Όμηρος ΠέλλαςΣΤΑΛΑΓΚ VLCΗμερολόγιο τῆς ὁμήρίας
Το Στάλαγκ VIC μὲ τὸν ὑπότιτλο Ἡμερολόγιο τῆς ὁμηρίας, ἀφηγεῖται την καθημερινή ζωή τῶν αἰχμαλώτων στα στρατόπεδα συ γκέντρωσης τῆς Γερμανίας. Πέρα από την ἱστορική του ἀξία, αὐτό το μυθιστόρημα διαθέτει ἀρετές μοναδικές: ἀμεσότητα, δύναμη, ζωντάνια στην περιγραφή τῶν εἰκό- νων καί ὅλ᾽ αὐτά δοσμένα με μια λιτότητα ἀφοπλιστική. Ὁ Ὅμηρος Πέλλας δίκαια κατέχει περίοπτη θέση στὸ χῶρο τῆς σύγχρονης έλληνικῆς λογοτεχνίας, γιατί κατόρθωσε να δώσει μὲ ἀνθρωπιά κι ευαισθησία αὐτό το θέμα, που πολύ εὔκολα θὰ μποροῦσε νὰ ἀποπνέει ἁπλοϊκούς αἰσθηματισμούς και μελο δραματικό ύφος. Και για να κατανοήσουμε το μέγεθος τῆς ἀξίας αὐτοῦ τοῦ ἔργου καὶ τοῦ λογοτέχνη Όμηρου Πέλλα, θα πρέπει να λάβουμε ὑπόψη μας ὅτι ἡ ἱστορία που τόσο ὑπόκωφα καὶ ὑποβλητικά μᾶς ἀφηγεῖται εἶναι κομμάτι τῆς δικαίας του ζωῆς.
Ίσως γι' αὐτό εἶναι συγκλονιστικό.
Ίσως γι' αὐτό εἶναι συγκλονιστικό.
................................................................................................................
[Μικρό απόσπασμα]
......῎Ἄλλο πράγμα κι ἐκεῖ στα κρατητήρια της Γκέσταπό δέκα ἄνθρωποι μέσα σ' ἕνα πλυσταριό, στην αὐλή ἑνός σπιτιοῦ. Εὐτυχῶς ἦταν μέσα κι ἕνας γιατρός, εἶναι δῶ τώρα μαζί μας, και μᾶς «κούραρε». Μαζί μας κι ἕνας που κατέδωσε το γιατρό στούς Γερμανούς – μυστήρια που γίνονται! Γέροι, νέοι ἀλήθεια τί νὰ γινε κεῖνο τὸ κίτρινο παιδί πού δέ μιλοῦσε καθόλου; Το κατέβασαν ἕνα πρωί ἀπό πάνω τὰ γραφεῖα τῆς Γκεσταπό ὅπου βρί σκονται τ' ἀπομονωτήρια. Εἶχε ἔκδηλο ψυχικό κλονισμό ἰσχυρότατο, ὁ γιατρός διαπίστωσε καρδιακές ἀνωμαλίες. Ἔμεινε δίπλα μου, τρώγαμε μαζί το ·φαγητό πού μοῦ ᾿φερναν τὰ παιδιὰ τοῦ οἰκοτροφείου. Ὅλο τον καιρό που μείναμε ἐκεῖ καί στο Doulag, στη Θεσσαλονίκη, δέν ἔβγαλε λέξη.
Μόνον ὅταν ἔγινε γνωστό πώς θά ·φύγουμε γιὰ ἐδῶ μᾶς διηγήθηκε τί εἶχε πάθει.
Στο χωριό του εἶχαν σκοτωθεῖ δύο Γερμανοί καί τόν πιάσανε μαζί μ' ἕναν παπά που τυχαία βρέθηκε κεῖ, ἦταν ἀπό τήν πόλη. Τον κρατοῦσαν ἀπομονωμένο. Κείνη τη νύχτα, πρίν τον φέρουν κάτω, μετά τα μεσάνυχτα τόν φώναξαν καὶ τὸν πῆγαν μέσα σ' ἕνα δωμάτιο τῆς Γκεσταπό –κεῖνο τὸ χτῆνος ὁ Μάξ, ἕνα ἀνθρωπόμορφο τέρας με μούρη σα σκύλος μπουλτόγκ εἰδικός βασανιστής. Ὅταν μπῆκαν στο δωμάτιο τοῦ ᾿παν να το · σφουγγαρίσει καί νὰ μὴν πεῖ τίποτα – ήταν οἱ τοίχοι γιομάτοι αἵματα, καὶ τὸ πάτωμα · τὸ ἴδιο. Στή γωνία - σταμάτησε το καημένο το παιδί κι ἔβαλε τα κλάματα. Ξέσπασε – μέχρι τότε δὲν ἔκλαψε ποτέ. Ἔκλαιγε τώρα. Ο γιατρός εἶπε πώς ἦταν καλό που έκλαψε. Ὅταν σταμάτησε συνέχισε: Στή
ΣΤΑΛΑΓΚ VI C γωνία, λοιπόν, βρισκόταν ένα σκοτεινά πράμα – όταν πλησίασε εἶδε πώς ήταν ἄνθρωπος. Ένας πραγματικός σωρός κρέας και κόκαλα. Μόνο δυό μάτια κινούνταν, κι ή γλώσσα του – Εγώ είμαι, ὁ παπάς, του 'πε. Μόλις ακουγόταν ή φωνή του. Πάρε τοῦτον τὸ σταυρό – ὅταν τὸν ἀκούμπησε να βγάλει το σταυρό εἶδε πῶς τοῦ χανε λιώσει τα κόκαλα. Κι ήταν ένας περήφανος παπάς θεόρατος, τὸν θυμάμαι καλά. Παράτησε καὶ σταυρό καὶ παπά, σφουγγάρισε άρον άρον το πάτωμα καὶ τοὺς τοίχους καὶ ξαναγύρισε στο θάλαμό του. Την άλλη μέρα τὸν κατέβασαν σ' ἐμᾶς. Ήταν κατακίτρινος σὰ νὰ χε ίκτερο. Έκαμε καιρό να κοι- μηθεί.
Τότε κι ἐμεῖς καταλάβαμε. Είχαμε ἀκούσει κείνη τη νύχτα ἀργά, μια γοερή, ἀπερίγραπτα ἀνατριχιαστική κραυγή - Πουχί Χριστέ μου! Κι ύστερα συνέχεια – Πάρε με με Παναγία μου! Κι ὕστερα τίποτα... Μαζευόμαστε ὁ ἕνας κοντά στον ἄλλο, ἡ ψυχή κουβάρι, σαν τα σκυλιά το χειμώνα. Κάποιος εἶδε ἀπό μια τρύπα τῆς πόρτας το πρωί που κατέβαζαν κάτι με κόπο, τυλιγμένο σ' ένα τσουβάλι μεγάλο. Την ίδια μέρα ἀπόλυσαν τὸ γιό τοῦ παπά που ήταν μαζί μας – δὲν ἤξερε τίποτα για τον πατέρα του, οὔτε καν πώς τον πιάσαν.
Όταν ξαναφέρνω στο νοῦ μου κείνη τη γοερή κραυγή μέσα στην τρομαγμένη νύχτα, μοῦ ἔρχεται ἀνατριχίλα. ᾿Αλλά τι τα σκέφτομαι τώρα ἐκεῖνα; Πέρασαν όπως πέρασαν. Όμως τί να κάμεις, Έρχονται μόνα τους. Βρυκόλακες, εφιάλτες – θα μπορέσουμε τάχα ν' ἀπαλλαγοῦμε ἀπό δαύτους, όταν κάποτε γλιτώσουμε και ζοῦμε ἀνθρωπινά; Η θα τους κουβαλάμε να ρίχνουν τὸν ίσκιο τους κι όταν κάποτε ή χαρά θα φωτίζει το μέτωπο καὶ τὴν καρδιά μας; Ας εἶναι. Αὐτὰ εἶναι θέματα ποὺ δὲ λύνονται τώρα κι εδώ. Τώρα βρισκόμαστε στο Essen-steele. Βολευτήκαμε στους θαλάμους καλά. Μόνο κάτι παράθυρα λεί πουν. Βάλαμε χαρτόνια. Έχουμε κρεβάτια, μόνο που πεινάμε πολύ, φαγητό αύριο. Έκανα μια βόλτα στους θαλάμους νὰ δῶ, εἶπα, πῶς εἶναι, ἀνακάλυψα όμως πώς ζητοῦσα κάτι ὀρισμένο κι ἐκεῖνο τὸ ὁρισμένο ἦταν ὁ δικηγόρος – εἶχε και ψωμί καὶ μαργα ρίνη και ζάχαρη. Τον βρήκα ήσυχα ήσυχα ξαπλωμένον. Έκατσα, έκατσα, πιάσαμε κουβέντες, το 'φερα πλάγια πώς πεινάω, έκανε το κορόιδο. Μέχρι τέλους δὲν τοῦ ζήτησα. Ξανά κεῖνος ὁ κόμπος στο λαιμό, ἔφυγα ἀπελπισμένος. Αργότερα στο θάλαμό μας ήρθε ένας Ιταλός – .........
..
ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΣΙΑ ΤΟ ΣΤΑΛΑΓΚ VLC ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου