theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Δευτέρα 24 Απριλίου 2023

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ (1912-1984)

του Θωμά Αθ. Αγραφιώτη

Περιγράφοντας τον κινηματογραφικό Διονύση Παπαγιαννόπουλο, η συλλογική μνήμη ξεκινάει αναπόφευκτα από την τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ «Λούνα Παρκ» του Γιάννη Δαλιανίδη (1974-1981). Με την εν λόγω σειρά, ο Νιόνιος επιβλήθηκε στην παράδοση της ελληνικής κωμωδίας ως ο «κυρ-Γιώργης», με το όνομα δηλαδή του τηλεοπτικού πρωταγωνιστή, τον οποίο υποδύθηκε σε μια σειρά-σταθμό για την ελληνική τηλεόραση.
Προσωπικά δεν μπορώ καθόλου να θυμηθώ την ανωτέρω σειρά, όσο και αν προσπαθώ να τη φέρω στη μνήμη μου και με δεδομένο ότι έχουν χαθεί σχεδόν όλα τα επεισόδιά της από το αρχείο της ΕΡΤ. Όμως, αν και μόλις πέντε χρονών όταν η σειρά αυτή έκλεινε τον κύκλο της, είχε μείνει στο νου μου (σαν σε συλλογικό υποσυνείδητο) πως ο κυρ-Γιώργης ήταν ο δικός μας άνθρωπος, ο άνθρωπος της διπλανής μας πόρτας.
Ο Παπαγιαννόπουλος είχε δηλώσει πως του άρεσε να υποδύεται λαϊκούς τύπους, Ρωμιούς της καθημερινότητας. Έτσι ακριβώς ήταν και ο κυρ-Γιώργης: Ο γκρινιάρης, αφελής μεν και ζοχάδας, αλλά καλόκαρδος Ρωμιός, έτσι όπως τον είχε πλάσει η φαντασία του Γιάννη Δαλιανίδη και έτσι όπως τον απολαμβάνουμε με το ίδιο ακριβώς όνομα ακόμα και στην τελευταία ταινία της Φίνος Φιλμ (1977) «Ο κυρ-Γιώργης εκπαιδεύεται».
Είναι πολύ κρίμα βεβαίως που με το τέλος του «Λούνα Παρκ», το 1981, ο Παπαγιαννόπουλος δεν πρόλαβε να κεφαλαιοποιήσει τη μεγάλη του δημοφιλία στον ελληνικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 1980, με ρόλους που θα τον αναδείκνυαν ακόμα περισσότερο, αλλά και που θα ανέβαζαν και την ποιότητα της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής. Η τελευταία του εμφάνιση πάντως στο πανί έμεινε στην ιστορία τόσο του ίδιου του ηθοποιού όσο και γενικότερα του ελληνικού κινηματογράφου.
Ειδικότερα, το «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου ήταν το κύκνειο άσμα τόσο του Παπαγιαννόπουλου, όσο και του Μάνου Κατράκη, οι οποίοι απεβίωσαν με την ολοκλήρωση της ταινίας (και με λιγότερο από έξι μήνες διαφορά μεταξύ τους). Απλή σύμπτωση; Τυχαία γεγονότα; Παιχνίδια της μοίρας; Όπως και να έχει, ήταν μία ιδιαίτερη αυλαία για την παραγωγικότατη και ποιοτικότατη καριέρα και των δύο.
Θα μπορούσε, βεβαίως, να θέσει κανείς το ερώτημα για ποιο λόγο οι αναφορές μας ξεκινάνε από τα ύστερα χρόνια της κινηματογραφικής δράσης του Διονύση Παπαγιαννόπουλου. Αυτό το γεγονός, εκ πρώτης όψεως, θα απαντούσα ότι γίνεται κατά κάποιον τρόπο ενστικτωδώς.
Από μία άλλη άποψη όμως, θα απαντούσα ότι ο αγαπημένος μας ηθοποιός πέτυχε τις τέσσερις μεγαλύτερες επιτυχίες του στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο, από το 1968 και εξής, δηλαδή επί της ουσίας, στην τελευταία δεκαπενταετία της ζωής του και της καριέρας του και πέρα από το τηλεοπτικό «Λούνα Παρκ» και την κατά Αγγελόπουλον κινηματογραφική του έξοδο από τη ζωή, αλλά και από την τέχνη.
Έχοντας ήδη παίξει αρχαία κωμωδία και Αριστοφάνη πιο πριν, ο Παπαγιαννόπουλος συμμετείχε στην εμβληματική θεατρική παράσταση του Ιάκωβου Καμπανέλλη με τους Κώστα Καζάκο και Τζένη Καρέζη, το 1973, στο «Μεγάλο μας τσίρκο». Και πέντε χρόνια πιο πριν, το 1968, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης και πάλι είναι αυτός που του είχε δώσει τον πιο σπουδαίο (κατά την προσωπική μου πάντοτε γνώμη) κινηματογραφικό του ρόλο στην κορυφαία σπονδυλωτή ταινία: «Το κανόνι και το αηδόνι».
Η ταινία αυτή πραγματευόταν την κατοχή και την αντίσταση στην πρόσφατη ελληνική ιστορία: Στην ιταλική κατοχή (με την πρώτη ιστορία «Το ρολόι» στην Ερμούπολη της Σύρου), στην αγγλική κατοχή της Κύπρου (με τη δεύτερη ιστορία «Ο μυστικός γάμος» για τον Γρηγόρη Αυξεντίου) και στην γερμανική κατοχή (με την τρίτη ιστορία «Οι αντίπαλοι» στην Πάτρα). Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος και ο Γιώργος Καμπανέλλης στην τρίτη ιστορία, δίνουν μια γεμάτη αγάπη και ανθρωπιά ερμηνεία, ίσως την πιο σπουδαία της κινηματογραφικής τους καριέρας.
Το σύγχρονο, ωστόσο, ελληνικό κοινό γνωρίζει τον αξέχαστο και λαοφιλή Παπαγιαννόπουλο από τις ερμηνείες του ως κινηματογραφικός πατέρας και καθηγητής της Αλίκης Βουγιουκλάκη («Η αρχόντισσα και ο αλήτης», «Η νεράιδα και το παλικάρι», «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Χτυποκάρδια στο θρανίο) ή ως κινηματογραφικός πατέρας της Καρέζη (Το κοροϊδάκι της δεσποινίδας», «Τζένη, Τζένη»). Με αυτές τις ταινίες, είναι αλήθεια ότι ο Παπαγιανόπουλος παραμένει στις καρδιές όλων των Ελλήνων θεατών, ακόμα και των πιο μικρών ηλικιακά θεατών.
Στην περίπτωση όλων αυτών των ταινιών, ο Παπαγιαννόπουλος ερμηνεύει τον τύπο που μακροπρόθεσμα όλοι λατρέψανε στο τηλεοπτικό Λούνα Παρκ: Ο οργίλος πατέρας ή καθηγητής, που όλοι θα λατρεύαμε να έχουμε ως πατέρα ή ως καθηγητή, μολονότι η ερμηνευτική του γκάμα είναι τόσο ευρεία, ώστε σε ταινίες όπως: «Δεσποινίς Διευθυντής» ή «Μια τρελή-τρελή οικογένεια», ο ρόλος του να ξεφεύγει από την γκρίνια και την οργή και να κινείται στο χαρακτήρα ενός δειλού και κακόμοιρου ανθρωπάκου, που δεν μπορεί να βάλει σε μια σωστή σειρά την κόρη του.
Θα ολοκληρώσουμε την περιγραφή των ρόλων του Διονύση Παπαγιαννόπουλου, κινούμενοι στην πιο άγνωστη (ή μάλλον ασυνείδητα πιο άγνωστη) κατηγορία των περισσότερων ρόλων του ως «κακού»:
Ο σκληρός εκπρόσωπος του υπόκοσμου στο «Ποντικάκι» (1954). Ο δόλιος «Χιμπατζής» στον «Τζο τον τρομερό» (1955). Ο κακοποιός στα «Τρία παιδιά βολιώτικα» (1957). Ο μαυραγορίτης Ντάογλου και σκληρός εραστής της Μπιμπής (Υβόν Σανσόν) στο «Μια ζωή την έχουμε» (1958). Ο κλεπταποδόχος Λάμπρος στον «Ηλία του 16ου» (1959). Ο αλαζόνας Παπαφρονιμόπουλος στην «Στουρνάρα 288» (1959). Αδιάφορος σύζυγος στην πρώτη εκ των τριών «Ερωτικών Ιστοριών» (1959). Εκ των νεκρών αναστημένος και σπαγκοραμμένος κυρ-Σωτήρης στο «Ένας βλάκας και μισός» (1959). Βαρύς και ασήκωτος διώκτης εγκλημάτων στο «Έγκλημα στο Κολωνάκι» (1959). Αιμοβόρος Αλή Πασάς στον «Αλή Πασά και την κυρά Φροσύνη» (1959). Αιμοβόρος Αγάς στην «Μπουμπουλίνα» (1959). Ο κακότροπος «Γκρινιάρης» και εκ πεποιθήσεως γεροντοπαλίκαρο, όπως σχολίαζε αυτοσαρκαζόμενος και χαριτολογώντας ο ίδιος, στην «Χιονάτη και τα επτά γεροντοπαλίκαρα» (1960). Ο κομπιναδόρος με το όνομα «Κλεφτοδήμος» στο «Έξω οι κλέφτες» (1961). Ο ψεύτης βουλευτής στον «Κύριο πτέραρχο» (1963). Σαν Κέρβερος, ως ο εκπρόσωπος του νόμου, στη «Βίλα των οργίων» (1964). Ο αυστηρός πρόεδρος δικαστηρίου στην «Σωφερίνα» (1964). Αδίστακτο αφεντικό του υπόκοσμου της Τρούμπας στην «Λόλα» (1964). Αδίστακτο «κομματόσκυλο» ονόματι Γκρούεζας στο «Υπάρχει και φιλότιμο» (1965). Ο συμφεροντολόγος, κομπιναδόρος και κυνικός ιδιοκτήτης ξενοδοχείου στον «Ξυπόλυτο Πρίγκηπα» (1966). Ο αποτυχημένος αρχαιολόγος, ο οποίος ωθούσε σε κλοπές στα «5.000 ψέματα» (1966). Τρελός και επικίνδυνος επιστήμονας στην «Οικογένεια Χωραφά» (1968). Ο κωμικός απατεώνας Απόστολος Λαμπιρίκος στο «Για ποιον χτυπά η κουδούνα» (1968). Ο δωσίλογος επί κατοχής χερ Χαρούπογλου στο «Ένα ασύλληπτο κορόιδο» (1969). Ο καταχραστής διευθυντής τράπεζας στο «Να ήτανε το 13άρι να έπεφτε σε μας» (1970). Ο αχάριστος και ψεύτης πλούσιος στο «Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά» (1970). Ο εκδικητικός αριστοκράτης στον «Επαναστάτη Ποπολάρο» (1971). Ο εκμεταλλευτής επιχειρηματίας στον «Τσαρλατάνο» (1973). Ο κακόψυχος θείος του Μουστάκα στο «Ένας νομοταγής πολίτης» (1974).
Ακόμα και σε ρόλους «κακών» όμως, ο Παπαγιαννόπουλος έδινε σταθερά υπέροχες ερμηνείες και πάντοτε κόντρα στον πραγματικό του χαρακτήρα: Ήταν ο αφανής Άγιος Άνθρωπος από το Διακοπτό Αχαΐας…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου