Athensvoice, 2/12/2014
Εβδομηνταρίζει
σήμερα ο Διονύσης Σαββόπουλος και του στέλνουμε τις καλύτερες ευχές μας με αγάπη.
Και του χρόνου γερός, πάντα ανατρεπτικός, περιμένουμε ακόμα πολλά, να ‘χει να
μας δίνει.
Αυτές τις
μέρες 18 εικαστικοί τον τιμούν με επετειακή ομαδική έκθεση στην Γκαλλερί Ζουμπουλάκη
με τίτλο «Στο
υπόγειο νησί του»
Οι πολύ
νεότεροι, του 2000 οι εκδρομείς και δώθε, συχνά δυσκολεύονται να καταλάβουν, γιατί
του αποδίδουμε τέτοιες τιμές και τον έχουμε σε τόση υπόληψη. Δεν ξέρουνε ότι
μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε κάποιος ανήσυχος τύπος, ας πούμε πριν σαράντα
χρόνια, που κατά τη μεγάλη βαρβατίλα του λαϊκισμού βγήκε εντελώς ξεκούδουνα και
άλλαξε τον χάρτη με λίγους στίχους (βλέπε περισσότερα στο περσινό μας αφιέρωμα
για τα «50
χρόνια Σαββόπουλος»).
Όχι ότι
κατάφερε να γυρίσει θετικά την παρτίδα, αλλά πρόλαβε και είπε τότε, «Άλα, Πολιτευτάκια!»,
βάζοντας το σπέρμα στα μυαλά της ανυποψίαστης νεολαίας, που αν ήθελε μπορούσε
να το πάει παραπέρα. «Στη φοιτητριούλα, που σ’ έχει ερωτευτεί, θα σε καταγγείλω
πονηρέ πολιτευτή, τζάμπα χαραμίζεις, θα πάω να της πω, τον νεανικό σου και
λαμπρό ενθουσιασμό»… Η νεολαία μας δεν ήθελε να πάει παραπέρα το μήνυμα του
ποιητή και έδειξε εμπιστοσύνη στον Πολιτευτάκια. Και μεταξιώθηκε σαν κι αυτόν
και έγινε ο δεινόσαυρος που έφερε τη Χρεωκοπία, με τις υγείες μας.
Πέρασε και
δύσκολα, ψιλοπέτρινα χρόνια ο
Σαββόπουλος, όταν πάλι αργότερα τόλμησε να ξεμπροστιάσει το κακό,
κληροδοτώντας μας έννοιες όπως Κωλοέλληνες και Τσιφτετέλληνες, δείχνοντάς μας
το δρόμο της αυτοκριτικής. Και τότε δεν μας άρεσε αυτό και του γυρίσαμε την
πλάτη θυμωμένοι.
Αλλά, όπως
όλοι οι μεγάλοι, σιγά σιγά,
με το που πλησιάζει το γήρας, αρχίζουν πάλι να εισπράττουν την μαζική αγάπη.
Γιατί στα ύστερα, μάς είναι πιο εύκολο να αποδεχτούμε ότι η λαλιά του εθνικού
ποιητή είναι παντού κρυμμένη μέσα στα λόγια μας. Θέλουμε, δεν θέλουμε, τα
χνάρια του μεγάλου είναι αναπόδραστα αποτυπωμένα στο μυαλό και την καρδιά μας
και βρίσκουμε κάθε λόγο να τον ευχαριστούμε γι’ αυτό.
Χρόνια
πολλά, πάντα δημιουργικά, Διονύση!
Γεννήθηκα
στη Σαλονίκη
Uploaded on
Jun 28, 2010
Στίχοι /
Μουσική: Διονύσης Σαββόπουλος
Πρώτη εκτέλεση:
Διονύσης Σαββόπουλος & Άλκηστις Πρωτοψάλτη
Δεκέμβρης του σαράντα τέσσερα
με μια μοτοσικλέτα του ΕΛΑΣ
η μάνα μου ετοιμόγεννη, γυρίζει ο θανατάς
Να η μαμή, ανασηκώνει το μανίκι
έτσι γεννήθηκα στην Σαλονίκη
Από τα χώματα και με το αεράκι
βλέπει το τραμ να έρχεται γραμμή
είναι κατάφωτο και στο σκαλοπατάκι
στέκει ο Τσιτσάνης μ' ένα μικρό βιολί
Γεννήθηκα στη Σαλονίκη
μπροστά στην κλειδαρότρυπα σκυφτός
Κάστρα ανεμισμένα, καΐκια μέσ' στο φως
Η προκυμαία, βεγγαλικά και χορωδίες
τζάμια, το πλήθος βλέπει οπτασίες
Τα χρόνια που εξαγόρασε για πάντα
η φαντασία του τα λέει παιδικά
και όπως μακραίνει του ορφανοτροφείου η μπάντα
μοιάζουν σαν να 'ναι μελλοντικά
Κρυμμένος σαν παιδί και σαν δραπέτης
κάτω από την σκάλα που ακουμπάει το φως
στο ράδιο ο πατέρας αφουγκράζεται σκυφτός
Στριφογυρίζω, μια σημαιούλα μες στο κρύο
νύχτα και φέγγει το στρατοδικείο
Μέσα απ' τον τοίχο που έσκασε η μπόμπα
βλέπει ένα σιντριβάνι από χρυσό
ο κόσμος λιώνει σαν δωμάτιο με σόμπα
κι οι δυο Ελλάδες σιγοπίνουν το πιοτό
Γεννήθηκα στη Σαλονίκη
να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ
στο υπόγειο νησί τους ταξίδεψα ως εδώ
με μια κρυφή, εκ γενετής αιμορραγία
Ελλάδα, γλώσσα τυφλή στην γεωγραφία
Ελλάδα, οικόπεδο και αποικία
Αν τον ρωτήσετε που βρήκε δεκανίκι
πώς λογαριάζει να βρει την άκρη δηλαδή
θα αποκριθεί, "Γεννήθηκα στη Σαλονίκη'
και ξέρω απ' έξω την διαδρομή."
Πρώτη εκτέλεση:
Διονύσης Σαββόπουλος & Άλκηστις Πρωτοψάλτη
Δεκέμβρης του σαράντα τέσσερα
με μια μοτοσικλέτα του ΕΛΑΣ
η μάνα μου ετοιμόγεννη, γυρίζει ο θανατάς
Να η μαμή, ανασηκώνει το μανίκι
έτσι γεννήθηκα στην Σαλονίκη
Από τα χώματα και με το αεράκι
βλέπει το τραμ να έρχεται γραμμή
είναι κατάφωτο και στο σκαλοπατάκι
στέκει ο Τσιτσάνης μ' ένα μικρό βιολί
Γεννήθηκα στη Σαλονίκη
μπροστά στην κλειδαρότρυπα σκυφτός
Κάστρα ανεμισμένα, καΐκια μέσ' στο φως
Η προκυμαία, βεγγαλικά και χορωδίες
τζάμια, το πλήθος βλέπει οπτασίες
Τα χρόνια που εξαγόρασε για πάντα
η φαντασία του τα λέει παιδικά
και όπως μακραίνει του ορφανοτροφείου η μπάντα
μοιάζουν σαν να 'ναι μελλοντικά
Κρυμμένος σαν παιδί και σαν δραπέτης
κάτω από την σκάλα που ακουμπάει το φως
στο ράδιο ο πατέρας αφουγκράζεται σκυφτός
Στριφογυρίζω, μια σημαιούλα μες στο κρύο
νύχτα και φέγγει το στρατοδικείο
Μέσα απ' τον τοίχο που έσκασε η μπόμπα
βλέπει ένα σιντριβάνι από χρυσό
ο κόσμος λιώνει σαν δωμάτιο με σόμπα
κι οι δυο Ελλάδες σιγοπίνουν το πιοτό
Γεννήθηκα στη Σαλονίκη
να δω τους ποιητές πρόλαβα εγώ
στο υπόγειο νησί τους ταξίδεψα ως εδώ
με μια κρυφή, εκ γενετής αιμορραγία
Ελλάδα, γλώσσα τυφλή στην γεωγραφία
Ελλάδα, οικόπεδο και αποικία
Αν τον ρωτήσετε που βρήκε δεκανίκι
πώς λογαριάζει να βρει την άκρη δηλαδή
θα αποκριθεί, "Γεννήθηκα στη Σαλονίκη'
και ξέρω απ' έξω την διαδρομή."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου