Άννα Τριανταφύλλο
ΔΡΟΜΟΙ ΦΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Πριν 10 ημέρες ήμουν στην Ζάκυνθο για επαγγελματικούς λόγους. Σάββατο πρωί, στο λιμάνι της χώρας, έκανα την βόλτα μου ράθυμα, παρατηρώντας την κίνηση και τους ανθρώπους πού ψάρευαν στην προκυμαία..Ένας τέτοιος ,άγνωστός μου, μου έκανε αυτήν την απρόσμενη ερώτηση, αφού πρώτα τον είχα καλημερήσει.
Γύρω στα 65, τραχιά φυσιογνωμία , με τα σημάδια μιάς σκληρής ζωής χαραγμένα στο πρόσωπό του. Δεν ξέρω πώς με ‘έκοψε’ για ‘αντιδεξιό’, είναι μάλλον αυτή η ικανότητα των ανθρώπων του δρόμου να οσμίζονται
τις καταστάσεις. Δεν ξέρω εάν εσύ ψάχνεις για σωτήρα, εγώ όμως όχι του αποκρίθηκα. Κρίνω συλλογικότητες, δράσεις , και στο τέλος τους ηγέτες. Μα γιατί μου λες για τον Τσίπρα και όχι για τον ΣΥΡΙΖΑ τον ρώτησα. Γιατί αυτόν προβάλει το σύστημα μού απάντησε. Δηλαδή τώρα μιλάω με ένα θύμα του συστήματος του είπα αφελώς. Δεν μίλησε.
Πες μου όμως για την κατάσταση στο νησί τον ρώτησα, γιατί μένω Αθήνα. Άστα αγαπητέ μου εδώ τα πράγματα είναι μαύρα , φαντάσου ότι παίρνουν τις δουλειές από τα παιδιά μας οι Αλβανοί μου είπε. Προσπαθώντας να μην εξοργιστώ τον ρωτάω πού συμβαίνει αυτό. Να στα ξενοδοχεία του Ξένου εάν είσαι ΠΑΜΙΤΗΣ δεν βρίσκεις δουλειά.
Είμαι κομμουνιστής και ξέρω τι τραβάμε. Καλά είσαι κομμουνιστής και χτυπάς τους Αλβανούς εργάτες και όχι τα αφεντικά τον ρώτησα, καθόλου αφελώς πιά. Εντάξει δεν είναι όλοι οι Αλβανοί το ίδιο, οι Αλβανοί πού συμπαθούν το κόμμα είμαι σωστοί μού απάντησε.
Με ήρεμο και αποφασιστικό τρόπο του εξιστόρησα την εμπειρία μου, σε γενικές γραμμές, για το κόμμα του από το Πολυτεχνείο το 1973 μέχρι σήμερα.. Για την νοοτροπία του να απαξιώνει και να συκοφαντεί ότι δεν ελέγχει, για τις μονομανίες και τους συντηρητισμούς του τις τελευταίες δεκαετίες, για το κόμπλεξ της ‘πρωτοπορίας’, για την πασιφανή δειλία του να συγκρουστεί απ ευθείας με τους μηχανισμούς του κράτους και κυρίως για την απουσία του από τους δρόμους και τις μάχες όταν ο Ελληνικός λαός και η νεολαία χτυπιόταν και μάτωνε από τις μονάδες καταστολής της εξουσίας.
Με άκουγε με προσοχή συνοφρυωμένος.
Με άκουγε με προσοχή συνοφρυωμένος.
Και κάτι τελευταίο, του είπα. Γιατί εμείς οι άνθρωποι του μόχθου η της ανεργίας να μην μπορούμε να τα βρούμε σε επίπεδο βάσης, να δράσουμε ενωμένοι γύρω από κοινά μικρά η μεγάλα προβλήματα, πέρα από κομματικές γραφειοκρατίες και εξαρτήσεις, γιατί να αφήνουμε το σύστημα να κάνει θραύση;
Ε άμα θέλεις να ενωθούμε να έλθει ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί μας, γιατί να έλθουμε εμείς στον ΣΥΡΙΖΑ (!!!). Άστα διαφωνούμε, μην το συζητάς, εμείς θέλουμε 5% και με συνείδηση, μας φτάνει. Σε όλη την κουβέντα μας δεν του είχα πει ούτε μια κουβέντα για τον ΣΥΡΙΖΑ…
Αρκετά και μένα μου έφτανε μέχρι εδώ η κουβέντα. Για άλλη μια φορά κατάλαβα ότι στου ΚΚΕ την πόρτα όσο θέλεις βρόντα. Οι άνθρωποι αυτοί αισθάνονται ασφάλεια με το νανουρίζονται με τις κομματικές ντιρεκτίβες , να ζούν σε ένα φαντασιακό παρελθόν και κυρίως να ονειρεύονται μια φαντασιακή Δευτέρα παρουσία πού θα φέρει τα πάνω κάτω. Συμβιώνουν με τις εμμονές και τα εικονίσματά τους. Με το σήμερα αισθάνονται αμηχανία και το νέο τους τρομάζει όπως τρομάζει κάθε φοβικό ον ανά τον πλανήτη. Και μιλάω για την βάση, τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους, γιατί η ηγεσία τους είναι άλλου παπά ευαγγέλιο.
Χαιρέτισα τον κύριο Σταμάτη και προχώρησα στην προβλήτα προς τον γέρικο φάρο στην άκρη του λιμανιού. Ένας λαμπρός ήλιος ξεπρόβαλε μέσα από την καταχνιά της πρωινής υγρασίας. Ήμουν στον τόπο πού γέννησε ένα Κάλβο, ένα Σολωμό. Ήμουν στον τόπο πού γεννήθηκε ο παππούς μου ο Δημήτρης.
Καλές ψαριές κύριε Σταμάτη, στο εύχομαι ολόψυχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου