Δὲ χάσαμε μόνο τὸν τιποτένιο μισθό μας
Μέσα στὴ μέθη τοῦ παιχνιδιοῦ σᾶς δώσαμε καὶ τὶς γυναῖκες μας
Τὰ πιὸ ἀκριβὰ ἐνθύμια ποὺ μέσα στὴν κάσα κρύβαμε
Στὸ τέλος τὸ ἴδιο τὸ σπίτι μας μὲ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα.
Νύχτες ἀτέλειωτες παίζαμε, μακριὰ ἀπ᾿ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας
Μήπως πέρασαν χρόνια; σαπίσαν τὰ φύλλα τοῦ ἡμεροδείχτη
Δὲ βγάλαμε ποτὲ καλὸ χαρτί, χάναμε· χάναμε ὁλοένα
Πῶς θὰ φύγουμε τώρα; ποῦ θὰ πᾶμε; ποιὸς θὰ μᾶς δεχτεῖ;
Δῶστε μας πίσω τὰ χρόνια μας δῶστε μας πίσω τὰ χαρτιά μας
Κλέφτες!
Στὰ ψέματα παίζαμε!
Μέσα στὴ μέθη τοῦ παιχνιδιοῦ σᾶς δώσαμε καὶ τὶς γυναῖκες μας
Τὰ πιὸ ἀκριβὰ ἐνθύμια ποὺ μέσα στὴν κάσα κρύβαμε
Στὸ τέλος τὸ ἴδιο τὸ σπίτι μας μὲ ὅλα τὰ ὑπάρχοντα.
Δὲ βγάλαμε ποτὲ καλὸ χαρτί, χάναμε· χάναμε ὁλοένα
Πῶς θὰ φύγουμε τώρα; ποῦ θὰ πᾶμε; ποιὸς θὰ μᾶς δεχτεῖ;
Κλέφτες!
Στὰ ψέματα παίζαμε!
Ἐπιτύμβιον
Πέθανες- κι ἔγινες καὶ σύ: ὁ καλός,
Ὁ λαμπρὸς ἄνθρωπος, ὁ οἰκογενειάρχης, ὁ πατριώτης.
Τριάντα ἕξη στέφανα σὲ συνοδέψανε, τρεῖς λόγοι ἀντιπροέδρων,
Ἑφτὰ ψηφίσματα γιὰ τὶς ὑπέροχες ὑπηρεσίες ποὺ προσέφερες.
Ἄ, ρὲ Λαυρέντη, ἐγὼ ποὺ μόνο τὄξερα τί κάθαρμα ἤσουν,
Τί κάλπικος παρᾶς, μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ μέσα στὸ ψέμα
Κοιμοῦ ἐν εἰρήνῃ, δὲν θὰ ῾ρθῶ τὴν ἡσυχία σου νὰ ταράξω.
(Ἐγώ, μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ μὲς στὴ σιωπὴ θὰ τὴν ἐξαγοράσω
Πολὺ ἀκριβὰ κι ὄχι μὲ τίμημα τὸ θλιβερό σου τὸ σαρκίο.)
Κοιμοῦ ἐν εἰρήνῃ. Ὡς ἤσουν πάντα στὴ ζωή: ὁ καλός,
Ὁ λαμπρὸς ἄνθρωπος, ὁ οἰκογενειάρχης, ὁ πατριώτης.
Δὲ θά ῾σαι ὁ πρῶτος οὔτε δὰ κι ὁ τελευταῖος.
Ανοίξαμε με τον Μανόλη Αναγνωστάκη [(9-3-1925 με 23 Ιουνίου 2005] και
κλείνουμε με τον Τσάρλς Μπουκόβσκι [16 Αυγούστου 1920 με 9 -3-1994]!
ΤΟΥ ΓΥΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ η πατρίδα του η Αμερική· αρνησίπατρις με πατέντα καθόσον. Στα πεζά και τα ποιήματά του λοιδορεί τον καθωσπρεπισμό της, χλευάζει τους επιτυχημένους της νοικοκυραίους, ξιφουλκεί με τον Θεό, καβγαδίζει διαρκώς με την υποκρισία της, υπονομεύει το σύστημα, αποκαλύπτει μεθοδικά τη ματαιότητα του αμερικάνικου ονείρου. Αποκτά φανατικούς αναγνώστες, αλλά λίγους. Γίνεται διάσημος, αντίθετα, στην Ευρώπη. Περί τα μέσα της δεκαετίας του 1970 συγκαταλέγεται στους εμπορικότερους ξένους συγγραφείς της Γερμανίας και ο Σαρτρ τον θεωρεί τον σημαντικότερο ποιητή στην ιστορία των ΗΠΑ. Διάγει πολυτάραχη ζωή, πνιγμένη στην ασωτία και πλημμυρισμένη με αλκοόλ. Ο Μπουκόφσκι, διότι περί του Χένρι Τσαρλς πρόκειται, πεθαίνει σαν σήμερα το 1994, αφήνοντας περισσότερα από πενήντα βιβλία. Αποτίουμε τιμή με ταπεινό δείγμα στίχων του:
ΑΓΚΑΛΙΑΣΕ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ Ο σάλος είναι ο θεός/ η τρέλα είναι ο θεός/ όταν ζεις μονίμως ήρεμα/ ζεις μονίμως το θάνατο./ Η αγωνία μπορεί να σκοτώσει/ ή η αγωνία μπορεί να κρατήσει το βάρος της ζωής/ αλλά η ηρεμία είναι πάντα τρομακτική/ η ηρεμία είναι ό,τι χειρότερο./ Να περπατάς/ να μιλάς/ να χαμογελάς/ να φαίνεται ό,τι είσαι./ Μην ξεχνάς τα πεζοδρόμια/ τις πόρνες/ την προδοσία/ το σκουλήκι μέσα στο μήλο/ τα μπαρ/ τις φυλακές/ τις αυτοκτονίες των εραστών./ Εδώ στην Αμερική έχουμε δολοφονήσει έναν πρόεδρο και τον αδερφό του/ ένας άλλος πρόεδρος παραιτήθηκε από τη θέση του./ Οι άνθρωποι που πιστεύουν στην πολιτική/ είναι σαν τους ανθρώπους που πιστεύουν στο θεό·/ είναι κάτι αποτυχημένοι που έχουν έφεση/ στα ασήμαντα./ Δεν υπάρχει θεός/ δεν υπάρχει πολιτική/ δεν υπάρχει ηρεμία/ δεν υπάρχει έρωτας/ δεν υπάρχει έλεγχος/ δεν υπάρχει σχέδιο./ Μείνε μακριά από το θεό/ παράμεινε ενοχλημένος/ γλίστρα.
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ υποψηφίου σε ένα πίνακα διαφημίσεων της πόλης Να τος/ όχι πολλά μεθύσια/ όχι πολλοί καυγάδες με γυναίκες/ όχι πολλά κλαταρισμένα λάστιχα/ ποτέ δε σκέφτηκε την αυτοκτονία./ Οχι περισσότεροι από τρεις πονόδοντοι/ ποτέ δεν έχασε γεύμα/ ποτέ δεν έκανε φυλακή/ ποτέ δεν ερωτεύτηκε./ Εφτά ζευγάρια παπούτσια/ ένας γιος στο πανεπιστήμιο/ αμάξι ενός έτους/ ασφαλιστήρια συμβόλαια/ ένα πολύ πράσινο γρασίδι/ κάδοι σκουπιδιών καλά σφραγισμένοι·/ θα εκλεγεί.
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Κι άλλες χαμένες μέρες/ ξεκοιλιασμένες μέρες/ εξατμισμένες μέρες./ Κι άλλες χαραμισμένες μέρες/ σπαταλημένες μέρες/ δαρμένες μέρες/ ακρωτηριασμένες./ Το πρόβλημα είναι ότι το άθροισμα των ημερών μας/ κάνει μια ζωή/ τη ζωή μου./ Κάθομαι εδώ/ εβδομήντα τριών χρονών/ ξέροντας ότι ξεγελάστηκα./ Τα ’κανα θάλασσα/ τσιγκλάω τα δόντια μου/ με μια οδοντογλυφίδα που σπάει./ Σαν εμπορικό τρένο που δεν τ’ ακούς/ όταν έχεις την πλάτη γυρισμένη.
ΓΡΗΓΟΡΑ ΚΙ ΑΡΓΑ Σίγουρα ο κλοιός στενεύει/ πετάω φωτοβολίδες/ καμιά ανταπόκριση./ Δεν μου προξενεί έκπληξη/ μόνο το ότι συνεχίζω/ ειδικά ενώ ξέρω/ ότι το τέλος είναι εκεί/ κι εδώ.
το κείμενο με τα ποιήματα του Μπουκόβκι είναι του Δημ. Νανούρη στην Εφ συν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου