Πατώ/Κουτσό
Για τα κορίτσια στα πρώτα προεφηβικά χρόνια αυτό το παιχνίδι ήταν ο βασιλιάς. Στον
καθορισμό των ηλικιών επιδρούσε η περιοχή και η γειτονιά, η οικογένεια και η
παρέα.
Ήταν ένα παιχνίδι απλό, λιτό σαν τα δημοτικά
τραγούδια, χωρίς έξοδα και κόπους. Απλώς μια πλακουδερή μικρή πέτρα, σαν ένα
μικρό πιατέλο, και ένας χωματένιος χώρος, στην αυλή ή στο δρόμο. Τη μικρή πέτρα
την έλεγαν αμάδα και αλλού, ίσως εκ
παραφθοράς, μάντα.
Το πρώτο που γινόταν ήταν η κατασκευή, η χάραξη του
πατό. Αυτή γινόταν με τη μύτη ενός ξύλου στο χώμα, ενώ εάν ήταν σε κάποια
ταράτσα με ένα κομμάτι κεραμίδι ή μια κιμωλία που κατά … λάθος είχε πέσει στα
χέρια μιας μαθήτριας. Στο τσιμέντο παιζόταν από ανάγκη είτε γιατί δεν υπήρχε
χωμάτινη αυλή είτε γιατί οι γονείς το έπαιζαν αυστηροί και απαγόρευαν στα
κορίτσια να απομακρυνθούν από το σπίτι. Το πατό ήταν ένα ορθογώνιο μήκους 3
μέτρων και πλάτους 90 με 100 εκατοστών περίπου. Αυτό το ορθογώνιο χωριζόταν σε
πέντε ίσα μέρη. Στις άκρες του
τελευταίου χωρίσματος χάραζαν μια ωοειδή κοιλότητα με διαμέτρους περίπου 1,5
και 2 μέτρα. Αυτή ήταν η καμάρα.
Έξω από την καμάρα και κολλητά, στην
απέναντι μεριά από το ορθογώνιο, χάραζαν ένα μικρό κελάκι, που το έλεγαν ψάρι.
Συνήθως, κάθε δυο κορίτσια, γειτονοπούλες, είχαν δικά τους έναν πατό και μια
αμάδα.
Το παιχνίδι είχε 9 φάσεις.
Στην 1η φάση, το πρώτο κορίτσι στέκεται
μπροστά από τον πατό και με το χέρι ρίχνει την αμάδα στο πρώτο κελί. Στη
συνέχεια λυγίζοντας το ένα πόδι στο γόνατο και πηδώντας με το άλλο, φθάνει πίσω
από την αμάδα και προσπαθεί, χωρίς να πατήσει γραμμή, με ένα χτύπημα με το πόδι
να βγάλει την αμάδα έξω από εκεί που την έριξε.
Στη 2η
φάση ρίχνει την αμάδα στο δεύτερο κελί και με κουτσό πάλι πηγαίνει στην
αμάδα και προσπαθεί με ένα χτύπημα να την σπρώξει στο πρώτο κελί και από εκεί
με ένα άλλο έξω ή με ένα χτύπημα κατευθείαν έξω.
Στην 6η φάση το κορίτσι ρίχνει την αμάδα
στην καμάρα, και πηγαίνει εκεί με κουτσό όπου μπορεί να ξαποστάσει πατώντας και
με τα δυο πόδια. Μετά προσπαθεί να βγάλει την αμάδα έξω ή κελί – κελί ή
κατευθείαν με ένα ή δύο χτυπήματα.
Στην 7η φάση από τη θέση ψάρι, προσπαθεί
να ρίξει την αμάδα στο πρώτο κελί. Εάν τα καταφέρει, πηγαίνει με κουτσό και
βγάζει την αμάδα έξω.
Η 8η φάση είναι το συρτό. Ρίχνει την αμάδα
στο πρώτο κελί και προσπαθεί με το κουτσό να σπρώξει την αμάδα κελί – κελί στην
καμάρα και από εκεί με το ίδιο τρόπο να επιστρέψει.
Η 9η φάση και τελευταία είναι το πατό. Το
κορίτσι με κλειστά τα μάτια και το κεφάλι ψηλά προσπαθεί να διασχίσει τα πέντε
κελιά μέχρι την καμάρα και να επιστρέψει με τον ίδιο τρόπο χωρίς να πατήσει
γραμμή. Και σε κάθε βήμα με αγωνία να φωνάζει: πατώ - πατώ και η άλλη όχι - όχι
με αδημονία στο άλλο βήμα να πατήσει και να τη λειώσει για να παίξει αυτή.
Εάν μια παίκτρια κατορθώσει και φέρει σε πέρας
επιτυχώς όλες τις φάσεις, κερδίζει "ρούμπο".
Δηλαδή όποιο κελί θέλει το σταμπάρει και είναι δικό της. Στον ρούμπο της η
κάτοχος μπορεί, όποτε περνά σε όλες τις φάσεις, να πατήσει και με τα δύο πόδια
και να ξαποστάσει. Αντιθέτως η αντίπαλος είναι υποχρεωμένη να υπερπηδά το ξένο
ρούμπο.
Το παιχνίδι είχε και τους κανόνες του:
1.
Σε καμία
περίπτωση δεν πατάμε γραμμές
2.
Ποτέ δεν
μετακινούμε την αμάδα (δε σιούμε)
3.
Από το ψάρι
ρίχνουμε την αμάδα ανάλογα με τη συμφωνία, μια φορά μέχρι τρεις.
4.
Δεν επιτρέπεται
να αποκτήσεις δυο συνεχείς ρούμπους, εάν υπάρχουν άλλοι ελεύθεροι, διότι η
αντίπαλος είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να πηδήξει τόσο μεγάλη απόσταση με το
κουτσό.
Λαμβάνοντας
υπόψη τους κανόνες του παιχνιδιού, ο ρούμπος με τη μεγαλύτερη αξία είναι ο
τρίτος
-Το σταμπάρισμα του κερδισμένου ρούμπου γινόταν με ένα Χ από την μια στην άλλη άκρη του κελιού.
-Τελικά νικήτρια στέφεται όποια κερδίζει περισσότερους ρούμπους.
-Ποια θα άρχιζε να παίζει το "έδειχναν" είτε με ένα λάχνισμα, είτε με την ίδια την αμάδα που την πέταγαν ψηλά και σε όποια πλευρά κάτσει, είτε με το ρίξιμο της αμάδας από το ψάρι στο πρώτο κελί.
-Το σταμπάρισμα του κερδισμένου ρούμπου γινόταν με ένα Χ από την μια στην άλλη άκρη του κελιού.
-Τελικά νικήτρια στέφεται όποια κερδίζει περισσότερους ρούμπους.
-Ποια θα άρχιζε να παίζει το "έδειχναν" είτε με ένα λάχνισμα, είτε με την ίδια την αμάδα που την πέταγαν ψηλά και σε όποια πλευρά κάτσει, είτε με το ρίξιμο της αμάδας από το ψάρι στο πρώτο κελί.
Υπήρχαν
πολλές παραλλαγές του παιχνιδιού. Η κυριότερη
ήταν να υπάρχουν δυο κολλητά παραλληλόγραμμα, όπου από το ένα άρχιζαν και
τελείωναν στο άλλο. Αυτός ο διπλός πατός, αλλού είχε καμάρα και αλλού όχι,
ανάλογα ίσως το χώρο.
Τώρα πάνε και
οι αλάνες, πάνε και οι αμάδες, πάει και ο πατός. Στις γειτονιές και στα σοκάκια
δεν ακούγεται πια το πατώ – πατώ. Κάποτε όμως θα επιστρέψει. Η ζωή όλο κύκλους
κάνει. Είθε …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου