Γιὰ τὶς πλάτες μου ἔχω νὰ πῶ
γιατὶ δὲ μοιάζουν μ’ ἐκεῖνες
τοῦ ἀργόμισθου δημοσίου ὑπαλλήλου
οἱ ὁποίες δὲν ἄντεξαν τὸ βάρος μιᾶς ἐπιλογῆς
καὶ τὴν ἐγκατέλειψαν·
ἐγὼ, δὲν εἶμαι ἐπαγγελματίας νεοέλληνας καὶ
γιὰ τὶς δικές μου πλάτες μιλῶ
ποὺ δὲν ἔχουν νὰ ζηλέψουν τίποτα
ἀπὸ τοῦ Ἄτλαντα τὶς ἰδιότητες
κι ὅπως κι ἐκείνου ἀταλάντευτα,
σηκώνουν τὸ βάρος τ’ οὐρανοῦ καὶ τῆς φιλίας.
Δὲν εἶναι ξένες κι εἶναι δικές μου
στὰ πολλὰ καὶ στὰ λίγα·
κρατοῦν ἀκόμη γερὰ
χωρὶς καλλιμάρμαρα ὑποστηλώματα,
κρατικὰ ἰνστιτούτα
καὶ δικηγόρους.
Σ’ αὐτὲς στηρίχτηκαν οἱ μπουκιές μου
ζυμωμένες μὲ τὸν ἰδρώτα
ποὺ λίγοι γνωρίζουν τὴ γεύση του.
Δὲν ἀναπαράγεται ἀπὸ καμιὰ ἀργομισθία
αὐτὴ ἡ γεύση
καὶ τὰ συστατικά της ἔχουν σχέση
μὲ τὸ βιβλιοδετεῖον Σολδάτου καὶ τὰ φέϊγ-βολὰν
τῶν λασπόδρομων τοῦ Μενιδίου.
Ἐγώ,
Γιὰ τὶς δικές μου πλάτες μιλῶ.
Οἱ ἄλλες, εἶναι ἄλλων,
καὶ σηκώνουν τὸ δικό τους βάρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου