theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2017

Για το γάλα της μπέμπας, κ. Αρετή


Μου θυμίζει η στάση της κάτι από ανθρώπους εξαρτημένους από ουσίες, αλλά και πάλι ποτέ δεν είσαι σίγουρος. Ερχεται και κάθεται απέναντί μου, δίπλα σε μια άλλη κοπέλα της ίδιας ηλικίας πάνω-κάτω. Στο διπλανό κάθισμα από εμένα κάθεται νεαρός, συμπαθητικός, ο οποίος ασχολείται με το κινητό του. Eγώ έχω επικεντρωθεί στο περιβάλλον έξω από το τρένο.

Με έβγαλε όμως από την παρατήρηση του εξωτερικού χώρου η φωνή της κοπέλας που μίλαγε στο κινητό και η οποία ήταν λίγο πιο δυνατή απ’ ό,τι μιλάει κανείς σε δημόσιο χώρο. «...κυρία Αρετή, γι’ αυτό σας έκανα αναπάντητη. Γιατί περνάω δύσκολα. Τα ξέρετε εσείς».
Φωνή τρεμάμενη και λίγο παρακλητική, η οποία σπάει σε μερικές στιγμές. «...σας είπα, κ. Αρετή, το 20ρικο που σας ζητώ είναι για το γάλα της μπέμπας. Επειδή παθαίνει παλινδρόμηση πρέπει να παίρνει συγκεκριμένο γάλα που το έχουν και λίγα φαρμακεία, κ. Αρετή. Το γάλα κάνει 18,30 ευρώ. Θα σας τα δώσω, κ. Αρετή μου. Συνέχεια δεν σας τα δίνω; Γιατί μου το κάνετε αυτό;».
Το σαγόνι αρχίζει και πέφτει σιγά σιγά. Ο θυμός αρχίζει να με κατακλύζει. Ποια είναι αυτή η κ. Αρετή που δεν λυπάται μια μάνα που δεν έχει να πάρει γάλα στο παιδί της και που έχει πάθει παλινδρόμηση κιόλας; «...ο πατέρας μου; Αφού το ξέρετε, κ. Αρετή, δεν μιλιόμαστε. Τα ίδια εδώ και καιρό. Τι να κάνω, κ. Αρετή μου. Από το πρωί τρέχω για δουλειά. Τίποτα. Δεν υπάρχει τίποτα. Μόνο εσείς μπορείτε να με βοηθήσετε, κ. Αρετή μου».

Τρελαίνομαι. Μόνο που δεν ζητάω το τηλέφωνο από τη δυστυχισμένη μάνα για να ρίξω έναν εξάψαλμο σε αυτή τη μέγαιρα που δεν έχει την καρδιά να βοηθήσει ένα ταλαιπωρημένο πλάσμα. «...όχι, κ. Αρετή, μην το κλείνετε, σας παρακαλώ. Δεν είναι για μένα, είναι για την μπέμπα. Κυρία Αρετή; Κυρία Αρετή...;». Και εκεί που λέω τι έγινε, ρε παιδιά, πετάγεται το διπλανό παλικάρι και βγάζει 20 ευρώ και τα δίνει στην κοπέλα. «Για την μπέμπα» της λέει.
Αυτή το παίρνει και με ύφος δυστυχισμένο «...μα, μη σου τα στερήσω» τα βάζει στην τσάντα της. «Οχι, όχι, δεν κάνει τίποτε» της απαντά ο νεαρός και της κάνει χώρο να περάσει γιατί κατέβαινε σε εκείνη τη στάση. Οι τύψεις με περικυκλώνουν. «Γιατί δεν έδωσες και εσύ βρε αχαΐρευτε;» βρίζω τον εαυτό μου. Και εκεί που παλεύω με τη συνείδησή μου ακούω την κοπέλα που καθόταν δίπλα στην ήδη αποχωρήσασα μάνα να λέει στον νεαρό: «Είσαι πολύ ευγενικός, αλλά να ξέρεις το έχει ξανακάνει».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου