theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Τρίτη 20 Αυγούστου 2024

ΑΛΛΟΤΙΝΕΣ ΕΠΟΧΕΣ: Ο ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΝΙΚΟΤΣΑΡΑΣ!!!

           Μιλάμε για τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του εξήντα. Αν και είχε περάσει κάμποσος καιρός από την πανούκλα του εμφυλίου, οι άνθρωποι ακόμα προσπαθούσαν να ορθοποδήσουν με ψωμί, ελιά, κρεμμύδι και κινίνο. Αναμνήσεις και παράπονα ανακατεμένες με όνειρα και ελπίδες. Τα άλλα της οικονομίας και της παραγωγής σμπαράλια. Παρά ταύτα η ζωή τραβούσε την ανηφόρα με χαρές και με τραγούδια. Τραβούσε πάνω στις ράγες της ιστορίας που την έγραφε το δίκαιο του ισχυρότερου. Πρώτος στόχος η χειραγώγηση της παιδείας. 


    Έτσι, λοιπόν, κάτω απ’ αυτό το πρίσμα, στις εθνικές επετείους οι δάσκαλοι –πανάξιοι ήρωες τότε– πάσχιζαν με μηδαμινά μέσα, ελλείψεις και αδυναμίες στα πλαίσια της ανύψωσης του εθνικού φρονήματος να διοργανώσουν τρισένδοξες εορτές με ποιήματα, σκετσάκια, τραγούδια, ύμνους, χορούς στα πλαίσια του δυνατού και του αδύνατου. Δίπλα στο πλατύσκαλο του δικού μας σχολείου φτιαχνόταν το κατάλληλο σκηνικό. Μια λιτή σκηνή με σανίδες και θρανία στολισμένη με χάρτινες σημαιούλες και ανάλογες φωτογραφίες ηρώων.
    Σε μια τέτοια λοιπόν, επέτειο του Εικοσιένα πρώτος αοιδός ο Κλης (Ασημάκης-Ασημακλής-Κλης). Από τα πιο θρυλικά παρωνύμια με γενικευμένη χρήση κι από άνδρες κι από γυναίκες και με αντοχή στο χρόνο. Ακόμη και τώρα το ακούς από αρκετούς. Αλλά τώρα το λέμε με περισσή γλυκύτητα για το φίλο και απέραντη τρυφερή νοσταλγία για εκείνη τη νιότη. Στην έκταση και στην ισχύ γι’ αυτό το παρατσούκλι επέδρασε και το ότι σχετίζονταν με το γερο-Κλη από την Αγαλιανή.  Πρωτάκι στο Δημοτικό ήταν ο Κλης, αν θυμάμαι καλά. Η αυλή του σχολείου ήταν γεμάτη από θεατές, μικρούς και μεγάλους. Σπάνιες οι ευκαιρίες ψυχαγωγίας τότε. Όλα όμως ήσαν ζεστά κι ανθρώπινα. Εκείνα τα χρόνια τα αλλοτινά κάθε απόβραδο οι γυναίκες μαζευόντουσαν στα στέκια της κάθε γειτονιάς, όπως ήταν οι μεγάλες πέτρες έξω από το ψιλικατζίδικο του Αριστάκου και τα λέγανε κι απ’ την ορθή κι απ’ την ανάποδη. Όχι όπως τώρα που η καθεμιά και ο καθένας έχει κλειστεί στο σπίτι του και δε βλέπει, δεν ακούει και δεν αισθάνεται τίποτα παρά μόνο το χαζοκούτι με όλα τα τιποτένια και χαμερπή. Τότε υπήρχαν ταβερνούλες, καφενεία, κουρεία, τηλεφωνείο με όλα τα σχετικά. Με ένα λόγο υπήρχε ζωή στο χωριό. Ο Κλης μικρός ήταν μεν λιγομίλητος και σοβαροφανής, αλλά στις επιδεξιότητες πρώτος και καλύτερος! Ειδικά στη μπάλα, στους βώλους και στη ντάλια μπίλι ήταν μανούλα. Τις περισσότερες φορές μας κέρδιζε όλους γι’ αυτό και η κολότσεπή του ήταν γεμάτη με βώλους. Τότε το κύριο ένδυμα των παιδιών ήταν το μαύρο σώβρακο με τη μικρή κολότσεπη. Τι μαύρο; Από την πολυκαιρία είχε γανιάσει και ξεποχιάσει, αλλά επειδή ήταν από σκληρό ύφασμα και φτηνό, το είχαμε μονοφόρι.
     Αλλά ας έρθουμε στο θέμα μας γιατί λίγο το έχετε να ξεχαστούμε και να γράψουμε τον Κλη με έψιλον γιώτα, αντί με το ήτα; Βγαίνει που λέτε με τα πολλά ο Κλης, μικρό μαθητούδι, μπροστά στη σκηνή με μια μούρη μέχρι κάτω. Κάνει κανονικά την υπόκλιση στους θεατές, αλλά παρακάτω... μουγκαμάρα.

    – Δώστου ρε Κλη... Είσαι ο πρώτος ρε..., φωνάζει δυνατά ο Βάγγος ο Καρβέλας (Βαγ.Ματζώρος), που ήταν τότε ο μπαμπούλας των μικρών.
     Φωνές, κραυγές από την υπόλοιπη μαρίδα.
    Ξαφνικά αρχίζει ο Κλης: Ο Νικοτσάρας... (μικρή σιγή) Ο Νικοτσάρας... (μεγαλύτερη σιγή ). Από τη μια η μεγάλη ταραχή κι από την άλλη ο κίνδυνος να πέσει το σώβρακο καθότι το λάστιχο είχε ξεχειλώσει... πού να συνεχίσει ο Κλης.
    Ο Νικοτσάρας... πάλι και με τα χέρια του, μια με το αριστερό και μια με το δεξί, προσπαθούσε να συγκρατήσει το σώβρακο.
    – Μέσα στα βουνά..., του φώναζε ο δάσκαλος, που ήταν ο υποβολέας, από την άκρη της σκηνής.       Πού να ανοίξει το στόμα του ο Κλης. Κι αν του έπεφτε το σώβρακο;
      Τελικά ο μικρός βάζει τα κλάματα κι ο κόσμος από κάτω να φωνάζει ζήτω και να χειροκροτεί.
     Κι εγώ τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές βροντοφωνάζω:

Ζήτω η Ελλάδα με όλους τους ήρωές της, τους Κλήδες και τους Νικοτσάρες!!! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου