theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Τετάρτη 4 Απριλίου 2018

Ο εκτροχιασμός της επανάστασης

Θανασ. Γιαλκέτσης/ Eφημερίδα Συντακτών
Ο Βαγγέλης Σακκάτος, με άρθρο του που δημοσιεύτηκε στις 10-11 Μαρτίου στις «Νησίδες» στην «Εφημερίδα των Συντακτών», διατύπωσε αντιρρήσεις και επικρίσεις σχετικά με ορισμένα σημεία του βιβλίου μου για την Οκτωβριανή Επανάσταση («Η ουτοπία στην εξουσία»).
Το πρώτο από αυτά αναφέρεται στην έκταση και τις διαστάσεις της «κόκκινης τρομοκρατίας», που έγινε αχαλίνωτη μετά την απόπειρα δολοφονίας του Λένιν τον Αύγουστο του 1918.
Ο Σακκάτος ορθά ενίσταται και διαμαρτύρεται, επειδή, εσφαλμένα και εκ παραδρομής, αναφέρω ότι «Στους δύο επόμενους μήνες, ο αριθμός των θυμάτων ανέβηκε, φτάνοντας τις δεκάδες χιλιάδες…».
Αναγκαία και επιβεβλημένη διόρθωση«Στα δύο επόμενα χρόνια…», και όχι στους δύο επόμενους μήνες, τα θύματα της «κόκκινης τρομοκρατίας» άγγιξαν αυτά τα θλιβερά μεγέθη. Ηδη το 1959, ο Κώστας Παπαϊωάννου, στο σπουδαίο έργο του «Η γένεση του ολοκληρωτισμού», σημείωνε ότι η κόκκινη τρομοκρατία της Τσεκά, δηλαδή «η τρομοκρατία που αντιστοιχεί στην εργατο-αγροτική φάση της διαρκούς επανάστασης, είχε κοστίσει περί τις 50.000 ανθρώπινες ζωές» (Εναλλακτικές Εκδόσεις 2017, σελ. 546).

Η σύγχρονη ιστορική έρευνα, επωφελούμενη και από το μερικό άνοιγμα των σοβιετικών αρχείων, κατέδειξε ότι ο αριθμός των θυμάτων της κόκκινης τρομοκρατίας ήταν πολύ μεγαλύτερος από τις αρχικές εκτιμήσεις.
Στα δεκάδες χιλιάδες θύματα αριθμούνται εκείνοι οι «ταξικοί εχθροί» που εκτελέστηκαν χωρίς δίκη, οι όμηροι που τουφεκίστηκαν ή όσοι πέθαναν στις φυλακές και στα κρατητήρια της Τσεκά.
Συνυπολογίζονται επίσης οι αγρότες που τιμωρήθηκαν επειδή εξεγέρθηκαν ή δεν παρέδωσαν τη σοδειά τους, καθώς και τα θύματα της «αποκοζακοποίησης», που αποφασίστηκε τον Ιανουάριο του 1919, με βάση την οποία οργανώθηκε η μαζική εξόντωση ενός σημαντικού μέρους της κοινότητας των Κοζάκων.
Ο αιματηρός απολογισμός της κόκκινης τρομοκρατίας έχει γίνει από έγκυρους ιστορικούς, όπως π.χ. οι Ιταλοί Αντρέα Γκρατσιόζι και Μαρτσέλο Φλόρες, ο Γάλλος Νικολά Βερτ, ο Βρετανός Ρόμπερτ Σέρβις και άλλοι, τα έργα των οποίων αναφέρονται στη βιβλιογραφία που παραθέτω στο τέλος του βιβλίου μου.
Ο μπολσεβικισμός εγκαινίασε και υλοποίησε με συστηματικό τρόπο την επέκταση της ιδέας του ολικού πολέμου στην κοινωνική και πολιτική πάλη.
Οι μπολσεβίκοι πίστευαν ειλικρινά ότι είναι οι μόνοι αυθεντικοί εκπρόσωποι της εργατικής τάξης και οι αποκλειστικοί φορείς της μαρξιστικής αλήθειας.
Από αυτή την ακλόνητη πεποίθησή τους πήγαζε η ιδέα ότι όσοι δεν συμμερίζονταν το όραμά τους ήταν στοιχεία οπισθοδρομικά και εχθρικά, ακόμη και αν αναφέρονταν στον σοσιαλισμό ή είχαν προλεταριακές καταβολές. Γι’ αυτό και από την αρχή η εξουσία των μπολσεβίκων στράφηκε εναντίον όλων όσοι σκέφτονταν διαφορετικά, είτε αυτοί ήταν αντιδραστικοί και συντηρητικοί είτε ήταν φιλελεύθεροι, σοσιαλιστές ή αναρχικοί.
Και όταν ένιωσε ότι κλονίζεται ή απειλείται, δεν δίστασε να προσφύγει σε πράξεις βίας εναντίον των «εχθρών του λαού», είτε οι τελευταίοι ήταν γαιοκτήμονες, αστοί και διανοούμενοι είτε ήταν αγρότες και εργάτες.
Το δεύτερο σημείο στο οποίο ο Σακκάτος επικεντρώνει την κριτική του αναφέρεται στην τύχη της πολιτικής «διαθήκης» του Λένιν. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι σφάλλω όταν γράφω ότι το κείμενο αυτό «κρατήθηκε μυστικό και δεν δημοσιεύτηκε». Και τονίζει ότι είναι «απόλυτα αβάσιμος και ψευδής» ο ισχυρισμός μου ότι «αργότερα, με τη συνενοχή του ίδιου του Τρότσκι, δηλώθηκε ότι ήταν πλαστό».
Επειδή η αναφορά στο θέμα αυτό είναι πολύ συνοπτική στο βιβλίο μου και μπορεί πράγματι να τροφοδοτήσει παρερμηνείες, προσθέτω εδώ ορισμένα διευκρινιστικά στοιχεία.
Η πολιτική «διαθήκη» του Λένιν διαβάστηκε εμπιστευτικά από ορισμένους συνέδρους του 13ου Συνεδρίου, που έγινε τον Μάιο του 1924, αλλά δεν δημοσιεύτηκε στον Τύπο και με αυτήν την έννοια δεν έγινε ευρύτερα γνωστή.
Το 1925, ο Αμερικανός διανοούμενος Μαξ Ιστμαν –που τότε ήταν τροτσκιστής και στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου έγινε συντηρητικός και αντικομμουνιστής– τη δημοσίευσε στη Δύση και ισχυρίστηκε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα την είχε αποκρύψει από τον σοβιετικό λαό.
Τότε ο Τρότσκι διαχώρισε τη θέση του από τον Ιστμαν, δηλώνοντας ότι το κείμενο που δημοσίευσε ήταν πλαστό.
Το 1928, ο εξόριστος στην Αλμα Ατα Τρότσκι, σε επιστολή του στον μπολσεβίκο Μουράλοφ, εξήγησε τις συνθήκες υπό τις οποίες δέχθηκε πιεζόμενος το 1925 –πριν δηλαδή από την οριστική ρήξη με τον Στάλιν– να υπογράψει τη δήλωση «αποκήρυξης» της πρωτοβουλίας του Ιστμαν, μια δήλωση που την είχε συντάξει η σταλινική πλειοψηφία του Πολιτικού Γραφείου.
Ο Σακκάτος αποδίδει την «αρνητική εξέλιξη της πορείας της μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης» σε παράγοντες όπως «η ήττα των ευρωπαϊκών επαναστάσεων με τη σοσιαλδημοκρατική προδοσία» και η ιμπεριαλιστική περικύκλωση.
Στο βιβλίο μου προτείνω μια διαφορετική ερμηνεία του αυταρχικού και δεσποτικού εκφυλισμού του σοβιετικού κομμουνισμού, η οποία, χωρίς να παραγνωρίζει την πίεση που άσκησε ένας εχθρικός διεθνής καπιταλισμός και το βάρος της ρωσικής καθυστέρησης και υπανάπτυξης, αναδεικνύει κυρίως τις αντιφάσεις και τα όρια του ίδιου του λενινιστικού στρατηγικού σχεδίου.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί είναι το ότι στη σοβιετική εμπειρία η επαναστατική επαγγελία μιας ανώτερης μορφής δημοκρατίας, της προλεταριακής δημοκρατίας, μετατράπηκε πολύ γρήγορα –ορθότερααπό την αρχή– σε δικτατορία του μοναδικού κόμματος και έπειτα σε δικτατορία του γενικού γραμματέα, για να καταλήξει τελικά σε ένα δεσποτικό και ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας που κατέπνιγε με τη βία κάθε διαφωνία.
Αυτός ο αυταρχικός εκτροχιασμός της επανάστασης και η κατάληξη στον πολιτικό δεσποτισμό υπήρχαν εν σπέρματι στο αρχικό λενινιστικό σχέδιο.
Οχι μόνον στον αναρχοειδή ουτοπισμό του «Κράτος και επανάσταση», αλλά και στη λενινιστική ιδέα ότι η επανάσταση και η οικοδόμηση του σοσιαλισμού θα είναι το έργο μιας καλά οργανωμένης και αυστηρά πειθαρχημένης μειοψηφικής πρωτοπορίας, επειδή μόνον αυτή κατέχει τη σωστή επαναστατική θεωρία. Ακριβώς επειδή το κόμμα μονοπωλεί τη μαρξιστική αλήθεια, μπορεί να δρα στο όνομα των μαζών χωρίς την ενεργητική συμμετοχή τους ή ακόμα και χωρίς τη συγκατάθεσή τους.
Κι έπειτα, επειδή ο μπολσεβικισμός ταυτίζεται με το προλεταριάτο και επειδή το προλεταριάτο είναι η μόνη επαναστατική τάξη, το κόμμα της πρωτοπορίας θέτει εκτός νόμου όλα τα άλλα πολιτικά κόμματα και μονοπωλεί τη δημόσια σφαίρα.
Η διάλυση της Συντακτικής Συνέλευσης στις αρχές του 1918 σηματοδοτεί ουσιαστικά –όπως ορθά διέγνωσε η Λούξεμπουργκ– το τέλος της πρώτης δημοκρατικής εμπειρίας που γεννήθηκε στη Ρωσία τον Φεβρουάριο του 1917.
Στα χρόνια 1917-1921 δημιουργήθηκαν όλοι οι βασικοί θεσμοί του σοβιετικού καθεστώτος και εδραιώθηκαν: το μονοπώλιο της απεριόριστης εξουσίας ενός κόμματος-κράτους που δεν ανεχόταν κανέναν πολιτικό πλουραλισμό και καμιά αντιπολίτευση, η απαγόρευση των τάσεων στους κόλπους του κόμματος και επομένως η καταστολή κάθε εσωτερικής διαφωνίας, η καθολική επιτήρηση της κοινωνίας από την πολιτική αστυνομία, η καθιέρωση του μαρξισμού ως επίσημης ιδεολογίας του κράτους και ο αποκλεισμός όλων των άλλων ιδεολογικών ρευμάτων, η οικονομική δικτατορία του κράτους και του κόμματος.
Δύσκολα μπορεί να πιστέψει κανείς ότι σε ένα τέτοιο πολιτικό και οικονομικό σύστημα θα μπορούσαν να διασωθούν οι αξίες του σοσιαλισμού ή να αποφευχθεί ο δεσποτισμός μιας γραφειοκρατικής ολιγαρχίας ή και ενός ηγέτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου