Το κείμενο έχει δημοσιευθεί,
ξαναδουλεμένο στο 12 τεύχος
ξαναδουλεμένο στο 12 τεύχος
του περιοδικού "ΟΡΟΠΕΔΙΟ"
Αξίζει να προμηθευτείτε
όλα τα τεύχη του περιοδικού
όλα τα τεύχη του περιοδικού
Ἡ πρώτη καταγραφὴ τῆς φράσης Ψυχῆ Βαθειὰ
τοῦ Δημήτρη Κανελλόπουλου
Ὅταν πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια ἄρχισε νὰ προβάλλεται ἡ ταινία
τοῦ Παντελῆ Βούλγαρη «Ψυχὴ Βαθιά», ἀναπτύχθηκε –ἐκτὸς τῶν ἄλλων– ἕνας ἔντονος
διάλογος γύρω ἀπὸ τὸν τίτλο της. Γιὰ τὸ ἂν δηλαδὴ ἡ φράση «Ψυχὴ Βαθιά» ὑπῆρξε
σύνθημα τῶν ἀνταρτῶν τοῦ Δημοκρατικοῦ Στρατοῦ ὅπως ὑπαινίσσεται ἡ ὁμώνυμη
ταινία τοῦ κ. Βούλγαρη ἢ ἦταν σύνθημα τῶν ἀνταρτῶν τοῦ ΕΛΑΣ κατὰ τὴν περίοδο τῆς
γερμανικῆς Κατοχῆς.
Ὅπως συμβαίνει πάντα ἡ ταινία ἀπὸ ἄλλους ὑμνήθηκε ἐνῶ ἀπὸ ἄλλους
ἐδέχθη σκληρὴ κριτική. Ὅμως ἀνεξαρτήτως τῶν ἀπόψεων ποὺ διατυπώθηκαν γι’ αὐτὴν ἕνα
παραμένει γεγονός: ὁ τίτλος της εἶναι μία φράση ποὺ ἐμπεριέχει ὁμολογουμένως μιὰ
πολὺ μεγάλη δυναμική.
Δίνω μεγάλη σημασία σὲ ὅτι ἀφορᾶ στὸν ἐμφύλιο. Αὐτὸ συμβαίνει
γιατί ὁ ἐμφύλιος εἶναι ἡ “ἐποποιία” ὅπου πῆρε μέρος ὁ πατέρας μου, ὁ ὁποῖος
μέσα ἀπὸ περιπετειώδεις συνθῆκες διεσώθη. Κι ὅταν κάπως τὰ πράγματα μπῆκαν σὲ ἕνα
δρόμο ἄρχισε νὰ μιλᾶ. Τὸ ἀκροατήριό του ἦταν ἡ οἰκογένειά του. Δηλαδὴ ἡ μάνα
μου κι ἐγὼ ποὺ ἤμουν τὸ μεγαλύτερο παιδί του. Ἀργότερα σ’ αὐτὸ προστέθηκαν καὶ
τὰ μικρότερα ἀδέλφια μου.
Ἄκουσα
λοιπὸν ἄπειρες φορὲς νὰ διηγεῖται μὲ λεπτομέρειες τί ἔγινε ἐδῶ, τί ἔγινε ἐκεῖ,
τί ἔγινε πάρα πέρα, τί εἶπε ἐκεῖνος τί εἶπε ὁ ἄλλος. Στὶς διηγήσεις του ἦταν
σαφὴς καὶ ἀποφασιστικὸς ὅταν μιλοῦσε γιὰ γεγονότα κυρίως μάχες στὶς ὁποῖες ἔλαβε
μέρος. Ὁ δικός του κόσμος ἦταν ὁ κόσμος τῆς περιοχῆς τῆς βορειοδυτικῆς
Πελοποννήσου. Ποτὲ ὅμως κατὰ τὶς διηγήσεις αὐτὲς δὲν ἄκουσα ἀπὸ τὰ χείλη του τὴ
φράση «Ψυχὴ Βαθιά».
Τὴν περίοδο ποὺ παιζόταν ἡ ταινία τοῦ κ. Βούλγαρη, μιλῶ μαζί
του στὸ τηλέφωνο καὶ μὲ ρωτᾶ γιὰ τὴν ταινία μὲ τὸν γνωστό του τρόπο. Τάχα μου ἀδιάφορα
στὴν ἀρχὴ καὶ σιγά-σιγὰ ὅλο καὶ μὲ μεγαλύτερο ἐνδιαφέρον. Μοῦ λέει: θὰ πάω νὰ δῶ τὴν ταινία Ψυχὴ Βαθειά…
Φτάνει τὴν κουβέντα ἐκεῖ ποὺ θέλει καὶ συγκινεῖται. Δὲν θέλω νὰ τοῦ δείξω ὅτι ἔχω
ἄλλη ἄποψη καὶ συνεχίζω νὰ τοῦ ἀπαντῶ βαριεστημένα. Τὸ καταλαβαίνει καὶ μοῦ
λέει: ἐσὺ παιδάκι μου δὲν πιστεύεις σὲ
τίποτα πιὰ. Ἐγὼ θὰ πάω νὰ τὴν δῶ τὴν ταινία γιατί μιλάει γιὰ τὸ σύνθημά μας…
Ψυχὴ Βαθειά…
Αἰσθάνομαι ἔνοχος ἀλλὰ εἶναι ἀργά. Τὴν ἔκανα πάλι τὴ βλακεία
λέω μέσα μου… Ὡστόσο κάτι ἀρχίζει καὶ μὲ τσιγκλάει. Ὄχι ἀπὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν
ταινία τὴν ὁποία δὲν εἶδα. Ἀλλὰ ἡ ὀμορφιὰ αὐτῆς τῆς φράσης: Ψυχὴ Βαθειά… Ἡ ἀντίδρασή μου ἔχει σχέση
μὲ τὴν πολιτική μου στάση ἔναντι τοῦ ἐμφυλίου. Τώρα ποὺ πέρασαν τὰ χρόνια καὶ
κάτι ἄκουσα ἀπὸ δῶ κάτι ἄκουσα ἀπὸ ἐκεῖ κάτι διάβασα, κάτι κατάλαβα ἔπαψα νὰ
θεωρῶ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο «ὡς τὸν δικαιότερο πόλεμο τῆς ἱστορίας». Θεωρῶ ότι ὁ ἐμφύλιος
εἶναι ὅτι χειρότερο μπορεῖ νὰ συμβεῖ στὴν
ἱστορία ἑνὸς λαοῦ! Ἔχω ὅμως μεγάλη εὐαισθησία καὶ κατανοῶ τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους
ποὺ πῆραν μέρος σ’ αὐτὸν κυρίως ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς ἀριστερᾶς. Γιατί σ’ αὐτοὺς
στὸν ἁπλὸ κόσμο τῆς ἀριστερᾶς ἂν μὴ τί ἄλλο δὲν ὑπῆρχε ὑποψία τῆς παραμικρῆς ἰδιοτέλειας.
Ἄρχισα νὰ διαβάζω κάθε τί ποὺ δημοσιευόταν καὶ κυρίως τὶς
κριτικὲς τῆς ταινίας μπὰς καὶ διαφωτιστῶ. Γιὰ μένα τὸ θέμα δὲν εἶναι ἡ ταινία τὴν
ὁποία ἀφοῦ δὲν εἶδα δὲν μπορῶ νὰ τὴν κρίνω. Γιὰ μένα εἶναι ἡ ἔνταση αὐτῆς τῆς
μικρῆς φράσης τῶν δυὸ λέξεων. Εἶναι τὸ πάθος μὲ τὸ ὁποῖο μοῦ μίλησε ὁ πατέρας
μου γιὰ τὸ σύνθημα «Ψυχὴ Βαθειά» τὸ ὁποῖο καρφώθηκε στὸ μυαλό μου.
Ψάχνοντας νὰ βρῶ στοιχεῖα γιὰ τὸ σύνθημα αὐτό, τυχαία, ἔπεσα
πάνω στὸ ποίημα τοῦ Αἰμίλιου Βεάκη μὲ τὸν ἴδιο τίτλο ἕνα ποίημα τὸ ὁποῖο ἀγνοοῦσα.
Δὲν κέρδισα πολλά. Ἀπὸ τὸν πέμπτο ὅμως στίχο του τὸ ποίημα μοῦ δίνει μία
πληροφορία ἕνα ὄνομα:
Μὰ χρειάζεται ἕνα σύνθημα, μιὰ λέξη,/μιὰ σπίθα στὸ μπαρούτι.
Νὰ ποὺ ἄξαφνα τὴ βρῆκε ὁ Παπαζήσης:/—Ψυχὴ Βαθειά/Τὰ γιαταγάνια ἀστράφτουν…/Οἱ
μπαταριὲς τραντάζουν τὸ ρουμάνι./ Ποτάμι τρέχει τὸ αἷμα τῶν Ναζήδων·….
Κατὰ τὸν Βεάκη αὐτὸς ποὺ ἐπινόησε τὴν φράση καὶ τὴν ἔκανε
σύνθημα εἶναι κάποιος Παπαζήσης ἀξιωματικὸς
τοῦ ΕΛΑΣ στὴν Στερεά. Αὐτὸς φώναζε πρὶν ἀπὸ τὴν μάχη: Ψυχὴ Βαθειά! «Καὶ τότες τὰ «γιαταγάνια ἀστράφτουν, οἱ μπαταριὲς
τραντάζουν τὸ ρουμάνι…». Ἀναμφισβήτητα ἡ καταγωγὴ τοῦ συνθήματος βρίσκεται στὴν
περίοδο τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα.
Στὶς ἐπίμονες ἀναζητήσεις μου νὰ βρῶ ἀπὸ ποῦ προέρχεται ἡ
φράση ἡ ὁποία ἔγινε σύνθημα καὶ πυρπόλησε τὴν ψυχὴ τοῦ πατέρα μου ἀνακαλύπτω ἕνα
κείμενο ποὺ προσπαθεῖ ν’ ἀποκαταστήσει τὰ πράγματα στὴν πραγματική τους
διάσταση. Ἔτσι βρίσκω λίγα στοιχεῖα γιὰ τὸν Παπαζήση. Τὸ κείμενο εἶναι μιὰ διαμαρτυρία. Τὸ ὑπογράφει
ἕνας σύλλογος «Φίλων του Ἄρη Βελουχιώτη(!)» ἢ κάπως ἔτσι. Ἐκεῖ διαβάζω πὼς ὁ
«Παπαζήσης» τὸν ὁποῖο ἀναφέρει ὁ Βεάκης, ἦταν ὑπαρκτὸ πρόσωπο. Πρώην ἀξιωματικός
τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἐνταγμένος στὸν ΕΛΑΣ. Αὐτὸς πρὶν τὴν μάχη ὕψωνε τὸ γεμάτο
τσίπουρο παγούρι του λέγοντας πρὸς τοὺς μαχητὲς του ἀντάρτες: ἐμπρὸς παιδιά μου Ψυχὴ βαθειά… Τὸ
κείμενο τοῦ “Συλλόγου Φίλων τοῦ Ἄρη Βελουχιώτη”
εἶναι ἀπογοητευτικὸ γιατὶ μᾶς πληροφορεῖ μὲ κάκιστο τρόπο ὅτι αὐτὸς ὁ
Παπαζήσης “πούλησε” στὴ συνέχεια τὸν «ἀγώνα» καὶ ἐπανῆλθε στὶς τάξεις τοῦ ἐθνικοῦ
στρατοῦ τοῦ ὁποίου ἦταν ἀξιωματικὸς μέχρι τὴν κατάρρευση τοῦ μετώπου,
πολεμώντας ἐναντίον τῶν πρώην συντρόφων του κατὰ τὸν ἐμφύλιο.
Καὶ οἱ συντελεστὲς τῆς ταινίας ἀλλὰ καὶ οἱ κριτικοί της ὅλοι
συμφωνοῦν ὅτι ἡ φράση ὑπῆρξε σύνθημα τοῦ ΕΛΑΣ κατὰ τὴν περίοδο τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ
ἀγώνα ἀλλὰ καὶ μετέπειτα τῶν ἀνταρτῶν τοῦ Δημοκρατικοῦ Στρατοῦ. Μόνον “Οι φίλοι
τοῦ Ἄρη Βελουχιώτη”, ἀπορρίπτουν τὴν ἄποψη ὅτι τὸ σύνθημα Ψυχὴ Βαθειὰ
χρησιμοποιήθηκε καὶ ἀπὸ τὸν Δημοκρατικὸ Στρατό. Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ πραγματικὴ
καταγωγὴ τῆς φράσης πρὶν γίνει σύνθημα στὰ χείλη τοῦ «Παπαζήση» κι ἀργότερα τῶν
ἀνταρτῶν τοῦ ΔΣΕ;
Ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη ταινία ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὴν φράση. Εἶναι
ἡ ταινία ΛΟΛΑ γυρισμένη τὸ 1964 ἀρκετὰ χρόνια μετὰ τὸ τέλος τοῦ ἐμφυλίου ἀπὸ τὸν
Ντίνο Δημόπουλο. Μιὰ τανία ἀπ’ αὐτὲς
ποὺ μοῦ ἀρέσουν νὰ τὶς βλέπω. Ἡ ὑπόθεσή της εἶναι γνωστή. Περιγράφει τὰ βάσανα
καὶ τοὺς καημοὺς τῶν ἀνθρώπων τοῦ περιθωρίου. Σὲ μία σκηνὴ ὅπου ὁ ἀποφυλακισθεῖς
Ἄρης (Κούρκουλος) θέλει νὰ πάρει πίσω
τὴν καλή του ἀπὸ τὸν «κακό» πρώην συνέταιρό του Στέλιο (Διονύση Παπαγιαννόπουλο) ὁ ὁποῖος τὴν ἔχει κάνει ἐκβιαστικὰ
ἐρωμένη του καταφεύγει σ’ ἕναν φίλο του ἰδιοκτήτη νυχτερινοῦ κέντρου τὸν
βαρύμαγκα Φαρέα (Νίκος Φέρμας) γιὰ νὰ
τὸν συμβουλευθεῖ. Ὁ Φαρέας τὸν ἐμψυχώνει λέγοντας στὸ τέλος κάθε πρότασης ποὺ ἐκστομίζει:
ψυχὴ βαθειὰ ἔτσι; ψυχὴ βαθειὰ ἔτσι; Τὸ
ἴδιο ἐπαναλαμβάνει καὶ ἐνώπιον τῆς Λόλας
(Τζένη Καρέζη) λίγο πρὶν ἀναχωρήσει ὁ Ἄρης γιὰ νὰ μονομαχήσει γιὰ χάρη της μὲ τὸν
Στέλιο…
Ἡ φράση ἔχει περάσει καὶ στοὺς στίχους διάφορων τραγουδιῶν.
Φίλος μὲ πληροφόρησε ὅτι ὑπάρχει σὲ τραγούδι ποὺ τραγουδᾶ ἡ Μελίνα Μερκούρη σὲ μουσικὴ τοῦ Βαγγέλη Παπαθανασίου. Ἔψαξα ἐπ’ ἀρκετὸν
στὸ διαδίκτυο ἀλλὰ δὲν βρῆκα κάτι ποὺ νὰ μοῦ τὸ ἐπιβεβαιώνει. Βρῆκα ὅμως τοὺς στίχους ἑνὸς πρόσφατου
τραγουδιοῦ μὲ τὸν τίτλο μάλιστα Ψυχὴ
Βαθειά τῆς στιχουργοῦ Λίνας Δημοπούλου,
σὲ μουσικὴ τοῦ Ἀντώνη Μίτζελου.
Τραγούδι ποὺ σὲ πρώτη ἐκτέλεση τὸ τραγούδησε ὁ Λαυρέντης Μαχαιρίτσας. Ἀξίζει νὰ δοῦμε τοὺς στίχους τοῦ τραγουδιοῦ:
Ζητᾶς πατρίδα μου νὰ μείνω στὴ παράγκα,
ἄχρηστη βάρδια σὲ ἑτοιμόρροπη σκεπὴ
τὰ σύνορά της νὰ φυλάω ἀπ' τὸν ληστὴ
αὐτὸν ποὺ ἐσὺ τὸν ἔχεις κάνει μάγκα
καὶ ποὺ μονάχη σου τὸν ἄφησες νὰ μπεῖ..
προσφέροντάς του τὴ ζωή μου γιὰ μπροστάντζα.
Ζητᾶς ἀγάπη μου νὰ γίνω ἡ καβάντζα
φοβᾶσαι, χαίρεσαι ἢ πονᾶς νὰ εἶμαι ἐκεῖ
νὰ σοῦ 'χω ἄγρυπνη συγνώμη καὶ φιλὶ
νὰ σὲ σηκώνω ἀπ' τὶς στραβὲς καὶ τὰ στραπάτσα
καὶ νὰ κρατάω τὴ ψυχή σου καθαρή,
ὅπως τὰ ροῦχα ποὺ στεγνώνουν στὴ ταράτσα.
Δὲν θέλω ἀλλοῦ νὰ πάω,
ἐγὼ ὅταν ἀγαπάω εἶμαι ψυχὴ
βαθιά..
Αὐτὸ ποὺ μὲ σταυρώνει στ' ἀλήθεια μὲ λυτρώνει
ἡ μόνη σίγουρη στεριὰ εἶναι ἡ καρδιά.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Ὡστόσο μεγάλη ἦταν ἡ ἔκπληξή μου ὅταν πρὶν ἀπὸ μερικοὺς μῆνες
προετοιμάζοντας τὸ κεντρικὸ θέμα τοῦ παρόντος τόμου ἀφιερωμένου στὸν μεγάλο
δημιουργὸ τῆς Χαλκίδας Γιάννη Σκαρίμπα
ξαναδιάβασα τὰ διηγήματα του που περιλαμβάνοντα στη συλλογή Καϋμοὶ στὸ Γριπονήσι. Στὸ ἕκτο διήγημα τῆς
συλλογῆς Στὸν πάνω μαχαλὰ στὰ Μαρουχλέϊκα
διαβάζω στὴν πρώτη κιόλας σελίδα:
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Καὶ τ’ ἁμάξι τράβαε· τράβαε πάνω, κατὰ τοὺς πάνω μαχαλάδες,
κατὰ κεῖς ποὺ γίνονταν τὸ μάλλι-βράσι μὲ τὶς μισότριβες καὶ τὶς πρωτάρες, κατὰ
κεῖς ποὺ πᾶσα τόσο οἱ παντρεμένες ἀπαράταγαν τοὺς ἄντρες των καὶ παίρνανε
ρεμπέτες, ὅπου οἱ πρωτοστέφανες κ’ οἱ τριτοχῆρες ἔχουν ἄντρες ―μουστακαλῆδες,
σέρτικους― ποὺ τἄχουν μαῦρα καὶ στριμμένα, κι ἄλλες ἄντρες κοροϊδάκια, ποὺ τοὺς
ἔχουνε μαγέψει μὲ τὰ κέρατα καὶ τοὺς παίζουνε στὰ δάχτυλα.
Ψυχή μου! Ἔλαμπε μὲς στὸ κέφι του, ἀχτινοβόλει.
Γαρούφαλλο κόκκινο σὰν αἷμα εἶχε στὅνα αὐτί, τσιγάρο στ’ ἄλλο.
Δυὸ σπιθαμάδες ἦταν τὸ ζωνάρι τοῦ φαρδύ. Σὰν καβουρομάνα μαλλιαρὸ ἦταν τὸ στῆθος
του.
Κ’ ἐκεῖ κατὰ «τὸ βάσανό του» τράβαε. Στὰ Μαρουχλέϊκα. Στὸν ἀφαλὸ
τοῦ κόσμου.
Ψυχὴ βαθιά! Φαρδιὸ χαρέμι!
Ἡ Φώτω, ἡ Παγώνα, τὸ Λενάκι, ἡ ἄλλη ἡ Πάτρα, ἡ Κλεονίκη.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Εἶναι προφανὲς γιὰ ποιὸν κόσμο μιλάει ὁ Γιάννης Σκαρίμπας στὸ
διήγημά του. Μιλᾶ γιὰ τὸν κόσμο τοῦ περιθωρίου. Οἱ συνειρμοί μου μὲ ὁδηγοῦν στὴν
ταινία ΛΟΛΑ τοῦ Ντίνου Δημόπουλου. Ἀναζητῶ τὸν σεναριογράφο γιὰ νὰ διαπιστώσω ἀπὸ
ἁλίευσε τὴ φράση καὶ βλέπω ὅτι εἶναι ὁ Ἠλίας
Λυμπερόπουλος. Ἔχει φύγει ἀπὸ χρόνια.
Οἱ σκέψεις μου ὅτι κάποιο ὑψηλόβαθμο καὶ ἐγγράμματο στέλεχος
τῆς Ἀριστερᾶς μπορεῖ καὶ νὰ εἶχε διαβάσει τὸ διήγημα τοῦ Σκαρίμπα μᾶλλον δὲν εὐσταθεῖ
χωρὶς ν’ ἀποκλείεται. Ἀναμφισβήτητο γεγονὸς ὅμως εἶναι ὅτι ὁ πρωτοπόρος
πεζογράφος καὶ ποιητὴς Γιάννης Σκαρίμπας
καταγράφει πρῶτος τὸ 1930 αὐτὴ τὴν ὄμορφη
λαϊκὴ φράση ποὺ γίνεται σύνθημα στὴν περίπτωση τοῦ ἐθνικοαπελευθερωτικοῦ ἀγώνα ἀλλὰ
καὶ στὴν περίπτωση τῶν ἀπελπισμένων μαχητῶν του Δ.Σ. κατὰ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο.
Πολύ ωραίο κείμενο για το πως ταξιδεύουν οι λέξεις μέσα στο χρόνο από άνθρωπο σε άνθρωπο και βρίσκουν το νόημά τους
ΑπάντησηΔιαγραφή