και τη σύζυγο του, Μαστιχούλα
Πούλου. Ενώ ήταν κρατούμενος, έγραψε μια επιστολή στην ελληνική κυβέρνηση και
δήλωνε πως ο ίδιος και οι άνδρες του ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν στο "πλευρό
του Εθνικού Στρατού εναντίον της κομμουνιστικής ανταρσίας".Ο Γ. Πούλος
μεταφέρθηκε και προφυλακίσθηκε στη Θεσσαλονίκη και αργότερα στις φυλακές της
Καλλιθέας
Στις 22 Μαϊου του 1947 άρχισε στο Διαρκές Στρατοδικείο
Θεσσαλονίκης η δίκη του Γ. Πούλου και των συνεργατών του.13 Πρόεδρος του δικαστηρίου ορίστηκε ο υποστράτηγος
Χατζητζανής και δημόσιος κατήγορος ο συνταγματάρχης της Στρατιωτικής
Δικαιοσύνης Μπασιάκος. Κατηγορούμενοι ήταν οι: Γ. Πούλος, Μαστιχούλα Πούλου,
Αν. Καναβάτζογλου, Αρ. Ζαρταλούδης, Ν. Πανταζής (μηχανοδηγός), Θ. Λαζαρίδης
(συνταξιούχος χωροφύλακας), Π. Θεοδωρίδης, Διογ. Καρακάσογλου (υπάλληλος
Αμερικανικής Εταιρίας), Ηλίας Συκαμιώτης (ταγματάρχης ε.α.), Χρ. Σάββας
(γεωργός), Γ. Σαπουνάς, Ν. Βουδούρης, I. Πετρακάκος, Χρ. Καμπεριάδης και Αρ.
Βλαχάκης.Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι παραπάνω
"από κοινού
συμφέροντος κινούμενοι συναπεφάσισαν την εκτέλεσιν της επομένης αξιοποίνου
πράξεως εν Θεσσαλονίκη και αλλαχού κατά το από του έτους 1943 μέχρι Νοεμβρίου
1944. Ήτοι γενομένης προς αυτούς προσκλήσεως παρά της Γερμανικής Υπηρεσίας
Αντικατασκοπείας (του Δικτύου Βορ. Ελλάδος) και των Φρανς και Βίλιτς επί σκοπώ
κατασκοπείας και επί αμοιβή παρέχωαιν εις αυτούς μυστικός πληροφορίας αφορώσας
την άμυναν της χώρας και την εξωτερικήν ασφάλειαν αυτής..."
Ως μάρτυρες κατηγορίας οι Μαντούβαλος, Χρυσοχόου, Θ. Αυγέρης, I.
Καραγιάννης κ.ά. Την υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέλαβαν οι δικηγόροι
Κανναβός, Τσίτσουρας, Μακρής, Αρ. Νικολαΐδης, Πετμεζάς, Πετραλιάς, Πέιος και
Μαγιάκος. Ως μάρτυρες υπεράσπισης παρουσιάσθηκαν οι , Ε. Τήκος, Β. Ατμαζάνης,
Αθηναϊλίδης και Π. Σαββίδης από την περιφέρεια Πτολεμαΐδας και κατέθεσαν ότι ο
Πούλος τους βοήθησε να σωθούν από τους Βουλγάρους.
Κατά την απολογία του, στις 29 Μαϊου ο συνταγματάρχης δήλωσε
ότι η κίνηση του δημιουργήθηκε για να αντιπαλέψει την τρομοκρατία του Ε.Α.Μ και
δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι οι άνδρες του "επειδή δεν υπήρχαν ελληνικές
στρατιωτικές στολές... έφεραν γερμανικές με ελληνικά σήματα".
Συνεχίζοντας παραδέχθηκε: "...όπλα βεβαίως επήραμε από τους Γερμανούς,
όπως θα μπορούσαμε να πάρουμε και από τον χειρότερον εχθρόν μας, μιας και θα τα
χρησιμοποιούσαμε εναντίον των Βουλγάρων και των κομμουνιστών...".
Τελειώνοντας ανέφερε πως το σώμα των "πραιτοριανών του" εγκαταστάθηκε
την άνοιξη του 1944 στην Πτολεμαΐδα για να δράσει εναντίον των Βουλγάρων.
Αργότερα, τον Σεπτέμβριο, προωθήθηκε από τη βάση του, την Κρύα Βρύση, στη
Χαλκηδόνα για να φύγει οδικώς για τη Γερμανία
Σε ερώτηση του βασιλικού επιτρόπου γιατί δεν βοήθησε στην κίνηση του
Χρυσοχόου,στη συλλογή πληροφοριών για την αντιμετώπιση της ξενοκίνητης
προπαγάνδας, ο Πούλος απάντησε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να το κάνει επειδή
"θα έχανε την εμπιστοσύνη των Γερμανών και δεν θα μπορούσε να ολοκληρώσει
το πατριωτικό του πρόγραμμα".
Στις 2 Ιουνίου του 1947 ολοκληρώθηκε στο Διαρκές Στρατοδικείο
Θεσσαλονίκης η δίκη του Πούλου κι άλλων 17 ατόμων. Με ψήφους τέσσερις προς μία
οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από την κατηγορία της κατασκοπείας.
Παρά την αθώωσή του από το Διαρκές Στρατοδικείο ο Γεώργιος Πούλος
ήταν τελικά ένας από τους ελάχιστους δοσίλογους εγκληματίες που δεν απέφυγε την
τιμωρία.. Στις 2 Δεκεμβρίου 1947 ξεκίνησε η δίκη του στο Ειδικό Δικαστήριο
Δοσιλόγων Θεσσαλονίκης. Μαζί του στο εδώλιο του κατηγορου- μένου κάθισαν άλλα
26 άτομα, ενώ 169 άτομα δικάστηκαν ερήμην.
Η δίκη τελείωσε στις 11 Δεκεμβρίου και ο βασικός κατηγορούμενος με άλλους
20 καταδικάστηκε σε θάνατο και δις σε ισόβια. Στη συνέχεια ο συνεργάτης των
ναζί μεταφέρθηκε στις φυλακές Επταπυργίου και κατόπιν στις φυλακές
Καλλιθέας στην Αθήνα, από όπου τα ξημερώματα της 11ης Ιουνίου1949 οδηγήθηκε στο
εκτελεστικό απόσπασμα στο Γουδί.
Απόστολος Καρταλάκης
Ήταν μέλος της ομάδας του Πούλου και καταγόταν από τον Φιλώτα της Φλώρινας.
Διέπραξε πολλές δολοφονίες. Κατέφυγε στην Αυστρία.
Το 1947 καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο και δις σε ισόβια. Το καλοκαίρι του
1948 συνελήφθη από τις γαλλικές αρχές στο Klagenfurt της Αυστρίας. Άργησε να
σταλεί στην Ελλάδα και να οδηγηθεί στη φυλακή του Επταπυργίου. Κατέθεσε αίτηση
ανακοπής της απόφασης, αλλά το Δεκέμβριο του 1950 το Ειδικό Δικαστήριο τον
καταδίκασε πάλι σε θάνατο και δις σε ισόβια. Το 1953 έστειλε υπόμνημα στη
Φρειδερίκη. Ο γιατρός των φυλακών αποφάσισε ότι ο Καρταλάκης θα έπρεπε να
σταλεί στο ψυχιατρείο. Τον Απρίλιο του 1953 ο Καρταλάκης στάλθηκε στο Δημόσιο
Ψυχιατρείο. Η αίτηση χάριτος απορρίφθηκε. Το 1956 ο Καρταλάκης μεταφέρθηκε στο
Ψυχιατρικό Παράρτημα των Φυλακών Καλλιθέας και από τότε χάθηκαν τα ίχνη του.
Παναγιώτης Μελεμενλής
Αρχικά ήταν μέλος της ΕΟΝ και στη συνέχεια εντάχθηκε στην οργάνωση του
Πούλου, όπως και τα αδέλφια του. Ωφελήθηκε από τις διώξεις εναντίον των
Εβραίων, γιατί οι Γερμανοί χάρισαν διάφορα εβραϊκά καταστήματα στον ίδιο, αλλά
και σε άλλους συνεργάτες του Πούλου. Όταν είδε ότι πλησίαζε το τέλος της
Κατοχής, κατέφυγε στη Γερμανία.
Παρά τη δοσιλογική του δράση και τα εγκλήματα που διέπραξε, γλύτωσε τη
θανατική καταδίκη και παρ΄ότι καταδικάστηκε ερήμην εις θάνατον από το Ειδικό
Δικαστήριο Δοσιλόγων το 1947, υπολόγιζε πολλά στην αρμονική σχέση που
διατηρούσε με την αστυνομία και με διοικητές διαφόρων Αστυνομικών Τμημάτων που
διαβεβαίωναν γραπτώς για τα «πατριωτικά» του αισθήματα. Αποφάσισε να
παρουσιαστεί στην ελληνική δικαιοσύνη πολλά χρόνια μετά το τέλος της Κατοχής.
Στις 26 Ιουνίου 1952 καταδικάστηκε σε κάθειρξη 12 ετών. Κατάφερε να πάρει
αναστολή του υπολοίπου της ποινής του και αποφυλακίστηκε το Φεβρουάριο του
1954.
Ιωάννης Μελεμενλής
Αδελφός του Θεόδωρου και του Παναγιώτη Μενεμενλή. Αρχικά ήταν μέλος της ΕΟΝ
και στη συνέχεια εντάχθηκε στην οργάνωση του Πούλου, όπως και τα αδέλφια
του. Παρά τη δοσιλογική του δράση και τα εγκλήματα που διέπραξε, γλύτωσε τη
θανατική καταδίκη. Παρότι καταδικάστηκε ερήμην σε 3 φορές ισόβια κάθειρξη από
το Ειδικό Δικαστήριο Δωσιλόγων το 1947, πόνταρε πολλά στην αρμονική σχέση που
διατηρούσε με την αστυνομία και με διοικητές διαφόρων Αστυνομικών Τμημάτων που
διαβεβαίωναν γραπτώς για τα «πατριωτικά» του αισθήματα. Αποφάσισε να
παρουσιαστεί στην ελληνική δικαιοσύνη πολλά χρόνια μετά το τέλος της κατοχής.
Στις 26 Ιουνίου 1952 καταδικάστηκε σε κάθειρξη 12 ετών. Πέτυχε την αναστολή του
υπολοίπου της ποινής του και αποφυλακίστηκε τον Αύγουστο του 1953.
Άνδρες του Ε.Α.Σ.Α.Δ.
Ε.Α.Σ.Α.Δ.
Ο Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (Ε.Α.Σ.Α.Δ.)
ανήκει στην κατηγορία των οργανώσεων που εμφανίστηκαν και έδρασαν με
έμβλημα τον αντικομμουνισμό, την περίοδο της Κατοχής και οι οποίες έμειναν
γνωστές στη νεότερη ιστορία μας ως Τάγματα Ασφαλείας.
Ο Ε.Α.Σ.Α.Δ. εμφανίστηκε και έδρασε σε ολόκληρη τη Θεσσαλία, από τις αρχές
και έως το Σεπτέμ- βριο του 1944, σε μια περιοχή πλούσια, κατεξοχήν γεωργική,
με μικρούς όμως γεωργικούς κλήρους.
Ο γεωγραφικός χώρος στον οποίο έδρασε ήταν οι τέσσερις νομοί της Θεσσαλίας:
Μαγνησία, Λάρισα, Καρδίτσα και Τρίκαλα. Οι Γερμανοί, την περίοδο που
εμφανίστηκαν οι πρώτες αυτές ομάδες, είχαν ανακοινώσει ότι «η στρατιωτική
διοίκηση του Ε.Α.Σ.Α.Δ. βρισκόταν στα χέρια γερμανικών στρατευμάτων κρούσεως»,
προφανώς των S.S., και ότι ο πολιτικός αρχηγός του ήταν «ένας από τους πιο
γνωστούς πολιτικούς στην Ελλάδα» , υπονοώντας, προφανώς, τον Στυλιανό Γονατά,
ο οποίος φερόταν ως συναρχηγός του κόμματος των Φιλελευθέρων μαζί με τον Θεμ.
Σοφούλη. Εκτός από τον πολιτικό αρχηγό του Ε.Α.Σ.Α.Δ., τον οποίο οι
Γερμανοί φωτογράφισαν με την ανακοίνωσή τους, όταν η οργάνωση έκανε την
εμφάνισή της, ήταν πρόδηλο ότι η κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, που με
ολόκληρη σειρά διαταγμάτων της ίδρυσε και οργάνωσε τα Τάγματα Ευζώνων, τα Ειδικά
Τάγματα Ασφαλείας και τα Ειδικά Εθελοντικά Σώματα των Πολιτών,
γνώριζε και συνέβαλε στην ίδρυσή του. Απόδειξη αυτού είναι η παρουσία στις
γραμμές του μόνιμων αξιωματικών του στρατού ξηράς, οι οποίοι, με διαταγή του
ίδιου του Ιωάννη Ράλλη, προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν στην εθνική δέσμευση της
κυβέρνησής του για τη «διάλυση του κομμουνισμού ». Ενεργός παράγοντας στην ίδρυση του Ε.Α.Σ.Α.Δ. ήταν βέβαια και οι
γερμανικές δυνάμεις κατοχής, οι οποίες και εξόπλισαν την οργάνωση, όπως άλλωστε
έπραξαν και για τα λοιπά κατά τόπους Τάγματα Ασφαλείας.
Την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας και του Ε.Α.Σ.Α.Δ. γνώριζαν και οι
αρχηγοί των κομμάτων, αλλά και προσωπικότητες του παλαιού πολιτικού κόσμου ,
από τους οποίους πολλοί την ενέκριναν, ρητώς ή σιωπηρώς, ή την ανέχθηκαν. Το
ίδιο ισχύει και για τους πολιτικούς που, κατά τα δύο τελευταία χρόνια της
Κατοχής, μετείχαν στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση. Όσο για τις αγγλικές
μυστικές υπηρεσίες, είναι ευνόητο ότι αυτές ρύθμιζαν τη δράση τους σύμφωνα με
τις διπλωατικές επιδιώξεις της χώρας τους για τη δημιουργία μοχλών
κατάλληλων για μακροχρόνια και ποικίλη χρήση, ώστε να χρησιμοποιηθούν στο
μέλλον για την υλοποίηση των σχεδιασμών της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησής
τους. Έτσι είναι αδύνατο να αγνοούσαν τους σχεδιασμούς και τα παρασκήνια που
οδήγησαν στην ίδρυση και ανέλιξη των Ταγμάτων Ασφαλείας και συνεπώς και του
Ε.Α.Σ.Α.Δ. Η ευαισθησία τους για την τύχη των ταγματασφαλιτών, ιδίως των
αξιωματικών, ευθύς μετά την Απελευθέρωση, το επιβεβαιώνει. Άλλωστε, κοινή
είναι η διαπίστωση όλων των ερευνητών της κατοχικής περιόδου ότι οι παράγοντες
που μνημονεύτηκαν πιο πάνω γνώριζαν, ενέκριναν ή ανέχθηκαν τις πρωτοβουλίες για
την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας -και του Ε. Α.Σ.Α.Δ. -, για τον εξοπλισμό
τους από τους Γερμανούς και για τη δράση τους.
Η στάση τους αυτή δεν ήταν τυχαία: ο «εθνικός» και «αντικομμουνιστικός»
σκοπός αυτών των οργανώσεων (Ταγμάτων Ασφαλείας Ε.Α.Σ.Α.Δ.) υπηρετούσε
απολύτως και τις επιμέρους επιδιώξεις των παραγόντων που προαναφέρθηκαν Η
κυβέρνηση του Ράλλη ήθλε να έχει τις αναγκαίες δυνάμεις κατά τη στιγμή που οι
Γερμανοί θα εγκατέλειπαν την Ελλάδα, ώστε να εμποδίσουν την ΕΑΜική αντίσταση να
καταλάβει την εξουσία, και να τις θέσει στη διάθεση της εξόριστης κυβέρνησης.
Βεβαίως, αυτό θα συνέβαλε και στην εξιλέωσή της για τη συνεργασία της με τους
κατακτητές. Οι πολιτικοί αρχηγοί ήθελαν να έχουν τον λόγο στις μεταπολεμικές
πολιτικές εξελίξεις, αφού θα αποφευγόταν η πολιτική μονοκρατορία του Κ.Κ.Ε. Οι
Άγγλοι ήθελαν να διαφυλάξουν τα παντοειδή ερείσματά τους στην Ελλάδα μετά την
απελευθέρωσή της. Και οι Γερμανοί ήθελαν να καλύψουν τα νώτα τους, όταν θα
έφθανε η ημέρα να εγκαταλείψουν τη χώρα, καθώς, όπως πίστευαν, οι εγχώριοι
συνεργάτες τους θα συγκρούονταν οπωσδήποτε με τις δυνάμεις της
Αντίστασης.
Ο Εθνικός Αγροτικός Σύνδεσμος Αντικομμουνιστικής Δράσης (Ε.Α.Σ.Α.Δ.) ανήκει στην κατηγορία
των οργανώσεων που εμφανίστηκαν και έδρασαν την περίοδο της Κατοχής με έμβλημα
τον αντικομμουνισμό, οι οποίες έμειναν γνωστές στη Νεότερη Ιστορία ως
Τάγματα Ασφαλείας. Όλες αυτές οι οργανώσεις συνεργάστηκαν με τις γερμανικές
δυνάμεις κατοχής, από τις οποίες χρηματο- δοτήθηκαν και εξοπλίστηκαν. Ο
Ε.Α.Σ.Α.Δ. εμφανίστηκε και έδρασε σε ολόκληρη τη Θεσσαλία, από τις αρχές και
έως το Σεπτέμβριο του 1944, σε μια περιοχή πλούσια, κατεξοχήν γεωργική, με
μικρούς όμως γεωργικούς κλήρους. Οι κάτοικοί της, στη συντρι πτική πλειοψηφία
τους, ήταν μικρο" ίδιοκτήτες και με πενιχρό εισόδημα.
Ο Ε.Α.Σ.Α.Δ., ομογάλακτος των Ταγμάτων
Ασφαλείας, ήταν επόμενο, παρά τη διαφορετική επωνυμία του, να ασπάζεται τους
ίδιους σκοπούς. Και τον σκοπό αυτόν τον διατύπωσε με σαφήνεια πρώτος ο
κατοχικός πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης, που εμφανίστηκε ως εμπνευστής της
δημιουργίας τους. Ήταν η αποτροπή των δυνάμεων της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης
να κυριαρχήσουν μεταπολεμικώς στη χώρα μας και ταυτόχρονα η «διάλυση του
κομμουνισμού». Ο απώτερος στόχος, όμως, ήταν να αποτελέ σουν και τον πυρήνα των
μεταπολεμικών ενόπλων δυνάμεων, κάτι που δεν τόλμησε να το διακηρύξει ανοικτά ο
κατοχικός πρωθυπουργός. Διατυπώθηκε βέβαια αργότερα.
Ο Β. Σταυρογιαννόπουλος, ένας από τους απολογητές των Ταγμάτων
Ασφαλείας, δεν δίστασε να γράψει ότι στόχος της ίδρυσης των Ταγμάτων Ασφαλείας
ήταν «η διεξαγωγή αντικομμουνιστικού αγώνος, αλλά και διά να χρησιμεύσουν ως
πυρήνες διά την συγκρότησιν του νέου ελληνικού στρατού μετά την απελευ θέρωσιν
της πατρίδος μας». Γι' αυτό κατά τον ίδιο: «Μίσος τρομερόν επεκράτει μεταξύ
Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. και Ταγμάτων Ασφαλείας και χάος αγεφύρωτον τους εχώριζε. Ήταν
οι δύο μεταξύ των άσπονδοι εχθροί».
Ονομασία -Σκοπός
Εκείνοι που συνέλαβαν την ιδέα της δημιουργίας του Ε.Α.Σ.Α.Δ. σκοπίμως επέλεξαν
τον τίτλο της οργάνωσης, ώστε αυτός και μόνο να σηματοδοτεί περιληπτικά και
σαφώς τις ουσιώδεις στοχεύσεις του, ενώ το εννοιολογικό περιεχόμενό του να
είναι εύληπτο, αλλά και αποδεκτό από τους αγρότες προς τους οποίους, κυρίως,
απέβλεπε. Οι λέξεις «εθνικός», «αγροτικός», «αντικομμουνιστικός» συγκέντρωναν
αυτές τις έννοιες. Η υπεράσπιση των ιδιαίτερων συμφερόντων τους κι ο σεβασμός
των αξιών όπως είναι η αγροτική ιδιοκτησία που ταυτίζεται με την πατρίδα, η
οποία την αναγνωρίζει ως μέγιστο αγαθό και την προστατεύει, η οικογένεια, η
θρησκεία και οι τοπικές παραδόεις τους, δηλαδή «τα ιερά και όσιά τους». Αυτά θα
τα προστάτευαν από κάθε προσβολή και ιδίως από την κομμουνιστική ιδεολογία, η
οποία -έλεγε η αντικομμουνιστική προπαγάνδα των ΕΑΣΑΔιτών και των
ταγματασφαλιτών- δεν σεβόταν τούτες τις αξίες. Αυτοί οι στόχοι του Ε.Α.Σ.Α.Δ.
συγκινούσαν τα μέλη του και ιδιαιτέρως τους επικεφαλής του στη Θεσσαλία.
Κάποιοι βέβαια από αυτούς κάλυπταν και τους ιδιοτελείς υπολογισμούς τους: το
ξεκαθάρισμα παλαιών λογαριασμών με τον γείτονα ή και την ευκαιρία εύκολου
πλουτισμού.
Τον πρώτο ένοπλο οργανωμένο πυρήνα του Ε.Α.Σ.Α.Δ. αποτέλε σαν 17
ταγματασφαλίτες που έφθασαν στον Βόλο από την Αθήνα στα τέλη
Μαρτίου 1944. Σκοπός τους ήταν, λέει, να βοηθήσουν στη διασφάλιση της
εσωτερικής ασφάλειας. Την άφιξή τους τη μετέδωσε και το ραδιόφωνο της Αθήνας,
αλλά με καθυστέρηση, στις 27 Απριλίου 1944.
Σκοπός, εξήγησε, είναι «η καταστροφή του κομμουνισμού και η εξουδετέρωση όλων
των κινήσεων που ήταν πιθανό να βλάψουν τα εθνικά συμφέροντα». Ως αρχηγός τους
φερόταν ο Τάκης Μακεδών, Σκοπελίτης, όπως ήδη σημειώθηκε.
Εγκαταστάθηκαν στην οικία Καρτάλη, και άνοιξαν γραφεία στην πλατεία
Ελευθερίας. Ως φυλακές χρησιμοποιούσαν την «Κίτρνη αποθήκη»14, άλλοτε καπναποθήκη. Μετά τον Βόλο, σχεδόν αμέσως,
ομάδες ενόπλων του Ε.Α.Σ.Α.Δ. εμφανίστηκαν σε όλες τις πρωτεύουσες των νομών
της Θεσσαλίας, ιδιαιτέρως στη Λάρισα. Επικεφαλής τους είναι και μόνιμοι
αξιωματικοί. Ο λαός αποκαλούσε τους ενόπλους αυτούς, γενικώς, ΕΑΣΑΔίτες, επειδή
κατά τις εμφανίσεις τους, κυρίως όταν έκαναν επιδρομές στα χωριά, έφεραν άσπρο
περιβραχιόνιο ή φορούσαν δίκοχο με τα γράμματα Ε.Α.Σ.Α.Δ. Έκτοτε γραφεία,
κρατητήρια και καταλύμματα των ένοπλων ομάδων του εμφανίστηκαν στις πρωτεύουσες
και των τεσσάρων νομών της Θεσσαλίας, αλλά και σε διάφορες κωμοπόλεις, όπως
στους Σοφάδες, στο Φανάρ-Μαγούλα της Καρδίτσαςκαι
στο Δεμερλί Φαρσάλων.
Ο αριθμός των ανδρών του έφθασε τους πεντακόσιους. Στους πρώτους ΕΑΣΑΔίτες
προστέθηκαν «ιδεολόγοι» εθνικοσοσιαλιστές, τους οποίους η χιτλερική προπαγάνδα
είχε πείσει ότι τα προβλήματα των κοι νωνιών της εποχής του Μεσοπολέμου , που
επέτεινε η οικονομική κρίση του 1929, όπως και τον κίνδυνο το νεοφανές
κοινωνικό σύστημα των μπολσεβίκων της Ρωσίας να επεκταθεί και στις υπόλοιπες
χώρες της Ευρώπης, μόνον ο εθνικο- σοσιαλισμός και το κοινωνικό σύστημα της
χιτλερικής Γερμανίας μπορούσε να τα αντιμετωπίσει. Στα τάγματα του Ε.Α.Σ.Α.Δ.,
όμως, προσήλθαν και οικονομικώς δεινοπαθούντες, με την ελπίδα ότι οι αποδοχές
και άλλα οφέλη που ανέμεναν από την ένταξή τους θα ανακούφιζαν τη δυστυχία
τους, αλλά και πολλά περιθωριακά στοιχεία που διείδαν λούφα και πλιάτσικο.
Όπως η κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη είχε επιστρατεύσει αξιωματικούς για την
επάνδρωση των Ταγμάτων Ασφαλείας, έτσι και ο Ε.Α.Σ.Α.Δ., ακολουθώντας το
παράδειγμά της, προέβαινε και αυτός σε επιστρατεύσεις.Κατά τις
επιδρομές των ομάδων του στα διάφορα χωριά της Θεσσαλίας στρατολογούσε με τη
βία νέους αγρότες. Τους «νεοσύλλεκτους», με γερμανικά αυτοκίνητα, τους
οδηγούσαν στα γραφεία του Ε.Α.Σ.Α.Δ. Εκεί τους «διαφώτιζαν» για την πατριωτική
αποστολή του, την εξόντωση δηλαδή των «ξενοκίνητων κομμουνιστών», τους έδιναν
όπλα και τους εφοδίαζαν με μία λευκή υφασμάτινη ταινία που έφερε τα αρχικά της
οργάνωσης. Ανάμεσα στους νεοσύλλεκτους ΕΑΣΑΔίτες υπήρχαν και νέοι
«αντιδραστικών» οικογενειών, που είχαν εκδηλωθεί ως ΕΔΕΣίτες. Από αυτούς αναδείχθηκαν
οι πιο σκληροί και ανάλγητοι διώκτες των ΕΑΜιτών. Ενώ στο χωριό τους ζούσαν
απομονωμένοι και έντρομοι, τώρα, στο νέο περιβάλλον, ένιωθαν άνετα και στις
επιδρομές εκτελούσαν ευσυνείδητα τα «Καθήκοντά» τους: συλλήψεις, πλιάτσικο,
ξυλοδαρμούς και φόνους κομμουνιστών.
Ο Ε.Α.Σ.Α.Δ., όπως και τα Τάγματα Ασφαλείας και όλα τα σχετικά δημιουργήματα
της κατοχικής κυβέρνησης Ράλλη, ήταν εξοπλισμένος από τους Γερμανούς κατακτητές
και υπαγόταν στη δικαιοδοσία του Γερμανού υποστράτηγου , διοικητή ταξιαρχίας S.S.
Schimana, «Ανώτερου Αρχηγού Ταγμάτων Ασφαλείας και Αστυνομίας Ελλάδος» και
«αντιστράτηγου των οπλισμένων Ταγμάτων Ασφαλείας». Ήταν επόμενο να αναπτύξει
αγαστή συνεργασία με όλες τις γερμανικές υπηρεσίες και ιδιαιτέρως με την
Γκεστάπο, τα S.S. και τα S.D.
Τις επιδρομές του κατά των κωμοπόλεων και των χωριών της περιφέρειάς τους,
κατά κανόνα, ενεργούσε με τη συνοδεία ενόπλων γερμανικών τμημάτων, τα
αυτοκίνητα των οποίων μετέφεραν τους ενόπλους του, όπως και τα προϊόντα των
αρπαγών τους, τα οποία μοιράζονταν κατά συμφωνημένα ποσοστά.
Η συνεργασία του Ε.Α.Σ.Α.Δ. με τις γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις δεν
περιοριζόταν μόνο στην παροχή πληροφοριών για τις δραστηριότητες των
αντιστασιακών οργανώσεων, στη σύλληψη ή και την εκτέλεση των μελών τους,
εκτεινόταν και στο πεδίο της μάχης, όταν οι ομάδες του ή οι γερμανικές δυνάμεις
αντιμετώπιζαν επίθεση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. Η έμπρακτη ένοπλη συνεργασία
τους αποδείχθηκε σε πολλές περιπτώσεις, όπως στις μάχες που έδωσαν οι ΕΑΣΑΔίτες
κατά του Ε.Λ.Α.Σ.: στο Φανάρ- Μαγούλα στις 25 Μαtου 1944, στα Κάτω Λεχώνια στις
7 Ιουλίου του ίδιου έτους, στα Φάρσαλα και στο Δεμερλί την 1η Σεπτεμβρίου 1944.
Σ' αυτές τις μάχες, όπως και σε πολλές άλλες, οι ΕΑΣΑΔίτες συμπολέμησαν
με τους Γερμανούς κατακτητές. Αλλά και κατά τις ανακρίσεις των συλλαμβανομένων
αντιστασιακών στα γραφεία ή τα κρατητήρια του Ε.Α.Σ.Α.Δ., όπου πολλές φορές
παρίσταντο Γερμανοί, η συνεργασία τους επιβεβαιώνεται από καταθέσεις μαρτύρων
ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου Δοσιλόγων του Εφετείου Λάρισας.
Στις πόλεις το έργο των ΕΑΣΑΔιτων ήταν η παρακολούθηση της αντιστασιακής
δραστηριότητας των κατοίκων, οι συλλήψεις των «κομμουνιστων», και παντός
υπόπτου για συμμετοχή στις ΕΑΜικές αντιστασιακές οργανωσεις, και η
κατατρομοκράτηση όλων των κατοίκων.
Οι συλλήψεις και τα βασανιστήρια, όπως και οι ασελγείς πράξεις κατά γυναικών
πολλών χωριών, για παράδειγμα στον Αμπελωνα Τυρνάβου και στο χωριό Κουκουλοί
Ευβοίας, οι λεηλασίες σπιτιών και οι φόνοι ήταν καθημερινά φαινόμενα. Τα
πτώματα των δολοφονημένων τα πετούσαν στους δρόμους. Κάθε πρωί, στη Λάρισα, η
υπηρεσία καθαριότητας του δήμου φρόντιζε για την περισυλλογή και τη μεταφορά
τους στο νεκροταφείο. Το ίδιο γινόταν και στις άλλες θεσσαλικές μητροπόλεις.
Τις επιδρομές στα χωριά οι ΕΑΣΑΔίτες τις διοργάνωναν σε συνεργασία με τις
γερμανικές αρχές. Επιβαίνοντες σε γερμανικά αυτοκίνητα και συνοδευόμενοι από
Γερμανούς στρατιωτες των S.S., εμφανίζονταν αιφνιδιαστικά, περικύκλωναν τον
οικισμό και συνελάμβαναν ή σκότωναν εκείνους που επιχειρούσαν να απομακρυνθούν.
Στη Λάρισα, από καιρό ο Ε.Α.Σ.Α.Δ. είχε φροντίσει με επανειλημμένα δημοσιεύματά
του στην τοπική εφημερίδα «Λαρισαϊκός Τύπος», που λογοκρινόταν από τους
Γερμανούς, να γνωστοποιήσει ότι:
«.. εις περίπτωσιν κατά
την οποίαν γερμανικόν τμήμα στρατού περικυκλωσει ένα χωριό ή βαδίζει προς αυτό,
δεν πρέπει οι κάτοικοι τρομοκρατούμενοι να τρέπονται εις φυγήν, αλλά να
παραμείνωσι ο καθένας στην εργασίαν του ή στο σπίτι του βέβαιοι ότι ουδένα
κίνδυνον διατρέχουσι από τους Γερμανούς ή τον Ε.Α.Σ.Α.Δ .».
Διότι, όπως διευκρίνιζε η ανακοίνωση,
«οι επιχειρούντες να
διαφύγωσι θα συλλαμβάνονται και θα εκτελούνται επί τόπου άνευ διαδικασίας.
Είναι ομολογία ενοχής η απόπειρα διαφυγής. Πρέπει όλος ο πληθυσμός της υπαίθρου
να εννοήσει πλέον ότι οι Γερμανοί δεν πηγαίνουν στα διάφορα χωριά ως κατακτηταί
αλλά ως ελευθερωταί εκκαθαρίζοντες την ύπαιθρον από τα κομμουνιστικά στοιχεία,
που τόσες και τόσες καταστροφές συνεσώρευσαν εις αυτήν».
Δράση
Όταν έφθαναν στο χωριό οι ΕΑΣΑΔίτες, συνήθως τις πρωινές ώρες, το
περικύκλωναν και τοποθετούσαν φυλάκια στις διασταυρώσεις των δρόμων και σε
επίκαιρα σημεία του. Στη συνέχεια, ομάδες τους, στις οποίες περιλαμβάνονταν και
ντόπιοι με λευκά περιβραχιόνια, με την ένδειξη Ε.Α.Σ.Α.Δ., διέ τρεχαν το χωριό
και καλούσαν όλους τους κατοίκους του να συγκεντρωθούν στην πλατεία. Μερικοί
από αυτούς ορμούσαν στα σπίτια γνωστών αντιστασιακών στελεχών για να τους
συλλάβουν. Όταν αυτοί επιχειρούσαν να διαφύγουν, τους σκότωναν επι τόπου.
Στην περίπτωση που ο καταζητούμενος δεν ανακαλυπτόταν, συλλαμβάνονταν οι
οικείοι του . Κατά τον ίδιο χρόνο, άλλες ομάδες ΕΑΣΑΔιτών λεηλατούσαν αγρίως τα
σπίτια των «κομμουνιστών», τα οποία απογύμνωναν κυριολεκτικά αρπάζοντας
τρόφιμα, ρουχισμό, κοσμήματα, χρήματα και κάθε χρήσιμο αντικείμενο. Η αδυναμία
τους ήταν οι προίκες των κοριτσιών. Στο τέλος, από τους συγκεντρωμένους στην
πλατεία επέλεγαν τους «κομμουνιστές» και όσους οι πληροφορίες τους έφεραν ως
στελέχη των αντιστασιακών οργανώσεων.Μερικούς από αυτούς δεν δίσταζαν να τους
εκτελέσουν επιτόπου.
Τους υπόπτους, για τους οποίους δεν είχαν στοιχεία, και τις οικογένειες
στελεχών των αντιστα - σιακών οργανώσεων, όπως και τους νέους που είχαν
επιστρατεύσει για ένταξη στο Ε.Α.Σ.Α.Δ, μαζί με τα αγαθά των χωρικών που είχαν
αρπάξει, τους φόρτωναν στα γερμανικά αυτοκίνητα και τους οδηγούσαν στην έδρα
τους. Από κει τους μετέφεραν και τους περιόριζαν σε στρατόπεδα μέσα στην πόλη.
Τους υπόπτους, αναλόγως της περιπτώσεως, τους οδηγούσαν στα ανακριτικά γραφεία
της Γκεστάπο, των S.S., είτε σε ένα από τα πολλά γραφεία-κρατητήρια
του Ε.Α.Σ.Α.Δ.
Καθήκοντα ανακριτή επιτελούσαν τα περισσότερα από τα τοπικά ηγετικά στελέχη του
Ε.Α.Σ.Α.Δ.
Συνήθως η ανάκριση απέβλεπε στην απόσπαση πληροφοριών ή απλώς χρησίμευε ως
πρόσχημα για να δοθεί η ευκαιρία σε κάποιον ΕΑΣΑΔίτη να εκδικηθεί τον
ανακρινόμενο με τον οποίο είχε προηγούμενο. Συνοδεύονταν δε, σχεδόν πάντοτε,
από απίστευτης αγριότητας βασανιστήρια. Οι περισσότεροι από τους
ανακρινομένους ξεψυχούσαν στα χέρια των βασανιστών τους. Τα πτώματα των θυμάτων
τους, την ίδια νύχτα της ανάκρισης, τα πετούσαν στους δρόμους της πόλης, για να
τρομοκρατήσουν τον κόσμο, ή στο ποτάμι, όπου υπήρχε, όπως ο Πηνειός στη Λάρισα,
για να χαθούν τα ίχνη τους.
Όσοι είχαν την τύχη να επιζήσουν, μετά την ανάκριση μεταφέρονταν στα κτίρια
καταυλισμού του άλλοτε Τάγματος Γεφυροποιών, κοντά στο αεροδρόμιο,
που οι Γερμανοί το είχαν μετατρέψει σε στρατόπεδο κρατουμένων. Από τους
έγκλειστους στο στρατόπεδο επέλεγαν οι Γερμανοί άλλους για αγγαρείες στις
μονάδες τους, άλλους φόρτωναν στα τρένα και τους μετέφεραν στη Γερμανία, για να
δουλέψουν στα εργοστάσια, στους δρόμους ή στους αγρούς. Τους υπόλοιπους τους
κρατούσαν ομήρους. Μερικούς από αυτούς έπαιρναν και τουφέκιζαν ή απαγχόνιζαν,
κατά μηκος της σιδηροδρο-
μικής γραμμής Λάρισας-Αθηνών, ως αντίποινα, ύστερα από επιθέσεις των ανταρτών
του ΕΛΑΣ κατά γερμανικών μονάδων ή σαμποτάζ στις εγκαταστάσεις τους
Από τους ομήρους οι ηλικιωμένοι και οι μητέρες μικρών παιδιών, ύστερα από
κράτηση ημερών ή λίγων μηνών, αφήνονταν ελεύθεροι από τους ΕΑΣΑΔίτες ή τους
Γερμανούς, για να κλάψουν η να αναζητήσουν τα αγνοούμενα συγγενικά τους
πρόσωπα. Κάποτε είχαν τη δυστυχία να ανακαλύψουν τα διαμελισμένα κουφάρια τους
στους δρόμους της πόλης, σε ένα πρόχειρο και λαθραίο «σκάμμα» στο νεκροταφείο5, ή εκβρασμένα στις όχθες του Πηνειού. Οι συγγενείς
των συλληφθέντων αντιμετώπιζαν και τον χρηματισμό των θυτών η των συνεργατών
τους, οι οποίοι για να ελευθερώσουν δήθεν, «να σώσουν», τους δικούς τους
ζητούσαν χρυσές λίρες ή άλλο πολύτιμο αντικείμενο.
Η συμμορία του Γρηγόρη Σούρλα συστάθηκε τον Μάρτιο του 1944 απο τους Γερμανούς
στα πλαίσια του ΕΑΣΑΔ, με κύριο στόχο της την εξάπλωση του τρόμου στα χωριά του
Βόλου και την σύγκρουση με τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Απο την οργάνωση αυτή αναδύθηκε και η αισχρή προσωπικότητα του
Γρηγόρη Σούρλα το όνομα του οποίου έχει συνδεθεί στους ανθρώπους της περιοχής
με την έννοια του κλέφτη, του αλήτη και του τραμπούκου.
Έδρα της συμμορίας του Γρηγόρη Σούρλα ήταν το χωριό Δεμερλή κοντά στις γραμμές
του ΣΕΚ6 στο σημείο που αυτές ενώνονταν με
τις γραμμές του σιδηρόδρομου Βόλου- Καρδίτσας. Αρχηγοί της συμμορίας ήταν ο
Γρηγόρης Σούρλας και ο λοχαγός Ψύλλας. Η συμμορία είχε αδειάσει κυριολεκτικά,
το χωριό απο τους κατοίκους του, καθώς πλιατσικολόγησε τις σοδειές, τα ζώα και
τις αποθήκες του. Οι κάτοικοί του το εγκατάλειψαν φοβούμενοι για τις ζωές τους.
Η συμμορία του Σούρλα στρατολογούσε δια της βίας φτωχούς αγρότες, που
ακολουθούσαν με την βία ή τοπικούς εγκληματίες και ληστές και στις 2 Σεπτέμβρη
του 1944 αριθμούσε 250 περίπου άνδρες.
Για την ενίσχηση των θέσεων τους στην Δεμερλή, οι Γερμανοί είχαν τοποθετήσει
και άλλα δύο τμήματα στρατού τους στην περιοχή κοντά στα λημέρια του Σούρλα.
Ένα τμήμα είχε τοποθετηθεί σε ένα χτιστό πυργίσκο, ένα κοντά στον σιδηρόδρομο
των ΣΕΚ15 και ένα ακόμη
κοντά στον θεσσαλικό σιδηρόδρομο.
Στις 2 Σεπτέμβρη ο ΕΛΑΣ αποφάσισε να χτυπήσει τους Γερμανούς και την συμμορία
του Σούρλα. Μετά απο λεπτομερή μελέτη των θέσεων του εχθρού το Γενικό Αρχηγείο
αποφάσισε τα παρακάτω:
. Μία ύλη ιππικού
του ΕΛΑΣ αποφασίσθηκε να επιχειρήσει με σαρωτική έφοδο ενάντια στο
χωριο Δεμερλή
. Ο 2ος λόχος του
54ου Συνταγματος να εγκατασταθεί στα υψώματα του δρόμου προς Λαμία για να
καθυστερήσει πιθανή ενίσχυση των Γερμανών απο Λαμία.
. Ο 1ος λόχος του
54ου Συντάγματος θα διενεργούσε πολλαπλό σαμποτάζ στις γραμμές του τρένου για
να παρεμποδίσει την διέλευση θορακισμένων συρμών που χρησιμοποιούσαν για
ενίσχυσή τους απο την Λαμία οι Γερμανοί.
. Ο 3ος λόχος του
54ου Συντάγματος θα πλησίαζε τα τσιμεντένια φυλάκια, πολυβολεία και πόστο
μπλόκο των Γερμανών ήσυχα στο σκοτάδι και θα τα ανατίνασσε με χρήση ενός βαρέος
όλμου και αρκετών ελαφρών.
Υ.Β.Ε - Π.Α.Ο
Το καλοκαίρι του 1941
ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη η Γενική Επιθεώρησις Νομαρχιών, κλάδος της Γενικής
Διοικήσεως Μακεδονίας, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Αθ. Χρυσοχόου.
Η υπηρεσία αυτή συγκεντρώνει αναφορές της Χωροφυλακής και των Νομαρχιών και
στέλνει επίσημες εγκυκλίους και προκηρύξεις με θεωρητικές οδηγίες αντίδρασης
στη βουλγαρική και ρουμανική προπαγάνδα. Στα σπλάχνα της δημιουργείται η
οργάνωση Υ.Β.Ε, Υπερασπισταί Βορείου Ελλάδος κυρίως από
αξιωματικούς και στελέχη του κρατικού μηχανισμού της δοσίλογης κυβέρνησης, με
καταστατικό σκοπό την «συνεργασίαν μετά των Συμμάχων Εθνών κατά των
κατακτητών» και την μεταπελευθερωτική «τήρησιν της τάξεως και της εθνικής
συνοχής», με «εξουδετέρωσιν πάσας εκδηλώσεως αναρχίας»
Ιδρυτές της είναι 4 αξιωματικοί, οι ταγματάρχες Ι. Παπαθανασίου, Ε. Δόρτας,
Θ. Μπάρμπας και ο λοχαγός Α. Σακελλαρίδης. Η Υ.Β.Ε στρέφεται εναντίον των
Βουλγάρων που κατέχουν την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη και δευτερευόντως
εναντίον των Ιταλών και των Ρουμάνων που συνεργάζονται για τη δημιουργία εστιών
εθνικών διεκδικήσεων από τους τελευταίους.
Τελούσε «υπό τας διαταγάς της
Κυβερνήσεως του Καΐρου»9 Στην πράξη, η
οργάνωση απείχε από οποιαδήποτε αντιγερμανική ενέργεια, εκτιμώντας ότι κάτι
τέτοιο θα απέβαινε υπέρ της ...Βουλγαρίας.
Την Άνοιξη του 1943 μετονομάζεται σε Π.Α.Ο. Αποκλειστικός στόχος
των ομάδων της Π.Α.Ο, υπήρξε το Ε.Α.Μ και ο Ε.Λ.Α.Σ. Μετά από μια σειρά
αναμετρήσεων, οι εθνικές συμμορίες της Π.Α.Ο είτε διαλύθηκαν είτε προσχώρησαν
στον Ε.Ε.Σ. Ενα τμήμα της καθοδήγησης διαφώνησε μ' αυτή την επιλογή, κράτησε
όμως μέχρι τέλους επαφή με τους πρώην συμπολεμιστές του. Η ομάδα Π.Α.Ο, παρά
τις επανειλημμένες προσπάθειες του επιτελείου της, ουδέποτε αναγνωρίστηκε
επίσημα ως συμμαχική δύναμη από το Συμμαχικό Στρατηγείο. Το καλοκαίρι του 1944,
αντίθετα, βρετανοί αξιωματικοί την αποκήρυξαν δημόσια. Την ίδια εποχή,
αναλυτική έκθεση των βρετανικών υπηρεσιών για τον ένοπλο δοσιλογισμό στην
Ελλάδα περιλαμβάνει ειδικό παράρτημα για την Π.Α.Ο, επισημαίνοντας ότι τα
τμήματά της στην Κοζάνη «άρχισαν να συνεργάζονται με τους Γερμανούς» ήδη από
τον Σεπτέμβριο του 1943
Δράση στη Μακεδονία
Μετά τις επιχειρήσεις που διεξήγαγε ο Ε.Λ.Α.Σ. στην Βόρεια Μακεδονία κατά των
Γερμανών και των Βουλγάρων την άνοιξη του 1944, στην περιοχή κάνει την εμφάνισή
της η Π.Α.Ο. Οι ομάδες της Π.Α.Ο δεν υποκινούνταν ασφαλώς από φιλοπατριωτικά
αισθήματα, υποβοηθούσαν την Γκεστάπο και τις δυνάμεις των κατακτητών στην
περιοχή.
Στην περιοχή γνωστός αρχηγός της Π.Α.Ο ήταν ο Κώστας
Παπαδόπουλος, ο οποίος ξεκίνησε τη δράση τουστην ΠΑΟ τον Ιούλιο
του 1943 υπό τις διαταγές του υπομοίραρχου Χωροφυλακής Δοϊράνης -
ΠΑΟ Κωνσταντίνου Μήτσου, ενημερώντας το
Φρουραρχείο Θεσσαλονίκης για την κομμουνιστική κίνηση στην περιοχή Μουριών,
αναλαμβάνοντας, με την υποστήριξη κυρίως των τουρκόφωνων προσφύγων του Κιλκίς,
την ανεύρεση κρυμμένων όπλων και την τροφοδοσία του τμήματός του. Έμπαινε σε
σπίτια χωρικών και, αφού τους ξυλοκοπούσε, ρωτούσε να μάθει πληροφορίες για τον
Ε.Λ.Α.Σ.. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό της σύλληψης του αριστερού αγρότη
Λαμπριανίδη Κώστα. Οι ΠΑΟτζήδες τον βασάνισαν φρικτά και αφού του έκοψαν τα
αυτιά και την μύτη τον λιάνισαν και τον πέταξαν σε παρακείμενο ρέμα. Μετά τη
δολοφονία, κατευθύνθηκαν στο χωριό Ροδάνα και το λεηλάτησαν. Παράλληλα, άλλες
ομάδες τις Π.Α.Ο έκαιγαν και λεηλατούσαν το χωριό Κεντρικό. Εκεί οι ΠΑΟτζήδες
μάζεψαν τις γυναίκες του χωριού και αφού τις βίασαν και τις έδειραν, τις
κούρεψαν γιατί όπως είπαν ήταν όλες του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ.
Φυσικά, αργότερα οι δυνάμεις των Γερμανών απαίτησαν μεγαλύτερη δράση κατά του
Ε.Λ.Α.Σ.. Έτσι η Π.Α.Ο οργανώθηκε καλύτερα. Σε πολλά χωριά του Κιλκίς
δημιούργησαν τα λεγόμενα φρουραρχεία και όπλιζαν χωρικούς με το ζόρι. Έδρα της
Π.Α.Ο ορίστηκε το Κιλκίς και αρχηγός της ο Κώστας Παπαδόπουλος. Ανοιχτά, πια οι
ΠΑΟτζήδες οπλίζονταν από τον γερμανικό στρατό και τους Βούλγαρους. Με τις επιχειρήσεις
του γερμανικού στρατού και των Βουλγάρων, οι ΠΑΟτζήδες βγαίνουν και αυτές στο
πλευρό τους κατά των ΕΛΑΣιτών. Λεηλατούν πολλά χωριά όπως τις Μουριές και το
Βαθύ, ενώ δινεργούν συλλήψεις και εκτελέσεις πολλών στελεχών του Ε.Α.Μ
και του ΚΚΕ. Σε χωριά όπως το Κεντρικό δολοφονούνται μέχρι και γυναίκες. Τα
χωριά οπλίζονται στο πλευρό του Ε.Λ.Α.Σ.. Τα μόνα χωριά που δεν τολμούν να
εναντιωθούν στην Π.Α.Ο και τους Ναζί είναι οι Πετράδες και η Γαύρα, διότι στην
περιοχή υπήρχε ισχυρό Φρουραρχείο με φρούραρχο τον φρικτό Σάββα που σκότωνε και
έκαιγε ανηλεώς.
Στο χωριό Μονολίθι ο φρούραρχος Στάθης συλλαμβάνει τον εφεδρο ΕΛΑΣίτη Σάββα
Μασμανίδη και τον βασανίζουν μέχρι να υποδείξει μερικά παλιά κρησφύγετα με
μερικά σπασμένα όπλα. Στα Κρούσια οι ΠΑΟτζήδες με τους Γερμανούς ορίζουν μια
τριμελή επιτροπή που όποτε χρειάζονται τρόφιμα τους τα μαζεύει σε βάρος των
ντόπιων χωρικών που πεινούν. Την Μεγάλη Πέμπτη του Πάσχα οι ΠΑΟτζήδες
επιδράμουν στο χωριό Αντιγόνια και πλιατσικολογούν. Στα χωράφια γύρω από το
χωριό συλλαμβάνουν τους κομμουνιστές Γρηγόρη και Κυριάκο Μασμανίδη και τους
δολοφονούν άγρια. Από τότε και μετά οι ΠΑΟτζήδες κατεβαίνουν κάθε Κυριακή στο
χωριό και αρπάζουν τον κόπο όλης τους βδομάδας από τα χωράφια. Το ίδιο γίνεται
και στα χωριά Κεντρικό και Μαυροπλαγιά.
Στο χωριό Κεντρικό τον Δεκαπενταύγουστο του χωρίο γιόρταζε στην εκκλησία
της Παναγίας. Κατά την λειτουργία, έφθασαν και οι ΠΑΟτζήδες και άρχισαν να
πυροβολούν και να σπρώχνουν τον κόσμο. Αργότερα τον μάζεψαν στην πλατεία και
εκεί έκανε την εμφάνισή του ο Παπαδόπουλος και μερικοί Γερμανοί επιτελείς. Εκεί
ο Παπαδόπουλος ανακοίνωσε "Μόλις διαλύσαμε με τους Γερμανούς το 131
Σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ.. Μόλις διαλύσουμε και τα άλλα τους τμήματα οι Γερμανοί θα
μας αφήσουν μόνους μας να κυβερνάμε εδώ.
Μάχες με τον Ε.Λ.Α.Σ
Στα τέλη Ιουνίου του
1944, στο πλευρό του Ε.Λ.Α.Σ. έσπευσαν και μερικοί Σέρβοι παρτιζάνοι του Τίτο
που πολεμούσαν στα σύνορα με την Βουλγαρία. Οι ΠΑΟτζήδες νόμιζαν πως ήταν
Βούλγαροι και όταν τους είδαν στα υψώματα της Μαυροπλαγιάς έσπευσαν να χαιρετίσουν.
Οι Σέρβοι τους άφησαν να πάνε κοντά και μετά τους θέρισαν με τα όπλα
τους. Αργότερα στο χωριό Χέρσο μαζεύτηκαν ισχυρές δυνάμεις της Π.Α.Ο με
αρχηγό κάποιον Γεωργαντά. Είχαν μαζευτεί για να χτυπήσουν τους ΕΛΑΣίτες και
τους παρτιζάνους. Σε σύγκρουση που έγινε με τον Ε.Λ.Α.Σ. στην Μαυροπλαγιά, οι
ΠΑΟτζήδες ηττήθηκαν κατά κράτος και υποχώρησαν άτακτα. Την επόμενη οι ΕΛΑΣίτες
και οι Σέρβοι μπήκαν στο χωριό Κεντρικό. Το βράδυ πιάσαν τα υψώματα. Ο κόσμος
του φίλαγε και τους χαιρετούσε καθώς πέρναγαν. Το πρωί της επόμενης κινήθηκαν
οι Γερμανοί για να χτυπήσουν το Κεντρικό. Το ίδιο απόγευμα έφθασε και το 13ο
Σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ. στην περιοχή. Οι Γερμανοί καλούν σε βοήθειά τους και τους
Βούλγαρους και ξεκινά μια αιματηρή μάχη στα χωριά Κεντρικό και Μουριές. Οι
Γερμανοί, οι ΠΑΟτζήδες και οι Βούλγαροι θερίζονται παντού. Μάχες δίνονται και
στα χωριά Βάθη, Θεοδωρέικα και στα Κρούσια. Παντού η ίδια κατάσταση: Νίκη για
τον Ε.Λ.Α.Σ.. Το 13ο Σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ. χτυπιέται παντού. Δίνει μάχες
στα χωριά Ευκαρπία, Τέρπυλο, Ανάβρυτο και στην Νέα Σάντα. Οι Γερμανοί
αποδεκατίζονται στο χωριό Άγιο Παντελεήμονα.
Με την υποχώρηση των Γερμανών τον Νοέμβρη του 1944, πολλοί ΠΑΟτζήδες ακολουθούν
τα στρατεύματα των Ναζί πίσω στην Γερμανία. Αρκετοί ΠΑΟτζήδες μαζεύτηκαν και στην
Κατερίνη για να παραδοθούν στους Άγγλους. Στις 4 Νοέμβρη ο Ε.Λ.Α.Σ. κυκλώνει το
Κιλκίς. Ζητάνε από τους ΠΑΟτζήδες να παραδοθούν. Εκείνοι επιτίθενται μαζικά και
καταφέρνουν να σπάσουν τον κλοιό των ανταρτών και να διαφύγουν προς τα έξω.
'Ομως ο Ε.Λ.Α.Σ. έχει μαζί του και ιππικό από την Λάρισα. Δεν γλιτώνει ούτε
ένας ΠΑΟτζης. Στην μέσα πόλη του Κιλκίς, οι ΠΑΟτζήδες έχουν οχυρωθεί στο ύψωμα
Άγιος Γεώργιος. Ο Ε.Λ.Α.Σ. το εκπορθεί με το πυροβολικό του. Χάνονται πολλά
παλικάρια του Ε.Λ.Α.Σ.. Οι κάτοικοι του Κιλκίς πανηγυρίζουν την απελευθέρωση.
Στη περιοχή της Δράμας το 13ο Σύνταγμα χτυπιέται με ΠΑΟτζήδες και Βουλγαρους με
αρχηγό τον Αντόν Τσαούς Φωστερίδη. Ο Ε.Λ.Α.Σ. τους διαλύει και επιστρέφει στο
Κιλκίς. Οι κάτοικοι ραίνουν τους αντάρτες με λουλούδια. Αργότερα το ΕΑΜ
οργανώνει λαικά δικαστήρια στο Κιλκίς. Εκτελούνται μερικοί συνεργάτες και
αρκετοί ΠΑΟτζήδες. Στο δικαστήριο παραδίνεται και ο υπαρχηγός της Π.Α.Ο Αγάπιος
Μαυροπλαγιάς. Στην δίκη του παρευρίσκεται η μάνα δύο ΕΑΜιτών που ο Μαυροπλαγιάς
πέταξε από το παράθυρο του σπιτιού τους μετά από φρικτά βασανιστήρια. Ο
Μαυροπλαγιάς θα εκτελεστεί όμως το πλήθος δεν θα επιτρέψει να ταφεί σε
νεκροταφείο της πόλης. Τελικά το σώμα θα ταφεί από τους Άγγλους στο στρατόπεδό
τους. Εν τω μεταξύ στην Κατερίνη βρίσκεται κρυφά και ο αρχηγός της Π.Α.Ο
Παπαδόπουλος που περιμένει να παραδοθεί στους Άγγλους.
Η φρικτή Π.Α.Ο θα επαναδραστηριοποιηθεί το 1945. Όσα μέλη της είχαν απομείνει
μαζεύτηκαν το 1945 στο Κιλκίς και έστησαν μπλόκο έξω από την πόλη. Έπιαναν τους
αριστερούς και τους αντιστασιακούς και του βασάνιζαν φρικτά. Πολλοί
εκτελέστηκαν ή πεθαναν από το ξύλο. Το ίδιο γίνεται με την ευλογία του αστικού
κράτους και σε πολλά χωριά του Κιλκίς όπως η Ευκαρπία. Το όργιο συνεχίζεται
μέχρι το 1946. Μέλη της Π.Α.Ο και των άλλων οργανώσεων του δοσιλογισμού
βασανίζουν, εκτελούν και καταστρέφουν σε όλο το Κιλκίς. Τον Μάη του 46
δολοφονούν τον Βασίλη Τσιμαλίδη στο χωράφι του. Κρεμούν το κεφάλι του σε
δέντρο. Σύντομα στο Μπέλες θα δημιουργηθεί το αρχηγείο του ΔΣΕ. Πολλά καθάρματα
της Π.Α.Ο θα βρούν την Δαμόκλειο σπάθη από τους αντάρτες, ακόμα περισσότεροι
όμως θα διαφύγουν και θα επανδρώσουν αργότερα τις τάξεις της Χωροφυλακής και
του ΕΣ..
Προκήρυξη της Π.Α.Ο.
Ρωτήστε, Εξετάστε, Μάθετε
Ρωτήστε τι είπε το Λονδίνο στις 24 και 28 του μηνός. Είπε ότι τα όπλα δεν
δόθηκαν στους Έλληνας για να σκοτώνονται μεταξύ τους. Είπε ότι στο ΕΑΜ δεν
είναι όλοι Κομμουνισταί, υπάρχουν και αρκετά εθνικόφρονα στοιχεία. Μα την
κατεύθυνση την δίδουν οι Διεθνισταί.
Ρωτήστε με ποιους τα έβαλε το ΕΑΜ. Με όλες, μα όλες ανεξαιρέτως τις εθνικές
ομάδες και με κείνες ακόμα που βγήκαν πρώτες στο βουνό και φέραν την μεγαλύτερη
και ουσιαστικώτερη ζημιά στους κατακτητάς. Προδότες λοιπόν όλοι; Και μόνον
πατριώτες οι Διεθνισταί και Βούλγαροι που μέσω του ΣΝΟΦ διευθύνουν το ΕΑΜ;
Ρωτήστε πόσους σκότωσαν, τους περισσότερους με κρέμασμα μονάχα τον μήνα
Σεπτέμβριο στις περιοχές Βεροίας, Εδέσσης, Κιλκίς. Πάνω από 100.
Ρωτήστε ήταν κανένας από αυτούς μαυραγορίτης, μεγαλοκαρχαρίας, φίλος των
Γερμανών, ήταν έστω και ένας Βουλγαρόφρων; ΚΑΝΕΝΑΣ. Ήταν όλοι Έλληνες
πατριώται, φτωχοί χωρικοί, παππάδες, χωροφύλακες, αξιωματικοί, επιστήμονες.
Ρωτήστε πόσοι σκοτώθηκαν σε μια συμπλοκή μονάχα που έγινε στην περιοχή του
Κιλκίς, στις 19 Οκτωβρίου; 50 του ΕΑΜ και 10 εθνικόφρονες. Μεταξύ των 50 του
ΕΑΜ ήσαν 6 Εβραίοι, 4 Αρμένιδες και 4 Βούλγαροι.
Κλαίμε τα άδικα σκοτωμένα ελληνόπουλα, άσχετα σε ποια παράταξη ευρίσκονται.
Αλλά ποιος φταίει;
Φταίει εκείνος που τόσο ύπουλα και σατανικά κατώρθωσε να κρύβεται πίσω από
την νέα μάσκα του δήθεν Εαμίτη και του δήθεν Διεθνιστή. Ο Βούλγαρος γιατί αυτός
είναι. Αυτός έκανε το θαύμα του. Αυτός κατώρθωσε να πάρη τις ηγετικές θέσεις
του ΕΛΑΣ και να ρίχνη τον έλληνα κατά του Έλληνος. Εγγλέζικες εφημερίδες
ομόθυμα κάνουν έκκλησι στους Έλληνας να ομονοήσουν γιατί αλλοιώς θα πάνε
χαμένες οι θυσίες που υπέστησαν και οι υπηρεσίες που προσέφεραν. Εμείς, θύματα,
σκοτωμένοι, προγεγραμμένοι, τσαλαπατημένοι, συκοφαντημένοι από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ
υπακούομε εν τούτοις γιατί, πρώτα απ’ όλα, είμαστε Έλληνες, ή καλύτερα μονάχα
Έλληνες.
Προτείνουμε, λοιπόν, τίμια και καθαρά. Είμαστε πρόθυμοι, όπως είμασταν και
πάντοτε να συνεργαστούμε με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, φτάνει αυτό να παραδεχθή τα εξής:
1) Μεγάλη Ελλάδα μετά τον πόλεμον
2) Οι Βούλγαροι είναι ομαδικά υπεύθυνοι για τα κακουργήματα και όχι μόνον ο
Βόρις και ο Φίλωφ.
3) Εξασφάλισι λαϊκής ελευθερίας ώστε ελεύθερα να αποφασίση ο ελληνικός λαός
και όχι υπό την πίεσι τρομοκρατίας
4) Ό,τι αποφασίση ο λαός να γίνη σεβαστό ανεπιφύλακτα από όλους
5) Παραδεχόμεθα απόλυτα την ανάγκην πολιτικής δικαιοσύνης και αναγεννήσεως,
μα και την ανάγκην τιμωρίας των προδοτών και εκμεταλλευτών του λαού
6) Ζητάμε να μας αφήσουν ελεύθερους να διεξάγωμεν τον απελευθερωτικόν αγώνα
μαζί μ’ αυτούς. Να γίνη ένα κοινό στρατηγείο και μια κοινή Επιτροπή Αγώνος. Να
πάψη αμέσως ο εμφύλιος πόλεμος.
Αυτά προτείνουμε και τώρα, όπως και τόσες άλλες φορές. Ζητάμε πολλά; Ο
Ελληνικός λαός ας κρίνη. Τα δέχονται; Ας απαντήσουν καθαρά.
Εάν έχουν αυτοί την κατεύθυσιν και όχι οι Βούλγαρι, πρέπει να δεχθούν.
Ρωτήστε, Εξετάστε, Μάθετε
Έλληνες!
Πριν πιστέψετε τις συκοφαντίες των οψίμων υπερπατριωτών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ,
Ρωτήστε, Εξετάστε, Μάθετε και μόνον αν μάθετε ποιοι είναι οι κατήγοροι και
ποιοι οι συκοφαντούμενοι, μπορεί να βγάλετε συμπέρασμα, με ποιο μέρος βρίσκεται
η αλήθεια.
Ρωτήστε Ποιοι κρύβονται υπό τα ψευδώνυμα των εθνικών ηρώων, ή είναι
πασίγνωστοι διεθνισταί, ή γνωστά επίσης όργανα της Βουλγαρικής Λέσχης με
το καινούργιο προσωπείο του Σνοφίτη.
Σκεφθήτε Εάν η ΠΑΟ και οι άλλες εθνικές οργανώσεις θέλανε να έρθουν σε
επαφή με τους Γερμανούς, θα μπορούσαν ναι ή όχι; Εφοδιαζόμενοι να επικρατήσουν
αμέσως παντού; Αυτή όμως την επαφή ούτε την θέλουν, ούτε θα την θελήσουν ποτέ.
Η ΠΑΟ και οι άλλες εθνικές οργανώσεις ξέρουν ότι η σημερινή κατάντια της
Ελλάδος μας οφείλεται στους Γερμανούς και μόνους.
Και στην σημερινή κατάντια αυτοί μονάχα πόνεσαν.Οι διεθνισταί την εύχονταν
και την περίμενανσαν θείο δώρο, γιατί έτσι μπόρεσαν να τσιλιμπουρδίσουν
Έλληνες εθνικόφρονες!
Οι περισσότεροι Βεροιώτες ξέρουν την περίφανη απάντηση που έδωσε ο τόσο
συκοφαντηθείς υπομοίραρχος Τσακάρας σε αντιπρόσωπο Γερμανού αξιωματικού που του
διεβίβασε ωρισμένες προτάσεις εγγράφους.
Έτσι μίλησε το Θεσσαλικό Ελληνόπουλο:
''Πέστε στον Γερμανό ότι οι Έλληνες πατριώτες και πολύ περισσότερο οι
αξιωματικοί δεν είναι ποτέ δυνατόν να έρθουν σε επαφή με εκείνους, που μας
έφεραν τους Ιταλούς,ενώ τους νικήσαμε, που μας έφεραν τους Βουλγάρους χωρίς να
πολεμήσουν, που μας έφεραν σ'αυτό το χάλι''
και έσχισε το γράμμα πριν το διαβάση.
Έλληνες πατριώται!
Ρωτήστε, Εξετάστε, Μάθετε και όταν μάθετε και φρίξετε, γραφήτε αμέσως όλοι
ομαδικά στην ΠΑΟ και στις άλλες εθνικές οργανώσεις.
Έλληνες!
Έχετε υπερτάτη εθνική υποχρέωσι να διαφωτισθήτε.
Ρωτήστε γιατί σκοτώσανε τον υπάλληλο του Ε.Υ.Υ.Ε.Μ. στα Γιαννιτσά; Να
γιατί. Είχε προσχωρήσει από άδολο πατριωτισμό στις ομάδες του ΕΛΑΣ, αλλά
έστρεψε μόλις είδε ποιοι την διοικούν και τι σκέπτονται. Έφυγε με την απόφασι
να μιλήση τι είδε. Επρόφθασε να μιλήση αλλά με δυο μέρες επλήρωσε με την ζωή
του το θάρρος του
Ρωτήστε τι έγινε στις 21 το μηνός στην Αρναία. Είχανε συγκέντρωσι την ημέρα
της εβδομαδιαίας αγοράς. Επρόκειτο να μιλήσουν δύο γνωστοί διεθνισταί έφεδροι
Αξιωματικοί που είχαν ξεπέσει προπολεμικά από τον βαθμό τους για τα φρονήματά
τους. Στην συγκέντρωσι πολλές κόκκινες σημαίες και καμία ελληνική. Μερικοί
θαρραλέοι Έλληνες πατριώται θέλησαν να διαμαρτυρηθούν γι’ αυτό Ένας από αυτούς
ρίχθηκε στο ποτάμι και υποχρέωθηκε να φωνάξη τρεις φορές διεθνιστικά συνθήματα
και την φράσι «Θάνατος στους μονίμους αξιωματικούς».
Ρωτήστε τι ήταν ο δάσκαλος Τζήκας από το Κωσταράζι και ο πολίτης Καρσάκης
από την Ιεροπηγή της Καστοριάς. Ήσαν εθνικοί ήρωες και μάρτυρες. Είχαν σαπήσει
τα κρέατά τους από τα μαρτύρια που τράβηξαν από τους Ιταλούς και τους
Βουλγάρους. Γιατί λοιπόν αυτούς τους σκότωσε το ΕΑΜ; Γιατί είχανε το θάρρος να
διαμαρτυρηθούν για την Εαμοβουλγαρική συναδέλφωσι.
Ρωτήστε ποιοι διοικούν το Στρατηγείο της Λάγκας στην Καστοριά. Να ποιοι. Ο
Λουκάς Δημανίδης, ο Κεραμιδάς, ο Φώτης, ο δικηγόρος Μητρόπουλος, όλοι αυτοί που
Διοικούσαν και Διοικούν και τους Κομιτατζήδες που έσφαξαν και ρήμαξαν κάθε
ελληνικό και κάθε Έλληνα. Εάν δεν έχετε ακούσει, ρωτήστε έναν οποιονδήποτε
Καστοριανό ή ΔΥΤΙΚΟ ΜΑΚΕΔΟΝΑ να σας πη.
Ρωτήστε τι ήταν ο Τζήμας, ο Λαζαρίδης, Τερπόφσκυ, ο Μάγκος και τι είναι
τώρα. Όργανα της Βουλγαρικής Λέσχης που βγήκαν από την φυλακή, που κρατιόνταν
ως διεθνισταί με την ενέργεια της Βουλγαρικής Πρεσβείας και τώρα είναι ηγετικά
στελέχη του ΕΑΜ
Ρωτήστε ποιος έγραψε τις προκηρύξεις για την 25η Μαρτίου στην Έδεσσα. Τις
έγραψε ο διαβόητος Βούλγαρος Κάλτσεφ και τις μοίρασε ο πράκτωρ της Βουλγαρικής
Λέσχης αλλά και ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ, Αν. Σέκερης.
Ρωτήστε, Εξετάστε, Μάθετε ποιος σκότωσε τον ιερέα Νισελίου Παπά Κώστα
Μπαϊράμη στις 30.9.1943 και γιατί. Ο Παπακώστας ήταν ένας εθνικός ήρωας που
πολεμούσε ακατάπαυστα τον κατακτητή αλλά και δεν εδέχετο να γίνη όργανον των
Διεθνιστών. Ήθελε βλέπεις, Μεγάλη Ελλάδα. Αυτό ήταν το μεγάλο του έγκλημα.
Ρωτήστε. Δεν θέλουμε να πιστέψτε τίποτα ανεξέταστα. Ρωτήστε από την
Καστοριά, από την Αρδαία. Εάν σας λέμε ψέμματα ή υπερβολές, τότε πιστέψτε ότι
έχει δίκηο το ΕΑΜ. Εάν όμως σας λέμε την αλήθεια, ε, τότε, κανένας έλληνας
πατριώτης δεν μπορεί να έχη επαφή μ’ αυτούς τους ανθρώπους, με τις ιδέες και
τις πράξεις των.
Η μόνη σωτηρία μας είναι η συγκέντρωσις και η οργάνωσις όλων των εθνικών
στοιχείωνστην ΠΑΟ και στις άλλες εθνικές οργανώσεις.
Ζήτω η μεγάλη ελεύθερη Ελλάδα!
ΠΑΟ16
Η Π.Α.Ο. και ο συνταγματάρχης Χρυσοχόου
Ο συνταγματάρχης Χρυσοχόου υπήρξε Γενικός
Επιθεωρητής Νομαρχιών Μακεδονίας για λογαρια- σμό μιας δοτής κυβέρνησης,
μη εκλεγμένης από τον ελληνικό λαό, που λειτουργούσε για λογαριασμό των αρχών
Κατοχής.
Υπήρξε ο επικεφαλής της υπηρεσίας αντιμετώπισης αντεθνικής προπαγάνδας,
«υπηρεσία πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως» την ονόμαζε, με δεδηλωμένο επίσης
στόχο, την ενημέρωση της Μέσης Ανατολής για τις κινήσεις των βουλγαροφρόνων και
των ρουμανιζόντων της Μακεδονίας – στην πραγματικότητα όμως, υπήρξε ένας κοινός
συκοφάντης του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Η υπηρεσία πληροφοριών του Χρυσοχόου, λειτουργούσε με την ανοχή των Γερμανών
οι οποίοι κατ' αυτόν "ουδέποτε ηδυνήθησαν να ανεύρωσι στοιχεία εις βάρος
μου", παρ' ότι υποτίθεται πως κτυπούσε τους Βουλγάρους συμμάχους τους και
για την περάτωση του έργου της συνεργαζόταν με το σύνολο των δοτών νομαρχών και
«ελληνικών» αρχών Ασφαλείας της κατεχόμενης Μακεδονίας, των οποίων άλλωστε ο
Χρυσοχόου, ήταν ο πολιτικός προϊστάμενος. Ο ίδιος ο ιδρυτής της ΠΑΟ, ο Ιωαάννης
Παπαθανασίου, θα παραδεχθεί αργότερα πως ο «χαρτοπόλεμος» του Χρυσοχόου,
«εστρέφετο κυρίως εναντίον του κομμουνισμού κατά πιστόν αντίγραφον των ομιλιών
του Γκαίμπελς».17
Με την ιδιότητα και του Φρουράρχου Θεσσαλονίκης, διετέλεσε
στρατιωτικός προϊστάμενος των «ελληνικών» αρχών Ασφαλείας της Θεσσαλονίκης,
αλλά και ο συντονιστής του έργου των προδοτικών Ταγμάτων Ασφαλείας της πόλης
(Δαγκουλαίοι, ΕΕΣ κλπ.)
Ο Αθανάσιος Χρυσοχόου αρνήθηκε πως υπήρξε μέλος της Π.Α.Ο. O συνιδρυτής της
Οργάνωσης, Ι. Παπαθανασίου, όπως και ο δεύτερος επιτελάρχης της, Αρ.
Αργυρόπουλος, έχουν αρνηθεί μετά βδελυγμίας την κατηγορία πως ο δοσίλογος συνταγματάρχης («αντισυνταγματάρχη» τον αποκαλεί η γερμανική
έκθεση), υπήρξε μέλος της. Η πραγματικότητα ωστόσο, φαίνεται αρκετά
περίπλοκη, όπως αρκετά περίπλοκη υπήρξε και η ιστορία της ίδιας της
Π.Α.Ο.
Το ότι η γερμανική έκθεση αναφέρεται στα τάγματα της Π.Α.Ο., κάνοντας λόγο με βεβαιότητα για «εθελοντικά τάγματα του αντισυνταγματάρχη Χρυσοχόου», αυτό σημαίνει πως, είτε ο ίδιος έχει ισχυριστεί κάτι τέτοιο ενώπιον των Γερμανών, είτε πως οι τελευταίοι έχουν βάσιμες πληροφορίες πως κάτι τέτοιο όντως συμβαίνει, είτε πως η θεώρηση αυτή, έχει τόσο πολύ συζητηθεί εντός της υπηρεσίας, ώστε να φθάσει να θεωρείται ως δεδομένη. Για καλή τύχη της οργάνωσης, ο Χρυσοχόου, αρκετά χρόνια αργότερα, θα ισχυριστεί πως ισχύει η πρώτη εκδοχή:
«Η Υ.Β.Ε., χρηματοδοτηθείσα το 1943 εκ του εξωτερικού δι’ εθνικόν αγώνα, εχρησιμοποίησε την υπ’ εμού οργανωθείσαν υπηρεσίαν πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως δια την ανάπτυξίν της. Αι πρώται όμως κατά Μάρτιον 1943 ενέργειαι αυτής (δι’ αξιωματικού της υπηρεσίας μου) εν Πολυκάστρω προς προσεταιρισμόν οπαδών και εξεύρεσιν όπλων, ασυνέτως εκδηλωθείσαι, επροδόθησαν εις τους Γερμανούς, οίτινες αμέσως επελήφθησαν εξετάσεων και απεκάλυψαν το γεγονός.(…) Όντως, εις την αμέσως επακολουθήσασαν πολύωρον εξονυχιστικήν ανάκρισίν μου υπό τριών Γερμανών αξιωματικών, ανέλαβον την ευθύνην των εν Πολυκάστρω γεγονότων, αλλά κατώρθωσα να διασκεδάσω τας υπονοίας των Γερμανών περί ενεργειών στρεφομένων ενατίον των».7
Το ότι η γερμανική έκθεση αναφέρεται στα τάγματα της Π.Α.Ο., κάνοντας λόγο με βεβαιότητα για «εθελοντικά τάγματα του αντισυνταγματάρχη Χρυσοχόου», αυτό σημαίνει πως, είτε ο ίδιος έχει ισχυριστεί κάτι τέτοιο ενώπιον των Γερμανών, είτε πως οι τελευταίοι έχουν βάσιμες πληροφορίες πως κάτι τέτοιο όντως συμβαίνει, είτε πως η θεώρηση αυτή, έχει τόσο πολύ συζητηθεί εντός της υπηρεσίας, ώστε να φθάσει να θεωρείται ως δεδομένη. Για καλή τύχη της οργάνωσης, ο Χρυσοχόου, αρκετά χρόνια αργότερα, θα ισχυριστεί πως ισχύει η πρώτη εκδοχή:
«Η Υ.Β.Ε., χρηματοδοτηθείσα το 1943 εκ του εξωτερικού δι’ εθνικόν αγώνα, εχρησιμοποίησε την υπ’ εμού οργανωθείσαν υπηρεσίαν πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως δια την ανάπτυξίν της. Αι πρώται όμως κατά Μάρτιον 1943 ενέργειαι αυτής (δι’ αξιωματικού της υπηρεσίας μου) εν Πολυκάστρω προς προσεταιρισμόν οπαδών και εξεύρεσιν όπλων, ασυνέτως εκδηλωθείσαι, επροδόθησαν εις τους Γερμανούς, οίτινες αμέσως επελήφθησαν εξετάσεων και απεκάλυψαν το γεγονός.(…) Όντως, εις την αμέσως επακολουθήσασαν πολύωρον εξονυχιστικήν ανάκρισίν μου υπό τριών Γερμανών αξιωματικών, ανέλαβον την ευθύνην των εν Πολυκάστρω γεγονότων, αλλά κατώρθωσα να διασκεδάσω τας υπονοίας των Γερμανών περί ενεργειών στρεφομένων ενατίον των».7
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Χρυσοχόου, οι Γερμανοί πειστήκανε πως η συγκέντρωση όπλων στο Πολύκαστρο του Κιλκίς, δεν αφορούσε αντιστασιακές ενέργειες, αλλά αντικομμουνιστικές. Και οι ισχυρισμοί αυτοί, φαίνονται να επιβεβαιώνονται πανηγυρικά, στην Έκθεση των γερμανικών υπηρεσιών για τον Κούκο, από την εκφραζόμενη βεβαιότητά τους, ότι τα Τάγματα της ΠΑΟ στην Πιερία με επικεφαλής τον Τσακάρα, τον Γουλγουντζή και τον Τσαμασιώτη, ήσαν εθελοντικά αντικομμουνιστικά τάγματα που δεν στρέφονταν εναντίον των ιδίων, αλλά εναντίον των κομμουνιστών. Και την πεποίθηση αυτή, καμία αντιναζιστική δραστηριότητα της ΠΑΟ στην Πιερία δεν καταφέρνει να την αλλάξει, μέχρι και τον Φεβρουάριο του 1944, οπότε συντάσσεται η Έκθεση
Ο Ε.Λ.Α.Σ για το ρόλο της Π.Α.Ο
Η ΠΑΟ και το προδοτικό έργο
Ο ντόπιος φασισμός λύσσαξε. Ύστερα από το πέσιμο της μάσκας του υπέρ
πατριώτη κα ι υπέρ λαϊκού αγωνιστή, που ανεπιτήδεια και πρόωρα φόρεσε , τα αθώα
και παρασυρμένα θύματά του, όχι μόνο τον εγκατέλειψαν, αλλά και ζητάνε κάθε
ευκαιρία να τον πολεμήσουν. Ξύπνησε μέσα τους η λαϊκή συνείδησις που τους
δείχνει τον φωτερό και σωστό δρόμο.
Και δεν μπορούσε να γίνη διαφορετικά. Η φασιστική κλίκα της ΠΑΟ ό,τι κι αν
κάμη όπως κι αν παρουσιασθή, δεν μπορή να κρατήση τα π α ιδιά του λαού. Γιατί
τα παιδιά αυτά , κρίνουν όχι μόνον από τα λόγια αλλά και από τα έργα και
ρωτάνε.
Γιατί οι σκοποί της ΠΑΟ αλλάζ ουνε τακτικά; Και προσαρμόζονται προς την
απαίτησιν ωρισμένης κλίκας μισητής στον ελληνικό λαό;
Γιατί στην ΠΑΟ ανήκουν στην πλειονότητα τα περισσότερα φασιστικά
τεταρταυγουστιανά καθάρματα, οι επίδοξοι διάδοχ ο ι των;
Και τα πρόσωπα εκείνα που πάτησαν και πα τούνε επάνω σε χιλιάδες πτώματα
του ελληνικού λαού και ρούφηξαν το αίμα του σε συνεργασία με τους κατακτητές ;
Πώς συμβαίνει αφού λένε πως κτυπάνε τους κατακτητές , η ληστοσυμμορία τους
να μη χτυπήσουνε ούτε μια φορά, ή να χτυπηθούν από τους κατακτητές, αφού
μάλιστα κοντά στη μύτη τους στήνουν τις φωλιές τους ;
Πώς γίνεται τόσο ελεύθερα μπρος στα μάτια των κατακτητών ο ανεφοδιασμός
τους σε όπλα και τρόφιμα;
Γιατί ενώ κατηγορούνε τα ΕΑΜ – ΕΛΑΣ για φιλοβουλγαρικά αισθήματα δεν έχουν
ως σήμερα σκοτώσει ούτε ένα Β ούλγαρο, ενώ τα σώματα του ΕΛΑΣ στην Ανατολική
και Κ εντρική Μακεδονία , έχουν δώσει πλήθος μάχες με τους Β ουλγάρους
κατακτητές και αρκετά μαθήματα.
Πώς εξηγείται το φαινόμενο ότι ενώ ο Ζαμαλούκας και ο Μήτσου γυρνούν
ελεύθερα με τις ληστοσυμμορίες τους στο νομό Κιλκίς και οργανώνουν με την
ενίσχυσι των Γερμανών εκστρατεία κατά του ΕΛΑΣ, μόλις τα αντάρτικα σώματα του
ΕΛΑΣ τους κυνηγάνε έρχονται προς ενίσχυσί τους οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι;
Γιατί τη στιγμή που οι Παοτζήδες συγκρούονται με τον ΕΛΑΣ, οι μεν Γερμανοί
αρπάζουν από το Κιλκίς τρεις οπαδούς του ΕΑΜ και τους κρεμούν, ενώ οι Βούλγαροι
ζώνουν το χωρίο Γερακαριό που η Π.Α.Ο το θεωρεί σαν Κεντρικό Στρατη γείο του
ΕΑΜ; Ποιός λοιπόν συμμαχεί με τους Βουλγάρους εμείς ή οι Παοτζήδες;
Πώς οι διαλυόμενοι αντάρτες τους, τα στελέχη τους και οι οπαδοί τους,
κυκλοφορούν ελεύθερα στους δρόμους, μιλάνε και προπαγανδίζουν ανοικτά για την
οργάνωσί τους χωρίς κανένας να τους πειράζη;
Πού βρίσκουν τα άφθονα χρήματα, αφού ούτε ζητάνε ούτε τους δίδει ο
ελληνικός λαός;
Πώς ζουν πλουσιοπάροχα και υπερπολυτελή ζωή οι ιθύνοντες την οργάνωσί τους;
Γιατί γελάνε τον κόσμο πως δεν συνεργάζονται με τον Χρυσοχόου, αφού υπάρχουν
χίλιες αποδείξεις πως γίνεται το αντίθετο;
Πώς συμβαίνει να συμπίπτει η αρθρογραφία τους και η προπαγάνδα των
γερμανοδούλων ελληνοφώνων φυλλάδων κα ι της κυβέρνησης Ράλλη; Πώς γίνονται
εθνικοί ήρωες και παίρνουν σύνταξι τα θύματά τους που τα σπρώχνουν σε ένα αγώνα
ενάντια στο ΕΑΜ – ΕΛΑΣ δηλαδή του ελληνικού Λαού.
Ύστερα από όλα αυτά μπορούσαν τα παρασυρμένα παιδιά ν’ αμφιβάλλουν για τους
σκοπούς και τη φύση της ΠΑΟ;
Τίμιοι Έλληνες αξιωματικοί, όσοι ακόμα βρίσκεσθε στις γραμμές της ΠΑΟ έχετε
καθήκον να την εγκαταλείψετε. Ο ελληνικός λαός σας δέχεται, σας περιμένει.
Θάνατος στους κατακτητές και τα όργανά τους.
Σημειώσεις
1.Έτσι, προέκυψε και ο
χαρακτηρισμός Γερμανοτσολιάδες. Οι οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας και των
Ευζωνικών Ταγμάτων ονομάζονταν “ταγματασφαλίτες“. Στα μισητά τους πρόσωπα, η
σοφή λαϊκή λεξιπλασία μεγαλούργησε. Δεν είναι μόνο το ευφυέστατο
“Γερμανοτσολιάδες” για εκείνους που ντρόπιαζαν τη στολή του Εύζωνου, ούτε
εκείνο το ενοχλητικό ήτα που αντικαθιστά το γιώτα, ώστε η λέξη να γράφεται
“ταγματασφαλήτες” ταγματαλήτες, ώστε και οπτικά ακόμα να δείχνεται η απέχθεια
και το μίσος του λαού για τους προδότες με την ελληνική στολή που σιτίζονταν
από την γερμανική μισθοτροφοδοσία (και το πλιάτσικο). Η κοινή γνώμη τους
ονόμασε, επίσης, και “Ράλληδες“, από το όνομα του τρίτου και τελευταίου
κατοχικού πρωθυπουργού, Ιωάννη Ράλλη
Ο Ιωάννης Ράλλης, δημιουργός και ηθικός αυτουργός της συγκρότησης των
Ταγμάτων Ασφαλείας, με κύριο μέλημα τη “διατήρηση της τάξεως” και την
“αντιμετώπιση των αναρχικών“, είχε δηλώσει στην Παναθηναϊκή Παλλαϊκή Επιτροπή,
αποτελούμενη από Μητροπολίτες, Καθηγητές Πανεπιστημίων και προέδρους
πνευματικών σωματείων και επαγγελματικών συλλόγων, που τον επισκέφτηκε για να
του παραδώσει διάβημα διαμαρτυρίας για το διάταγμα επιστράτευσης, τον Αύγουστο
του 1944:
«Εγώ έχω προσφέρει την μεγαλυτέραν υπηρεσίαν εις τον τόπον με την σύστασιν
των Ταγμάτων Ασφαλείας, διά την οποίαν υπερηφανεύομαι και διά την οποίαν θα
ζητήσω να τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον. Μάλιστα, κύριοι, να
τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον, διότι εγώ έχω μεγαλύτερα δικαιώματα
και από αυτόν τον Σωκράτην [...] Εγώ δεν πρόκειται, βέβαια, να ανακαλέσω την
διαταγή περί επιστρατεύσεως. Λυπάμαι μόνο διότι τα μέσα μου δεν μου επιτρέπουν
να συγκροτήσω και “άλλον στρατόν” και να τους συντρίψω και εδώ και εις την
ύπαιθρον και να επιβάλω το κράτος του Νόμου».
2. Το Ορφανοτροφείο Γεωργίου και Αικατερίνης Χατζηκώνστα συστήθηκε με διάταγμα
του Όθωνα το 1853. Χρηματοδοτήθηκε από την δωρεά του Γεωργίου Χατζηκώνστα.
Παρείχε εξατάξια εκπαίδευση και τεχνικό προπαρασκευαστικό τμήμα των
επαγγελμάτων της ξυλουργίας, υποδηματοποιίας, σιδηρουργίας, ραπτικής, ενώ
προετοίμαζε και για το Πολυτεχνείο.Το ίδρυμα Χατζηκώνστα ξεκίνησε την
λειτουργία του ως ορφανοτροφείο αρρένων με έδρα το κτίριο όπου σήμερα βρίσκεται
η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου στην Πειραιώς. Το 1940 επιτάχθηκε και λειτούργησε
ως στρατόπεδο Χωροφυλακής , εν συνεχεία στρατόπεδο της ιταλικής φρουράς της
Αθήνας και έπειτα ως φυλακές. Το κτίριο ανατινάχθηκε κατά την περίοδο των
Δεκεμβριανών.
3. Ο Δ. Ζαφειρόπουλος,
υποστράτηγος, στο βιβλίο του «Αντισυμμοριακός Αγών 1945 - 1949», γράφει:
«Αι κυριώτεροι ένοπλοι ομάδες εθνικοφρόνων οργανώθηκαν:
α) Εις την Πελοπόννησον
Εις Λακωνίαν: Μαγγανάς. Εις Καλάμας: Κατσαρέας και μετά τον θάνατόν του
Γερακάρης και Καμαρινέας.
β) Εις την Στερεάν Ελλάδα και Θεσσαλίαν
Εις την Α. Θεσσαλίαν: Σούρλας. Εις την Δ. Θεσσαλίαν: Καλαμπαλίκης,
Βελέντζας, Ταμπούρος, Τσαντούλας. Εις περιοχάς Καλαμπάκας, Τρικάλων, Κόζιακα:
Κουκουμτζής, Μαϊμάνης, Μπίζης. Εις περιοχήν Φθιώτιδος: (Λαμία) Βουρλάκης.
γ) Εις την Ηπειρον
Εις Λάκα Σούλι: Καλιοδημήτρης. Εις Θεσπρωτίαν: Μπαλούμπας, Κάτσιος,
Πανταλέων.
δ) Εις την Μακεδονίαν: Εις την περιοχήν Δράμας: Αντών Τσαούσης
(Φωστηρίδης). Εις την περιοχήν Χρυσουπόλεως - Καβάλας: Κάπας και Βαγγέλης.
Αι παρακρατικαί αύται οργανώσεις ήταν πρόσκαιροι στρατιωτικαί μονάδες
ασύντακτοι, χωρίς πειθαρχίαν και συνοχήν. Απέφευγον τον αγώνα κατά των
συμμοριακών μονάδων και κυρίως η δράσις των εστράφη κατά των οπαδών του Ε.Α.Μ.
Ο απολογισμός του έργου των, κατά πλειονότητα, είναι αυθαιρεσίαι εις βάρος της
τάξεως και αντιποίησις της εξουσίας των οργάνων της τάξεως.
Κατά τους συμμορίτας αι ομάδαι αυταί μεγάλως συνέβαλον εις την ανάπτυξιν
του συμμοριτισμού: "Με τη σαδιστικήν των συμπεριφοράν είναι οι κύριοι
στρατολόγοι του σημερινού Δημοκρατικού Στρατού".
Κατά την έκθεσιν της Κοινοβουλευτικής Αγγλικής Αποστολής Κωξ αι
παρακρατικαί αύται οργανώσεις προσεπάθουν να παρεμποδίσουν την εξάπλωσιν του
Κομμουνισμού. Εν τούτοις "είναι γεγονός ότι αύται ουδέποτε ήλθον εις μάχην
με τους κομμουνιστάς, αλλ' ασχολούνται με την τρομοκρατίαν των χωρικών και τον
εκβιασμόν οιουδήποτε πλουσίου, ο οποίος θα είχε αρκετά να πληρώση».
Τα τμήματα της Χωροφυλακής έναντι των μη νόμιμων τούτων ενόπλων οργανώσεων
ετήρουν στάσιν ανοχής ή συνεργάζοντο, ως αποδεικνύεται εκ των εκθέσεων:
α. Του Συν/ρχου Πεζικού Παπαδόπουλου Ν. διά τας παρανόμους ενεργείας του
Μαγγανά εις Καλάμας τον Ιανουάριον του 1946: "Πρέπει να αντικατασταθούν αι
δυνάμεις της Χωροφυλακής, διότι τα μέλη των εθνικών οργανώσεων προβαίνουν εις
εκνόμους ενεργείας ελαφράς μορφής εναντίον ΕΑΜικών, αφ' ενός διά λόγους
αντεκδικήσεως, αφ' ετέρου λόγω ανεκτικότητας των κατωτέρων οργάνων της
Χωροφυλακής και τούτο διότι ταύτα έχουν συνδεθή με μέλη εθνικών
οργανώσεων".
β. Του Αρχηγού Χωροφυλακής Συν/ρχου Μαλιράκη: "Η Χωροφυλακή, ενώ
αμείλικτα και ακατάπαυστα εξετέλεσε το καθήκον της εναντίον των εγκληματιών της
Αριστεράς, δεν εύρεν ακόμη την ψυχικήν διάθεσιν και δύναμιν να εκτελέση μετά
του αυτού σθένους και της αυτής σταθερότητος το καθήκον της εναντίον των
εγκληματιών της Δεξιάς".
γ. Του Στρατηγού Στανώτα: "Δυστυχώς η Πελοπόννησος και δη η Λακωνία,
είχε το ατύχημα να διατηρή μίαν σοβαροτάτην τοιαύτην παρακρατικήν οργάνωσιν, η
οποία ενώ μέχρι σήμερον ουδέν απολύτως συνεισέφερεν εις τον αγώνα, τουναντίον
παρενέβαλε πλείστα όσα εμπόδια και απέβη κυριολεκτικώς μάστιξ της Λακωνίας διά
των λεηλασιών, βιαιοπραγιών, του αναίτιου φόνου γερόντων και γυναικών και του
εύκολου πλουτισμού των αρχηγών της"».
Ο Δ. Ζαφειρόπουλος στο ίδιο βιβλίο του, σελ. 84, αναφέρει επίσης για τη
στάση της Χωροφυλακής απέναντι στις μοναρχοφασιστικές συμμορίες:
«Στάσις έναντι Παρακρατικών οργανώσεων: Τα κατώτερα στελέχη της Χωροφυλακής
δεν ετήρησαν την αρμόζουσαν στάσιν έναντι των παρακρατικών τούτων οργανώσεων
και διά της ανοχής των συνέτειναν εις την επιδείνωσιν της καταστάσεως και
υπήρξαν υπαίτιοι φόνων αθώων πολιτών και ληστειών, διαπραχθησών υπό των
παρακρατικών τούτων οργανώσεων».
- Ο αντιστράτηγος Γ. Καραγιάννης, στο βιβλίο του «1940 - 1952. Το
δράμα της Ελλάδος» γράφει:
«Ετέρα ενέργεια διά την παρεμπόδισιν της κομμουνιστικής προπαρασκευής, ήτο
και η ενίσχυσις υπό των μικρών Αξιωματικών συγκεκαλυμμένως, των διαφόρων
αντικομμουνιστικών ομάδων, ηθικώς, διά οπλισμού, πυρομαχικών και ελευθερίας
ενεργείας, αίτινες έδρον αποτελεσματικώτερον των στρατιωτικών αποσπασμάτων, ως
γνώσται του εδάφους, των τοπικών συνθηκών, των προσώπων και πραγμάτων. Η λύσις
αύτη πολλάς παρουσίαζεν αδυναμίας και ιδία την έλλειψιν πειθαρχίας και την
εκτροπήν εις τινάς περιπτώσεις εις αντεκδικήσεις, πλην όμως υπήρξεν αύτη μία
μάχαιρα εις το κομμουνιστικόν υπογάστριον. Αι αντικομμουνιστικαί αύται ομάδες
προσέφεραν μεγάλας εις την πατρίδαν υπηρεσίας και υπήρξαν οι πρόδρομοι των κατά
τη διάρκειαν του συμμοριτοπολέμου δημιουργηθέντων εθελοντικών Λόχων και
Ταγμάτων εξ ενόπλων πολιτών, εξελιχθέντων τελικώς εις Τάγματα Εθνοφυλακής
Αμύνης (ΤΕΑ) τα οποία τόσον αποτελεσματικά συμβάλωσιν μέχρι σήμερον εις την
Εθνικήν Ασφάλειαν».
ΙΟΥΝΗΣ 1945 - ΙΟΥΝΗΣ 1947, Οταν ο αστικός κόσμος δολοφονούσε λαϊκούς
αγωνιστές Ριζοσπάστης ένθετο 30/6/2013
4. Για τη συγκρότηση και την ιστορία
των Ταγμάτων Ασφαλείας Εύβοιας, καθώς και για την αντιμετώπισή τους από τον
πληθυσμό στο: Γιάννης Δουατζής,'' Οι Ταγματασφαλίτες: ντοκουμέντα από τα αρχεία
τους που τεκμηριώνουν την εγκληματική τους δράση στην Εύβοια τα χρόνια της
Κατοχής'', πρόλογος Γιάννη Κάτρη, Αθήνα, εκδ.Τολίδης
5. Μ.Α.Υ Μονάδες
Ασφαλείας Υπαίθρου. Από τον Φεβρουάριο του 1947 οι αριστεροί στρατεύσιμοι
εκτοπίζονταν στο στρατόπεδο της Μακρονήσου, που δημιουργήθηκε γι’ αυτό τον
σκοπό. Για την ανάληψη τοπικών αποστολών συγκροτήθηκαν οι Μονάδες Ασφαλείας
Υπαίθρου (ΜΑΥ) και οι Μονάδες Αποσπασμάτων Διώξεως (ΜΑΔ), οι οποίες υπήρξαν
εξέλιξη παραστρατιωτικών οργανώσεων που δρούσαν ήδη στην ύπαιθρο.
6. Η Λέλα
Καραγιάννη, γεννημένη στη Λίμνη Ευβοίας το 1898, υπήρξε αγωνίστρια και
αρχηγός της αντιναζιστικής οργάνωσης Μπουμπουλίνα". Το αρχηγείο της ήταν
στο διώροφο αυτό σπίτι της, όπου κατοικούσε με το σύζυγό της, που είχε
φαρμακείο στην οδό Πατησίων, αλλά ήταν κι αυτός μέλος της οργάνωσης και τα επτά
παιδιά της.
Τον Ιούλιο το 1944, η Λέλα Καραγιάννη συνελήφθη από την Γκεστάπο μαζί με τα
πέντε από τα παιδιά της, βασανίστηκε στα μπουντρούμια των Ες-Ες στην οδό
Μέρλιν, μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου Αττικής και τελικά,
άκαμπτη στις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς
κατακτητές, μαζί με άλλους 27 αγωνιστές της Αντίστασης, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944
στο 'Αλσος Χαϊδαρίου, κοντά στη μονή Δαφνίου, ένα μήνα περίπου πριν από την
Απελευθέρωση. Το 1947 η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Βραβείο Αρετής και
Αυτοθυσίας.
7. Υβόννη: Οργάνωση, την οποία
συγκρότησε ο Ιωάννης Πελτέκης, ο οποίος καταγόταν από την Αλεξανδρούπολη και
είχε πολεμήσει κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940. Μετά την κατάληψη της
χώρας από τους Γερμανούς διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου απέκτησε επαφή με τη
βρετανική SOE. Το Μάιο του 1943 ήρθε στην Ελλάδα με την αποστολή να
ανασυγκροτήσει τα κλιμάκια πληροφοριών και δολιοφθορών που μετά το θάνατο του
Τσιγάντε, του Αρχηγού της ομάδας «Μίδας 614» τον Ιανουάριο του 1943 και τη
σύλληψη του Κουτσογιαννόπουλου τον Φεβρουάριο του 1943, είχαν διαλυθεί. Ο Ι.
Πελτέκης με το κωδικό όνομα «Απόλλων» δημιούργησε μια κατασκοπευτική
οργάνωση,που έμελλε να αποτελέσει την πιο αξιόμαχη κατασκοπευτική ομάδα στην
κατεχόμενη Ελλάδα.Το Μάρτιο του 1944 συνελήφθησαν από τα SS 47 μέλη και σε
λίγες μερες ακόμη 22,πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την εξάρθρωση σχεδόν του
πληροφοριακού δικτύου.Οι συλληφθέντες εκτελέστηκαν στο Χαϊδάρι στις 8
Σεπτεμβρίου 1944
8. Τα δικαστήρια της
Βέροιας επιλέγησαν για την διεξαγωγή της πολύκροτης δίκης για τον εβραϊκό
συνοικισμό Θεσσαλονίκης “Κάμπελ” με κατηγορούμενες τους ηγέτες της Ε.Ε.Ε. Η
δίκη προβλήθηκε και εκτός συνόρων, ενώ έδωσε την ευκαιρία και στα τοπικά
στελέχη της οργάνωσης να δράσουν ευρύτερα. Στο φύλλο της 13/4/1932 αναφέρονται
αναλυτικά τα εξής:
“Από του παρελθόντος Σαββάτου 2ας Απριλίου ήρχισε εκδικαζόμενη ενώπιον του
Δικαστηρίου των εν τη πόλει μας Κακουργοδικών η συνταράξασα το πανελλήνιον
υπόθεσις του εμπρησμού του Ισραηλητικού Συνοικισμού Κάμπελ. Το εδώλιον των
κατηγορουμένων κατείχον οι Μπουσουλίδης, καφεπώλης, Βελλισαρίδης παντοπώλης,
Αμπατζίδης σωφέρ, Νικολαϊδης εργάτης, Τατζίδης σωφέρ, Βελίδης υπάλληλος
Δημαρχία, Φαρδής Δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης της εν Θεσσαλονίκη εκδιδομένης
εφημερίδος “Μακεδονία”, Κοσμίδης πρόεδρος της Ε.Ε.Ε. εν Θεσσαλόνικη και
Χαριτόπουλος Γραμματεύς της Ε.Ε. Το Δικαστήριον απετελέσθη εκ των κ.κ. Κ.
Ζανετόπουλον Πρόεδρον, Θ. Καμπέρη και Β. Χατζή συνέδρων, την εισαγγελικήν δε
έδραν κατείχεν ο εισαγγελεύς κ. Σ. Χυτήρης. Υπερασπισταί της πολιτικής αγωγής
οι Δικηγόροι κ.κ. Ζάχος και Χατζηδήμος, συνηγοροι δε της υπερασπίσεως οι
Δικηγόροι της πόλεως μας κ.κ Κάππος, Γρηγοριάδης, Κατσαμπής και Μαρκόπουλος του
δε Κομμουνιστού Νικολαϊδου ο κ. Κεφαλλίδης. Μετά την κατάληψιν τη θέσεως των
ενόρκων υπό των κληρωθέντων ενόρκων κ.κ. Περδίκα, Κύρκου, Ζαρούκα,
Χατζησαράντη, Τζίκα, Καραγαβριηλίδη, Κατσάνου, Μπουλασίκη, Αλεβιζάκου,
Οικονομίδη, Χατζηνικολάκη και Φιλοσίδη, άρχισε η εξέτασις των
μαρτύρων.κατηγορίας γενικώς και ειδικώς των κ.κ. Σακκή και Μπεζαντζή διεπιστώθη
το μίσος αυτών τόσον κατά της συναδέλφου “Μακεδονίας” όσον και κατά της Εθνικής
Οργανώσεως Ε.Ε.Ε. και ότι ο δημιουργηθείς θόρυβος κατόπιν των θλιβερών σκηνών
του Κάμπελ ωφείλετο εις μίσος επιτηδείων τινών και με αντικειμενικόν σκοπόν
όπως στιγματισθή με τον τίτλο του αντισημίτου “Η Μακεδονία” και η Εθνική
Οργάνωσις Ε.Ε.Ε. Μετά την εξέτασιν των μαρτύρων της Ο συνταγματάρχης Χρυσοχόου υπήρξε Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Μακεδονίας για λογαρια- σμό μιας
δοτής κυβέρνησης, μη εκλεγμένης από τον ελληνικό λαό, που λειτουργούσε για
λογαριασμό των αρχών Κατοχής.
Υπήρξε ο επικεφαλής της υπηρεσίας αντιμετώπισης αντεθνικής προπαγάνδας, «υπηρεσία πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως» την ονόμαζε, με δεδηλωμένο επίσης στόχο, την ενημέρωση της Μέσης Ανατολής για τις κινήσεις των βουλγαροφρόνων και των ρουμανιζόντων της Μακεδονίας – στην πραγματικότητα όμως, υπήρξε ένας κοινός συκοφάντης του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Υπήρξε ο επικεφαλής της υπηρεσίας αντιμετώπισης αντεθνικής προπαγάνδας, «υπηρεσία πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως» την ονόμαζε, με δεδηλωμένο επίσης στόχο, την ενημέρωση της Μέσης Ανατολής για τις κινήσεις των βουλγαροφρόνων και των ρουμανιζόντων της Μακεδονίας – στην πραγματικότητα όμως, υπήρξε ένας κοινός συκοφάντης του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Η υπηρεσία πληροφοριών του Χρυσοχόου, λειτουργούσε με την ανοχή των Γερμανών
οι οποίοι κατ' αυτόν "ουδέποτε ηδυνήθησαν να ανεύρωσι στοιχεία εις βάρος
μου", παρ' ότι υποτίθεται πως κτυπούσε τους Βουλγάρους συμμάχους τους και
για την περάτωση του έργου της συνεργαζόταν με το σύνολο των δοτών νομαρχών και
«ελληνικών» αρχών Ασφαλείας της κατεχόμενης Μακεδονίας, των οποίων άλλωστε ο
Χρυσοχόου, ήταν ο πολιτικός προϊστάμενος. Ο ίδιος ο ιδρυτής της ΠΑΟ, ο Ιωαάννης
Παπαθανασίου, θα παραδεχθεί αργότερα πως ο «χαρτοπόλεμος» του Χρυσοχόου,
«εστρέφετο κυρίως εναντίον του κομμουνισμού κατά πιστόν αντίγραφον των ομιλιών
του Γκαίμπελς».17
Με την ιδιότητα και του Φρουράρχου Θεσσαλονίκης, διετέλεσε
στρατιωτικός προϊστάμενος των «ελληνικών» αρχών Ασφαλείας της Θεσσαλονίκης,
αλλά και ο συντονιστής του έργου των προδοτικών Ταγμάτων Ασφαλείας της πόλης
(Δαγκουλαίοι, ΕΕΣ κλπ.)
Ο Αθανάσιος Χρυσοχόου αρνήθηκε πως υπήρξε μέλος της Π.Α.Ο. O συνιδρυτής της
Οργάνωσης, Ι. Παπαθανασίου, όπως και ο δεύτερος επιτελάρχης της, Αρ.
Αργυρόπουλος, έχουν αρνηθεί μετά βδελυγμίας την κατηγορία πως ο δοσίλογος συνταγματάρχης («αντισυνταγματάρχη» τον αποκαλεί η γερμανική
έκθεση), υπήρξε μέλος της. Η πραγματικότητα ωστόσο, φαίνεται αρκετά
περίπλοκη, όπως αρκετά περίπλοκη υπήρξε και η ιστορία της ίδιας της
Π.Α.Ο.
Το ότι η γερμανική έκθεση αναφέρεται στα τάγματα της Π.Α.Ο., κάνοντας λόγο με βεβαιότητα για «εθελοντικά τάγματα του αντισυνταγματάρχη Χρυσοχόου», αυτό σημαίνει πως, είτε ο ίδιος έχει ισχυριστεί κάτι τέτοιο ενώπιον των Γερμανών, είτε πως οι τελευταίοι έχουν βάσιμες πληροφορίες πως κάτι τέτοιο όντως συμβαίνει, είτε πως η θεώρηση αυτή, έχει τόσο πολύ συζητηθεί εντός της υπηρεσίας, ώστε να φθάσει να θεωρείται ως δεδομένη. Για καλή τύχη της οργάνωσης, ο Χρυσοχόου, αρκετά χρόνια αργότερα, θα ισχυριστεί πως ισχύει η πρώτη εκδοχή:
«Η Υ.Β.Ε., χρηματοδοτηθείσα το 1943 εκ του εξωτερικού δι’ εθνικόν αγώνα, εχρησιμοποίησε την υπ’ εμού οργανωθείσαν υπηρεσίαν πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως δια την ανάπτυξίν της. Αι πρώται όμως κατά Μάρτιον 1943 ενέργειαι αυτής (δι’ αξιωματικού της υπηρεσίας μου) εν Πολυκάστρω προς προσεταιρισμόν οπαδών και εξεύρεσιν όπλων, ασυνέτως εκδηλωθείσαι, επροδόθησαν εις τους Γερμανούς, οίτινες αμέσως επελήφθησαν εξετάσεων και απεκάλυψαν το γεγονός.(…) Όντως, εις την αμέσως επακολουθήσασαν πολύωρον εξονυχιστικήν ανάκρισίν μου υπό τριών Γερμανών αξιωματικών, ανέλαβον την ευθύνην των εν Πολυκάστρω γεγονότων, αλλά κατώρθωσα να διασκεδάσω τας υπονοίας των Γερμανών περί ενεργειών στρεφομένων ενατίον των».7
Το ότι η γερμανική έκθεση αναφέρεται στα τάγματα της Π.Α.Ο., κάνοντας λόγο με βεβαιότητα για «εθελοντικά τάγματα του αντισυνταγματάρχη Χρυσοχόου», αυτό σημαίνει πως, είτε ο ίδιος έχει ισχυριστεί κάτι τέτοιο ενώπιον των Γερμανών, είτε πως οι τελευταίοι έχουν βάσιμες πληροφορίες πως κάτι τέτοιο όντως συμβαίνει, είτε πως η θεώρηση αυτή, έχει τόσο πολύ συζητηθεί εντός της υπηρεσίας, ώστε να φθάσει να θεωρείται ως δεδομένη. Για καλή τύχη της οργάνωσης, ο Χρυσοχόου, αρκετά χρόνια αργότερα, θα ισχυριστεί πως ισχύει η πρώτη εκδοχή:
«Η Υ.Β.Ε., χρηματοδοτηθείσα το 1943 εκ του εξωτερικού δι’ εθνικόν αγώνα, εχρησιμοποίησε την υπ’ εμού οργανωθείσαν υπηρεσίαν πληροφοριών και λαϊκής διαφωτίσεως δια την ανάπτυξίν της. Αι πρώται όμως κατά Μάρτιον 1943 ενέργειαι αυτής (δι’ αξιωματικού της υπηρεσίας μου) εν Πολυκάστρω προς προσεταιρισμόν οπαδών και εξεύρεσιν όπλων, ασυνέτως εκδηλωθείσαι, επροδόθησαν εις τους Γερμανούς, οίτινες αμέσως επελήφθησαν εξετάσεων και απεκάλυψαν το γεγονός.(…) Όντως, εις την αμέσως επακολουθήσασαν πολύωρον εξονυχιστικήν ανάκρισίν μου υπό τριών Γερμανών αξιωματικών, ανέλαβον την ευθύνην των εν Πολυκάστρω γεγονότων, αλλά κατώρθωσα να διασκεδάσω τας υπονοίας των Γερμανών περί ενεργειών στρεφομένων ενατίον των».7
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Χρυσοχόου, οι Γερμανοί πειστήκανε πως η συγκέντρωση όπλων στο Πολύκαστρο του Κιλκίς, δεν αφορούσε αντιστασιακές ενέργειες, αλλά αντικομμουνιστικές. Και οι ισχυρισμοί αυτοί, φαίνονται να επιβεβαιώνονται πανηγυρικά, στην Έκθεση των γερμανικών υπηρεσιών για τον Κούκο, από την εκφραζόμενη βεβαιότητά τους, ότι τα Τάγματα της ΠΑΟ στην Πιερία με επικεφαλής τον Τσακάρα, τον Γουλγουντζή και τον Τσαμασιώτη, ήσαν εθελοντικά αντικομμουνιστικά τάγματα που δεν στρέφονταν εναντίον των ιδίων, αλλά εναντίον των κομμουνιστών. Και την πεποίθηση αυτή, καμία αντιναζιστική δραστηριότητα της ΠΑΟ στην Πιερία δεν καταφέρνει να την αλλάξει, μέχρι και τον Φεβρουάριο του 1944, οπότε συντάσσεται η Έκθεση
Ο Ε.Λ.Α.Σ για το ρόλο της Π.Α.Ο
Η ΠΑΟ και το προδοτικό έργο
Ο ντόπιος φασισμός λύσσαξε. Ύστερα από το πέσιμο της μάσκας του υπέρ
πατριώτη κα ι υπέρ λαϊκού αγωνιστή, που ανεπιτήδεια και πρόωρα φόρεσε , τα αθώα
και παρασυρμένα θύματά του, όχι μόνο τον εγκατέλειψαν, αλλά και ζητάνε κάθε
ευκαιρία να τον πολεμήσουν. Ξύπνησε μέσα τους η λαϊκή συνείδησις που τους
δείχνει τον φωτερό και σωστό δρόμο.
Και δεν μπορούσε να γίνη διαφορετικά. Η φασιστική κλίκα της ΠΑΟ ό,τι κι αν
κάμη όπως κι αν παρουσιασθή, δεν μπορή να κρατήση τα π α ιδιά του λαού. Γιατί
τα παιδιά αυτά , κρίνουν όχι μόνον από τα λόγια αλλά και από τα έργα και
ρωτάνε.
Γιατί οι σκοποί της ΠΑΟ αλλάζ ουνε τακτικά; Και προσαρμόζονται προς την
απαίτησιν ωρισμένης κλίκας μισητής στον ελληνικό λαό;
Γιατί στην ΠΑΟ ανήκουν στην πλειονότητα τα περισσότερα φασιστικά
τεταρταυγουστιανά καθάρματα, οι επίδοξοι διάδοχ ο ι των;
Και τα πρόσωπα εκείνα που πάτησαν και πα τούνε επάνω σε χιλιάδες πτώματα
του ελληνικού λαού και ρούφηξαν το αίμα του σε συνεργασία με τους κατακτητές ;
Πώς συμβαίνει αφού λένε πως κτυπάνε τους κατακτητές , η ληστοσυμμορία τους
να μη χτυπήσουνε ούτε μια φορά, ή να χτυπηθούν από τους κατακτητές, αφού
μάλιστα κοντά στη μύτη τους στήνουν τις φωλιές τους ;
Πώς γίνεται τόσο ελεύθερα μπρος στα μάτια των κατακτητών ο ανεφοδιασμός
τους σε όπλα και τρόφιμα;
Γιατί ενώ κατηγορούνε τα ΕΑΜ – ΕΛΑΣ για φιλοβουλγαρικά αισθήματα δεν έχουν
ως σήμερα σκοτώσει ούτε ένα Β ούλγαρο, ενώ τα σώματα του ΕΛΑΣ στην Ανατολική
και Κ εντρική Μακεδονία , έχουν δώσει πλήθος μάχες με τους Β ουλγάρους
κατακτητές και αρκετά μαθήματα.
Πώς εξηγείται το φαινόμενο ότι ενώ ο Ζαμαλούκας και ο Μήτσου γυρνούν
ελεύθερα με τις ληστοσυμμορίες τους στο νομό Κιλκίς και οργανώνουν με την
ενίσχυσι των Γερμανών εκστρατεία κατά του ΕΛΑΣ, μόλις τα αντάρτικα σώματα του
ΕΛΑΣ τους κυνηγάνε έρχονται προς ενίσχυσί τους οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι;
Γιατί τη στιγμή που οι Παοτζήδες συγκρούονται με τον ΕΛΑΣ, οι μεν Γερμανοί
αρπάζουν από το Κιλκίς τρεις οπαδούς του ΕΑΜ και τους κρεμούν, ενώ οι Βούλγαροι
ζώνουν το χωρίο Γερακαριό που η Π.Α.Ο το θεωρεί σαν Κεντρικό Στρατη γείο του
ΕΑΜ; Ποιός λοιπόν συμμαχεί με τους Βουλγάρους εμείς ή οι Παοτζήδες;
Πώς οι διαλυόμενοι αντάρτες τους, τα στελέχη τους και οι οπαδοί τους,
κυκλοφορούν ελεύθερα στους δρόμους, μιλάνε και προπαγανδίζουν ανοικτά για την
οργάνωσί τους χωρίς κανένας να τους πειράζη;
Πού βρίσκουν τα άφθονα χρήματα, αφού ούτε ζητάνε ούτε τους δίδει ο
ελληνικός λαός;
Πώς ζουν πλουσιοπάροχα και υπερπολυτελή ζωή οι ιθύνοντες την οργάνωσί τους;
Γιατί γελάνε τον κόσμο πως δεν συνεργάζονται με τον Χρυσοχόου, αφού υπάρχουν
χίλιες αποδείξεις πως γίνεται το αντίθετο;
Πώς συμβαίνει να συμπίπτει η αρθρογραφία τους και η προπαγάνδα των
γερμανοδούλων ελληνοφώνων φυλλάδων κα ι της κυβέρνησης Ράλλη; Πώς γίνονται
εθνικοί ήρωες και παίρνουν σύνταξι τα θύματά τους που τα σπρώχνουν σε ένα αγώνα
ενάντια στο ΕΑΜ – ΕΛΑΣ δηλαδή του ελληνικού Λαού.
Ύστερα από όλα αυτά μπορούσαν τα παρασυρμένα παιδιά ν’ αμφιβάλλουν για τους
σκοπούς και τη φύση της ΠΑΟ;
Τίμιοι Έλληνες αξιωματικοί, όσοι ακόμα βρίσκεσθε στις γραμμές της ΠΑΟ έχετε
καθήκον να την εγκαταλείψετε. Ο ελληνικός λαός σας δέχεται, σας περιμένει.
Θάνατος στους κατακτητές και τα όργανά τους.
Σημειώσεις
1.Έτσι, προέκυψε και ο
χαρακτηρισμός Γερμανοτσολιάδες. Οι οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας και των
Ευζωνικών Ταγμάτων ονομάζονταν “ταγματασφαλίτες“. Στα μισητά τους πρόσωπα, η
σοφή λαϊκή λεξιπλασία μεγαλούργησε. Δεν είναι μόνο το ευφυέστατο
“Γερμανοτσολιάδες” για εκείνους που ντρόπιαζαν τη στολή του Εύζωνου, ούτε
εκείνο το ενοχλητικό ήτα που αντικαθιστά το γιώτα, ώστε η λέξη να γράφεται
“ταγματασφαλήτες” ταγματαλήτες, ώστε και οπτικά ακόμα να δείχνεται η απέχθεια
και το μίσος του λαού για τους προδότες με την ελληνική στολή που σιτίζονταν
από την γερμανική μισθοτροφοδοσία (και το πλιάτσικο). Η κοινή γνώμη τους
ονόμασε, επίσης, και “Ράλληδες“, από το όνομα του τρίτου και τελευταίου
κατοχικού πρωθυπουργού, Ιωάννη Ράλλη
Ο Ιωάννης Ράλλης, δημιουργός και ηθικός αυτουργός της συγκρότησης των
Ταγμάτων Ασφαλείας, με κύριο μέλημα τη “διατήρηση της τάξεως” και την
“αντιμετώπιση των αναρχικών“, είχε δηλώσει στην Παναθηναϊκή Παλλαϊκή Επιτροπή,
αποτελούμενη από Μητροπολίτες, Καθηγητές Πανεπιστημίων και προέδρους
πνευματικών σωματείων και επαγγελματικών συλλόγων, που τον επισκέφτηκε για να
του παραδώσει διάβημα διαμαρτυρίας για το διάταγμα επιστράτευσης, τον Αύγουστο
του 1944:
«Εγώ έχω προσφέρει την μεγαλυτέραν υπηρεσίαν εις τον τόπον με την σύστασιν
των Ταγμάτων Ασφαλείας, διά την οποίαν υπερηφανεύομαι και διά την οποίαν θα
ζητήσω να τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον. Μάλιστα, κύριοι, να
τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον, διότι εγώ έχω μεγαλύτερα δικαιώματα
και από αυτόν τον Σωκράτην [...] Εγώ δεν πρόκειται, βέβαια, να ανακαλέσω την
διαταγή περί επιστρατεύσεως. Λυπάμαι μόνο διότι τα μέσα μου δεν μου επιτρέπουν
να συγκροτήσω και “άλλον στρατόν” και να τους συντρίψω και εδώ και εις την
ύπαιθρον και να επιβάλω το κράτος του Νόμου».
2. Το Ορφανοτροφείο Γεωργίου και Αικατερίνης Χατζηκώνστα συστήθηκε με διάταγμα
του Όθωνα το 1853. Χρηματοδοτήθηκε από την δωρεά του Γεωργίου Χατζηκώνστα.
Παρείχε εξατάξια εκπαίδευση και τεχνικό προπαρασκευαστικό τμήμα των
επαγγελμάτων της ξυλουργίας, υποδηματοποιίας, σιδηρουργίας, ραπτικής, ενώ
προετοίμαζε και για το Πολυτεχνείο.Το ίδρυμα Χατζηκώνστα ξεκίνησε την
λειτουργία του ως ορφανοτροφείο αρρένων με έδρα το κτίριο όπου σήμερα βρίσκεται
η εκκλησία του Αγ. Γεωργίου στην Πειραιώς. Το 1940 επιτάχθηκε και λειτούργησε
ως στρατόπεδο Χωροφυλακής , εν συνεχεία στρατόπεδο της ιταλικής φρουράς της
Αθήνας και έπειτα ως φυλακές. Το κτίριο ανατινάχθηκε κατά την περίοδο των
Δεκεμβριανών.
3. Ο Δ. Ζαφειρόπουλος,
υποστράτηγος, στο βιβλίο του «Αντισυμμοριακός Αγών 1945 - 1949», γράφει:
«Αι κυριώτεροι ένοπλοι ομάδες εθνικοφρόνων οργανώθηκαν:
α) Εις την Πελοπόννησον
Εις Λακωνίαν: Μαγγανάς. Εις Καλάμας: Κατσαρέας και μετά τον θάνατόν του
Γερακάρης και Καμαρινέας.
β) Εις την Στερεάν Ελλάδα και Θεσσαλίαν
Εις την Α. Θεσσαλίαν: Σούρλας. Εις την Δ. Θεσσαλίαν: Καλαμπαλίκης,
Βελέντζας, Ταμπούρος, Τσαντούλας. Εις περιοχάς Καλαμπάκας, Τρικάλων, Κόζιακα:
Κουκουμτζής, Μαϊμάνης, Μπίζης. Εις περιοχήν Φθιώτιδος: (Λαμία) Βουρλάκης.
γ) Εις την Ηπειρον
Εις Λάκα Σούλι: Καλιοδημήτρης. Εις Θεσπρωτίαν: Μπαλούμπας, Κάτσιος,
Πανταλέων.
δ) Εις την Μακεδονίαν: Εις την περιοχήν Δράμας: Αντών Τσαούσης
(Φωστηρίδης). Εις την περιοχήν Χρυσουπόλεως - Καβάλας: Κάπας και Βαγγέλης.
Αι παρακρατικαί αύται οργανώσεις ήταν πρόσκαιροι στρατιωτικαί μονάδες
ασύντακτοι, χωρίς πειθαρχίαν και συνοχήν. Απέφευγον τον αγώνα κατά των
συμμοριακών μονάδων και κυρίως η δράσις των εστράφη κατά των οπαδών του Ε.Α.Μ.
Ο απολογισμός του έργου των, κατά πλειονότητα, είναι αυθαιρεσίαι εις βάρος της
τάξεως και αντιποίησις της εξουσίας των οργάνων της τάξεως.
Κατά τους συμμορίτας αι ομάδαι αυταί μεγάλως συνέβαλον εις την ανάπτυξιν
του συμμοριτισμού: "Με τη σαδιστικήν των συμπεριφοράν είναι οι κύριοι
στρατολόγοι του σημερινού Δημοκρατικού Στρατού".
Κατά την έκθεσιν της Κοινοβουλευτικής Αγγλικής Αποστολής Κωξ αι
παρακρατικαί αύται οργανώσεις προσεπάθουν να παρεμποδίσουν την εξάπλωσιν του
Κομμουνισμού. Εν τούτοις "είναι γεγονός ότι αύται ουδέποτε ήλθον εις μάχην
με τους κομμουνιστάς, αλλ' ασχολούνται με την τρομοκρατίαν των χωρικών και τον
εκβιασμόν οιουδήποτε πλουσίου, ο οποίος θα είχε αρκετά να πληρώση».
Τα τμήματα της Χωροφυλακής έναντι των μη νόμιμων τούτων ενόπλων οργανώσεων
ετήρουν στάσιν ανοχής ή συνεργάζοντο, ως αποδεικνύεται εκ των εκθέσεων:
α. Του Συν/ρχου Πεζικού Παπαδόπουλου Ν. διά τας παρανόμους ενεργείας του
Μαγγανά εις Καλάμας τον Ιανουάριον του 1946: "Πρέπει να αντικατασταθούν αι
δυνάμεις της Χωροφυλακής, διότι τα μέλη των εθνικών οργανώσεων προβαίνουν εις
εκνόμους ενεργείας ελαφράς μορφής εναντίον ΕΑΜικών, αφ' ενός διά λόγους
αντεκδικήσεως, αφ' ετέρου λόγω ανεκτικότητας των κατωτέρων οργάνων της
Χωροφυλακής και τούτο διότι ταύτα έχουν συνδεθή με μέλη εθνικών
οργανώσεων".
β. Του Αρχηγού Χωροφυλακής Συν/ρχου Μαλιράκη: "Η Χωροφυλακή, ενώ
αμείλικτα και ακατάπαυστα εξετέλεσε το καθήκον της εναντίον των εγκληματιών της
Αριστεράς, δεν εύρεν ακόμη την ψυχικήν διάθεσιν και δύναμιν να εκτελέση μετά
του αυτού σθένους και της αυτής σταθερότητος το καθήκον της εναντίον των
εγκληματιών της Δεξιάς".
γ. Του Στρατηγού Στανώτα: "Δυστυχώς η Πελοπόννησος και δη η Λακωνία,
είχε το ατύχημα να διατηρή μίαν σοβαροτάτην τοιαύτην παρακρατικήν οργάνωσιν, η
οποία ενώ μέχρι σήμερον ουδέν απολύτως συνεισέφερεν εις τον αγώνα, τουναντίον
παρενέβαλε πλείστα όσα εμπόδια και απέβη κυριολεκτικώς μάστιξ της Λακωνίας διά
των λεηλασιών, βιαιοπραγιών, του αναίτιου φόνου γερόντων και γυναικών και του
εύκολου πλουτισμού των αρχηγών της"».
Ο Δ. Ζαφειρόπουλος στο ίδιο βιβλίο του, σελ. 84, αναφέρει επίσης για τη
στάση της Χωροφυλακής απέναντι στις μοναρχοφασιστικές συμμορίες:
«Στάσις έναντι Παρακρατικών οργανώσεων: Τα κατώτερα στελέχη της Χωροφυλακής
δεν ετήρησαν την αρμόζουσαν στάσιν έναντι των παρακρατικών τούτων οργανώσεων
και διά της ανοχής των συνέτειναν εις την επιδείνωσιν της καταστάσεως και
υπήρξαν υπαίτιοι φόνων αθώων πολιτών και ληστειών, διαπραχθησών υπό των
παρακρατικών τούτων οργανώσεων».
- Ο αντιστράτηγος Γ. Καραγιάννης, στο βιβλίο του «1940 - 1952. Το
δράμα της Ελλάδος» γράφει:
«Ετέρα ενέργεια διά την παρεμπόδισιν της κομμουνιστικής προπαρασκευής, ήτο
και η ενίσχυσις υπό των μικρών Αξιωματικών συγκεκαλυμμένως, των διαφόρων
αντικομμουνιστικών ομάδων, ηθικώς, διά οπλισμού, πυρομαχικών και ελευθερίας
ενεργείας, αίτινες έδρον αποτελεσματικώτερον των στρατιωτικών αποσπασμάτων, ως
γνώσται του εδάφους, των τοπικών συνθηκών, των προσώπων και πραγμάτων. Η λύσις
αύτη πολλάς παρουσίαζεν αδυναμίας και ιδία την έλλειψιν πειθαρχίας και την
εκτροπήν εις τινάς περιπτώσεις εις αντεκδικήσεις, πλην όμως υπήρξεν αύτη μία
μάχαιρα εις το κομμουνιστικόν υπογάστριον. Αι αντικομμουνιστικαί αύται ομάδες
προσέφεραν μεγάλας εις την πατρίδαν υπηρεσίας και υπήρξαν οι πρόδρομοι των κατά
τη διάρκειαν του συμμοριτοπολέμου δημιουργηθέντων εθελοντικών Λόχων και
Ταγμάτων εξ ενόπλων πολιτών, εξελιχθέντων τελικώς εις Τάγματα Εθνοφυλακής
Αμύνης (ΤΕΑ) τα οποία τόσον αποτελεσματικά συμβάλωσιν μέχρι σήμερον εις την
Εθνικήν Ασφάλειαν».
ΙΟΥΝΗΣ 1945 - ΙΟΥΝΗΣ 1947, Οταν ο αστικός κόσμος δολοφονούσε λαϊκούς
αγωνιστές Ριζοσπάστης ένθετο 30/6/2013
4. Για τη συγκρότηση και την ιστορία
των Ταγμάτων Ασφαλείας Εύβοιας, καθώς και για την αντιμετώπισή τους από τον
πληθυσμό στο: Γιάννης Δουατζής,'' Οι Ταγματασφαλίτες: ντοκουμέντα από τα αρχεία
τους που τεκμηριώνουν την εγκληματική τους δράση στην Εύβοια τα χρόνια της
Κατοχής'', πρόλογος Γιάννη Κάτρη, Αθήνα, εκδ.Τολίδης
5. Μ.Α.Υ Μονάδες
Ασφαλείας Υπαίθρου. Από τον Φεβρουάριο του 1947 οι αριστεροί στρατεύσιμοι
εκτοπίζονταν στο στρατόπεδο της Μακρονήσου, που δημιουργήθηκε γι’ αυτό τον
σκοπό. Για την ανάληψη τοπικών αποστολών συγκροτήθηκαν οι Μονάδες Ασφαλείας
Υπαίθρου (ΜΑΥ) και οι Μονάδες Αποσπασμάτων Διώξεως (ΜΑΔ), οι οποίες υπήρξαν
εξέλιξη παραστρατιωτικών οργανώσεων που δρούσαν ήδη στην ύπαιθρο.
6. Η Λέλα
Καραγιάννη, γεννημένη στη Λίμνη Ευβοίας το 1898, υπήρξε αγωνίστρια και
αρχηγός της αντιναζιστικής οργάνωσης Μπουμπουλίνα". Το αρχηγείο της ήταν
στο διώροφο αυτό σπίτι της, όπου κατοικούσε με το σύζυγό της, που είχε
φαρμακείο στην οδό Πατησίων, αλλά ήταν κι αυτός μέλος της οργάνωσης και τα επτά
παιδιά της.
Τον Ιούλιο το 1944, η Λέλα Καραγιάννη συνελήφθη από την Γκεστάπο μαζί με τα
πέντε από τα παιδιά της, βασανίστηκε στα μπουντρούμια των Ες-Ες στην οδό
Μέρλιν, μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Χαϊδαρίου Αττικής και τελικά,
άκαμπτη στις ανακρίσεις και τα βασανιστήρια, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς
κατακτητές, μαζί με άλλους 27 αγωνιστές της Αντίστασης, στις 8 Σεπτεμβρίου 1944
στο 'Αλσος Χαϊδαρίου, κοντά στη μονή Δαφνίου, ένα μήνα περίπου πριν από την
Απελευθέρωση. Το 1947 η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Βραβείο Αρετής και
Αυτοθυσίας.
7. Υβόννη: Οργάνωση, την οποία
συγκρότησε ο Ιωάννης Πελτέκης, ο οποίος καταγόταν από την Αλεξανδρούπολη και
είχε πολεμήσει κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940. Μετά την κατάληψη της
χώρας από τους Γερμανούς διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου απέκτησε επαφή με τη
βρετανική SOE. Το Μάιο του 1943 ήρθε στην Ελλάδα με την αποστολή να
ανασυγκροτήσει τα κλιμάκια πληροφοριών και δολιοφθορών που μετά το θάνατο του
Τσιγάντε, του Αρχηγού της ομάδας «Μίδας 614» τον Ιανουάριο του 1943 και τη
σύλληψη του Κουτσογιαννόπουλου τον Φεβρουάριο του 1943, είχαν διαλυθεί. Ο Ι.
Πελτέκης με το κωδικό όνομα «Απόλλων» δημιούργησε μια κατασκοπευτική
οργάνωση,που έμελλε να αποτελέσει την πιο αξιόμαχη κατασκοπευτική ομάδα στην
κατεχόμενη Ελλάδα.Το Μάρτιο του 1944 συνελήφθησαν από τα SS 47 μέλη και σε
λίγες μερες ακόμη 22,πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την εξάρθρωση σχεδόν του
πληροφοριακού δικτύου.Οι συλληφθέντες εκτελέστηκαν στο Χαϊδάρι στις 8
Σεπτεμβρίου 1944
8. Τα δικαστήρια της
Βέροιας επιλέγησαν για την διεξαγωγή της πολύκροτης δίκης για τον εβραϊκό
συνοικισμό Θεσσαλονίκης “Κάμπελ” με κατηγορούμενες τους ηγέτες της Ε.Ε.Ε. Η
δίκη προβλήθηκε και εκτός συνόρων, ενώ έδωσε την ευκαιρία και στα τοπικά
στελέχη της οργάνωσης να δράσουν ευρύτερα. Στο φύλλο της 13/4/1932 αναφέρονται
αναλυτικά τα εξής:
“Από του παρελθόντος Σαββάτου 2ας Απριλίου ήρχισε εκδικαζόμενη ενώπιον του
Δικαστηρίου των εν τη πόλει μας Κακουργοδικών η συνταράξασα το πανελλήνιον
υπόθεσις του εμπρησμού του Ισραηλητικού Συνοικισμού Κάμπελ. Το εδώλιον των
κατηγορουμένων κατείχον οι Μπουσουλίδης, καφεπώλης, Βελλισαρίδης παντοπώλης,
Αμπατζίδης σωφέρ, Νικολαϊδης εργάτης, Τατζίδης σωφέρ, Βελίδης υπάλληλος
Δημαρχία, Φαρδής Δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης της εν Θεσσαλονίκη εκδιδομένης
εφημερίδος “Μακεδονία”, Κοσμίδης πρόεδρος της Ε.Ε.Ε. εν Θεσσαλόνικη και
Χαριτόπουλος Γραμματεύς της Ε.Ε. Το Δικαστήριον απετελέσθη εκ των κ.κ. Κ.
Ζανετόπουλον Πρόεδρον, Θ. Καμπέρη και Β. Χατζή συνέδρων, την εισαγγελικήν δε
έδραν κατείχεν ο εισαγγελεύς κ. Σ. Χυτήρης. Υπερασπισταί της πολιτικής αγωγής
οι Δικηγόροι κ.κ. Ζάχος και Χατζηδήμος, συνηγοροι δε της υπερασπίσεως οι
Δικηγόροι της πόλεως μας κ.κ Κάππος, Γρηγοριάδης, Κατσαμπής και Μαρκόπουλος του
δε Κομμουνιστού Νικολαϊδου ο κ. Κεφαλλίδης. Μετά την κατάληψιν τη θέσεως των
ενόρκων υπό των κληρωθέντων ενόρκων κ.κ. Περδίκα, Κύρκου, Ζαρούκα,
Χατζησαράντη, Τζίκα, Καραγαβριηλίδη, Κατσάνου, Μπουλασίκη, Αλεβιζάκου,
Οικονομίδη, Χατζηνικολάκη και Φιλοσίδη, άρχισε η εξέτασις των
μαρτύρων.κατηγορίας γενικώς και ειδικώς των κ.κ. Σακκή και Μπεζαντζή διεπιστώθη
το μίσος αυτών τόσον κατά της συναδέλφου “Μακεδονίας” όσον και κατά της Εθνικής
Οργανώσεως Ε.Ε.Ε. και ότι ο δημιουργηθείς θόρυβος κατόπιν των θλιβερών σκηνών
του Κάμπελ ωφείλετο εις μίσος επιτηδείων τινών και με αντικειμενικόν σκοπόν
όπως στιγματισθή με τον κατηγορίας και της υπερασπίσεως, την απολογίαν των ως
αυτουργών κατηγορουμένων, απελογήθησαν οι κ.κ Κοσμίδης, Χαριτόπουλος και Φαρδής
αρνηθέντες την αποδιδομένην κατηγορίαν, αι απολογίαι ιδία των Χαριτόπουλου και
Φαρδή απεκάλυψαν πλήρως τας ενεργείας των “Μακαμπή”. Την στιγμήν κατά την
οποίαν το φύλλον μας τίθεται υπό τα πιεστήρια ο εισαγγελεύς κ. Χυτήρης αγορεύει
αναπτύσσων την κατηγορίαν. Θα ήτο παράλειψις εάν δεν εμνημονεύετο ότι χάρις εις
την δεξιοτεχνίαν του προεδρεύοντος κ. Ζανετόπουλου καθώς και των συνέδρων κ.κ.
Καμπέρη και Χατζή οι συνεδριάσεις της μεγάλης και ιστορικής ταύτης δίκης,
διεξήχθησαν και διεξάγωνται κανονικώτατα”.
Αλέξανδρος Χατζηκώστας, ''Πλευρές της δράσης της Ε.Ε.Ε στην Ημαθία''
9. Εννοεί το
μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη
10. Καθημερινή,
26 Ιουνίου 1933.
11. Περισσότερα στοιχεία
στην εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, φύλλα της 26ης και της 27ης Ιουνίου 1933
12. Συγκεκριμένα ανέφερε
ότι: "Κατά τας εκλογάς του 1915 οι Εβραίοι εψήφισαν τον συνδυασμόν του Δ.
Γούναρη και έδωκαν εις το Λαϊκόν κόμμα 18 βουλευτάς περισσοτέρους, αφαιρέσαντες
αυτούς από τον Βενιζελισμόν... Δεν ανεχόμεθα η τύχη και το μέλλον της Ελλάδος
να ρυθμίζεται με εβραϊκάς ψήφους αίτινες πάντοτε έχουν ύποπτα ελατήρια και δεν
ελαύνονται βεβαίως από αγάπην προς την ελληνική πατρίδα..." Εφημερίδα
"Δράσις", 28η Φεβρουαρίου1934.
13. Εφημερίδα
"Φως" της Θεσσαλονίκης, 22/5/47 και 30/5/1947
14. Η καπναποθήκη
της Αμερικάνικης Εταιρείας Καπνού, γνωστή και ως «κίτρινη αποθήκη», κτίστηκε το
1926. Στη διάρκεια της κατοχής χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς ως κρατητήριο
όσων συλλαμβάνονταν στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας και ως προσωρινό γκέτο
των Εβραίων της περιοχής του Βόλου. Το 1965 αγοράστηκε από τον Εθνικό Οργανισμό
Καπνού και λειτούργησε ως αποθήκη. Το 1993 το κτήριο κηρύχθηκε ως ιστορικό
διατηρητέο μνημείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου