theodoroskollias@gmail.com // 6946520823
Aλήθεια ποιος φταίει για την κατάντια της χώρας μας;

Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

“Καλό Βόλι”

https://ipolizei.gr/wp-content/uploads/2019/04/sitaras-%CE%9A%CE%91%CE%9B%CE%9F-%CE%92%CE%9F%CE%9B%CE%99.jpg

Από τον Αποστόλη
Με αφορμή το νέο βιβλίο του Θωμά Σιταρά με τίτλο “Καλό Βόλι”, όπου ο Θ.Σ. συγκεντρώνει αποσπάσματα από παλιές εφημερίδες την περίοδο των εκλογών, συζήτησα μαζί του για πολλά και διάφορα σχετικά με την Παλιά Αθήνα. Ως ειδικός επί του θέματος, μας μίλησε για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, την Πόλη που τόσο αγαπάμε και οι δύο, “νοσταλγήσαμε” παρέα και μιλήσαμε για το πιο επίκαιρο θέμα του μήνα – τις εκλογές!- υπό το πρίσμα του…παρελθόντος! Το “Καλό Βόλι” θα σας χαρίσει απολαυστικές στιγμές γέλιου. Πριν ρίξετε την ψήφο σας…αξίζει να το διαβάσετε για να συνειδητοποιήσετε ότι η ιστορία πάντα…επαναλαμβάνεται! από Άντα Κουγιά  

https://ipolizei.gr/wp-content/uploads/2019/04/244-e3kloges-1936-10390388_10152898095534827_4002118074580141038_n-300x219.jpg
Είστε ένας από τους διασημότερους Αθηναιογράφους. Πώς προέκυψε αυτός ο έρωτας για την Αθήνα;

 (γελάει)… Αντιπαρέρχομαι με ταπεινοφροσύνη το «διασημότερος», κρατώ το «Αθηναιογράφος» και έρχομαι στο προκείμενο: Πριν από πολλά χρόνια ένας φίλος, συλλέκτης παλαιών βιβλίων, μου έδωσε ένα βιβλίο που είχε θέμα τα ξενοδοχεία της Παλιάς Αθήνας. Είχε γραφτεί το 1924 και ήταν γεμάτο με διαφημίσεις ξενοδοχείων με τη γλώσσα, το έμμετρο, το χιούμορ, την αγαθότητα της εποχής εκείνης. Ήταν κάτι που με τράβηξε αφάνταστα.
Γεννημένος το 1943 διατηρώ ολοζώντανες παιδικές εικόνες από μια Αθήνα που έμοιαζε καταπληκτικά με την παλιά πρωτεύουσα  της δεκαετίας του 1930. Το βιβλίο αυτό μου ξύπνησε τόσες παλιές μνήμες, εικόνες και παραστάσεις: Τη Βαρβάκειο αγορά της Αθηνάς και τα γύρω στενά, όπου συχνά πυκνά κατεβαίναμε με τη μητέρα μου για τα εβδομαδιαία ψώνια. Οι άνθρωποι, η αγορά, οι λουκουμάδες του Κρίνου, η φέτα από τον Καρατζά και η τυρόπιτα με τη λεμονάδα από τον Μερακλή στη στοά της Σοφοκλέους… απίστευτα σκηνικά για ένα παιδί. Αξίες ανεκτίμητες! Από εκεί και πέρα ήταν αναμενόμενο να αρχίσω να ψάχνω τέτοια βιβλία, να ξεφυλλίζω παλιές εφημερίδες και περιοδικά. Το ένα έφερε το άλλο και άντε να ξεκολλήσουμε.

Σας έχουν ποτέ “κατηγορήσει” ότι είστε νοσταλγός του παρελθόντος;
 Θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ, απαντώντας σας, σε ένα σχόλιο για τα βιβλία μου, μιας συναδέλφου σας από την Πάτρα: «Ο Θωμάς Σιταράς, είναι μια ξεχωριστή περίπτωση συγγραφέα. Διαθέτει μια αδάμαστη διάθεση να ερευνά και να σκαλίζει το χώμα για να φέρει στο φως παλιά υλικά με τα οποία φτιάχνει το δρόμο για να επιστρέψουμε στο χθες, σε μια εποχή ασπρόμαυρη και παρά ταύτα εξαιρετικά φωτεινή «ραντισμένη» με το άρωμα της απλότητας, της καθαρότητας και της ανθρωπιάς, σε ένα περιβάλλον που σε τίποτα δεν θυμίζει την σημερινή πραγματικότητα, άρα και σε ένα περιβάλλον που αποκτά συνεχώς όλο και πιο πολλούς νοσταλγούς». Είναι τόσο ελκυστική αυτή η παλιά εποχή, και τόσο αρνητικά όλα αυτά που βιώνουμε σήμερα που ψάχνουμε για καταφύγια, υγροβιότοπους και τους απολαμβάνουμε όπου τους βρούμε. Πιστεύω ότι το να είσαι νοσταλγός του παρελθόντος δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι αγνοείς το σήμερα. Ίσα-ίσα επειδή το αξιολογείς αρνητικά ψάχνεις μια διέξοδο προς τα πίσω αντλώντας δυνάμεις για να αντιμετωπίσεις σημερινές και μελλοντικές αντιξοότητες. Θα περίμενε κανείς ότι το αναγνωστικό κοινό των βιβλίων μου είναι «κάποιας ηλικίας». Ε, λοιπόν το αντίθετο –και αυτό είναι επιβεβαιωμένο-  είναι νεαρότατης ηλικίας.
Γεννημένος το 1943 διατηρώ ολοζώντανες παιδικές εικόνες από μια Αθήνα που έμοιαζε καταπληκτικά με την παλιά πρωτεύουσα  της δεκαετίας του 1930.
 Το παρελθόν μπορεί να μας διδάξει για το παρόν και το μέλλον;
https://ipolizei.gr/wp-content/uploads/2019/04/205-%CE%95%CE%9A%CE%9B%CE%9F%CE%93%CE%95%CE%A3.jpgΤο πιστεύω απόλυτα. Έχω γίνει κουραστικός να το επαναλαμβάνω σε όλα μου τα βιβλία: Η Παλιά Αθήνα τα είχε όλα, παρά τις όποιες δυσκολίες, απλά εμείς δεν τα μελετήσαμε όσο έπρεπε… Ίσως τότε να είμαστε καλύτερα. Προσπαθώ μέσα από τα βιβλία μου να βοηθήσω στην κατανόηση της συμπεριφοράς των προγόνων μας, κάτι σαν το DNA της φυλής μας. Είναι μια μορφή Κοινωνικής Ιστορίας που διαθέτει μάλιστα και μια πρωτοτυπία: Παρουσιάζεται με έναν τέτοιο γλαφυρό τρόπο, μετέτοιο χιούμορ και με τέτοια προσέγγιση στην καθημερινότητα, που ο αναγνώστης ζει αυτές τις στιγμές σαν να παρακολουθεί ένα ντοκιμαντέρ.
Τι δηλώνουν τα άρθρα σε παλιές εφημερίδες για τη ζωή των Αθηναίων τότε; Ποιες διαφορές εντοπίζετε με το σήμερα όσον αφορά τις συνήθειες ή την ιδιοσυγκρασία του Αθηναίου;
Ξεφυλλίζοντας παλιές εφημερίδες και περιοδικά εστιάζω κυρίως στα χρονογραφήματα. Γραμμένα από τους καλύτερους λογοτέχνες εκείνης της εποχής –που έτσι είχαν ένα σταθερό εισόδημα- τα χρονογραφήματα παρουσίαζαν με μια άλλη ματιά τα διάφορα καθημερινά γεγονότα. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς τον χαρακτήρα τον ανθρώπων, τον τρόπο σκέψης τους, την εν γένει τους συμπεριφορά. Σαφώς οι συνήθειες έχουν αλλάξει, αν κάνει κανείς συγκρίσεις με το σήμερα. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να γινόταν αλλιώς. Οι αρετές και οι αδυναμίες της φυλής παραμένουν όμως αναλλοίωτες, αν και επειδή προσαρμόστηκαν σε νέες καταστάσεις δυσκολεύουν κάποιον να τις συνειδητοποιήσει όπως τα παλιά χρόνια.
Πιστεύω ότι το να είσαι νοσταλγός του παρελθόντος δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι αγνοείς το σήμερα. Ίσα-ίσα επειδή το αξιολογείς αρνητικά ψάχνεις μια διέξοδο προς τα πίσω αντλώντας δυνάμεις για να αντιμετωπίσεις σημερινές και μελλοντικές αντιξοότητες. Θα περίμενε κανείς ότι το αναγνωστικό κοινό των βιβλίων μου είναι «κάποιας ηλικίας». Ε, λοιπόν το αντίθετο –και αυτό είναι επιβεβαιωμένο- είναι νεαρότατης ήλικίας
https://ipolizei.gr/wp-content/uploads/2019/04/245-b-ekloges-1930-1796625_382068591930548_624573189_n.jpg
Μπορείτε να μας περιγράψετε την Παλιά Αθήνα με .. συναισθήματα;
Από συναισθήματα κι’ άλλο τίποτα. Βάλτε στο πικάπ παλιά μουσική, κλείστε τα μάτια και φανταστείτε μια βόλτα στης Πλάκας τις ανηφοριές και στα στενά των Αναφιώτικων… Τις νοικοκυρές καθισμένες στο σκαμνάκι μπροστά στην πόρτα του
 σπιτιού να κουτσομπολεύουν με την απέναντι γειτόνισσα την όμορφή της γειτονιάς που μ’ ένα ματσάκι βασιλικό στο χέρι τρέχει να προϋπαντήσει τον αγαπημένο της Μιστοκλή. Την υπόγεια ταβερνούλα με τους τύπους του «κόμματος των βαρελοφρόνων» στα επάνω τους με το ένα μάτι καρφωμένο στην κεχριμπαρένια και το άλλο στην πόρτα μπας και έχουμε καμιά ξαφνική επιδρομή της κυρά-Βασίλαινας… Θεϊκά σκηνικά μια που κι’ ο Θεός είναι Πλακιώτης…
Πείτε μας ένα μέρος στην Πόλη που εκφράζει αυτό που ήταν η Παλιά Αθήνα.
Η Παλιά Αθήνα είχε πολλά πρόσωπα. Ένα από αυτά είναι κι’ αυτό που μόλις σας περιέγραψα. Πως όμως να παραλείψω τη συνοικία του Ψυρρή με τους μαστόρους της, την Πλατεία Αβησσυνίας με τους παλιατζήδες της, τη Βαρβάκειο με την ψαραγορά, τους κρεοπώλες, τους μανάβηδες…, την Ερμού, την οδό της τρυφηλής ασωτίας, με τους εμπόρους της και το βουητό του γυναικόκοσμου. Και για να πάμε πιο πέρα τη Νεάπολη με τους φοιτητές της, το Σύνταγμα και τα πέριξ με τους αστούς, το Μεταξουργείο με τις ωραίες του κοπελιές, το Γκαζοχώρι με τη φτωχολογιά, το Κολωνάκι με τους αριστοκράτες παρέα με τους νεόπλουτους κλπ. κλπ.
Το νέο σας βιβλίο με τίτλο “Καλό βόλι” είναι εξαιρετικά επίκαιρο, καθώς περιλαμβάνει άρθρα από παλιές εφημερίδες, που περιγράφουν την προεκλογική ατμόσφαιρα παλιών εποχών. Πώς αποφασίσατε την έκδοσή του;
Όπως αντιλαμβάνεστε το θέμα εκλογές είναι από τα βασικά που συναντά κανείς στις παλιές εφημερίδες και με δεδομένο ότι κάθε λίγο και λιγάκι ο λαός καλείτο στις κάλπες έχουμε ένα αντικείμενο που σίγουρα δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Βέβαια το απόλυτο καθοριστικό, που οδήγησε τελικά στη συγγραφή και την κυκλοφορία του, είναι η απρόσμενη διαπίστωση, ότι τελικά από το 1864 το μόνο που άλλαξε μέχρι σήμερα είναι ένα πιο μοντέρνο περίβλημα. Όλα τα άλλα, τα «ωραία» μικροκομματικά, παραμένουν διαχρονικά αναλλοίωτα, εξ’ ου και η διαπίστωση «πιο επίκαιρο από ποτέ»…
Είναι αδιανόητο από το 1864 μέχρι σήμερα να έχουμε αναλλοίωτες καταστάσεις σε θέματα κομματικού κράτους, ρουσφέτια, ημέτεροι, αναξιοκρατία κλπ. Κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσουν όλα αυτά αν θέλουμε να προχωρήσουμε. Και βέβαια το βιβλίο αναδεικνύει ευθύνες τόσο στους πολιτικούς όσο και στους ψηφοφόρους. 
https://ipolizei.gr/wp-content/uploads/2019/04/246-b-ekloges-1935-984307_1084280884922569_8823435258284473581_n.jpg 
 Ποια είναι -για εσάς- η πιο αστεία ιστορία των εκλογών που αναφέρεται στο βιβλίο σας;
Οι περιγραφές με τα ρουσφέτια που ζητούσαν οι ψηφοφόροι από τους πολιτικούς είναι ένα κεφάλαιο από μόνο του. Σκέτη ιλαροτραγωδία! Αντιγράφω:
«…Από την επαρχία κατήγετο και ο ήρωας της επόμενης ιστορίας μας. Όταν ενεφανίσθη εις τας Αθήνας η πρώτη του δουλειά ήτο να συναντήση τον βουλευτήν του, πού ήτο πολύ γνωστός του, διότι το παιδάκι που πέθανε της δευτέρας του εξαδέλφης και το ωνόμασε Νικολέττα, της μητρός του το όνομα, αυτός το είχε βαπτίσει. Επομένως ήσαν κουμπάροι! Ο βουλευτής κατ’ αρχάς του είπεν ότι δεν υπάρχει πουθενά θέσις. Έπειτα επειδή ο επαρχιώτης επέμενε, του είπε, για ν’ απαλλαγή από αυτόν, να εύρη μίαν θέσιν και να τον διορίση… Κατερχόμενος από το υπουργείο ο αναζητών θέσι προς εργασία διέρχεται έξωθεν του γραφείου της Διεκπεραιώσεως. Βλέπει φως και εισέρχεται. Μένει έκθαμβος παρατηρών την κατ’ εκείνην την ώραν, της αφίξεως του ταχυδρομείου, συντελουμένην εργασίαν. Είς κλητήρ του υπουργείου ήνοιγε τους φακελλους των δημοσίων εγγράφων και συνέλεγε τα έγγραφα. Άλλος παρέκει έκλειε τους φακέλλους δια να σταλούν τα έγγραφα εις τας επαρχίας προς τας διαφόρους υπηρεσίας. Δεν λέγει τίποτε εις ουδένα. Ζητεί τον βουλευτήν του αμέσως αλλά δεν τον ευρίσκει. Του αφίνει μόνον μίαν σημείωσιν. Την εξής: ¨Κιρ Αντονάκι. Ίβρα θέσι. Να με κάνις φακελανίχτη ή φακελοκλίστι. Ξέρο καλά αφτί τι δουληά¨. Η σημείωσις αυτή εδόθη προς τον τότε Γενικόν Γραμματέα του υπουργείου των Οικονομικών και με αυτήν επι μήνα εγελούσε το υπουργείον. Έγειναν όμως τόσα άλλα χειρότερα κατόπιν, ώστε αυτό θα έχη λησμονηθή…». («Εσπερινή Ακρόπολις», 1897)
Αυτό το βιβλίο προσφέρει μεγάλες δόσεις γέλιου. Μήπως όμως κρύβεται και κάτι άλλο πίσω από αυτό;
Το φαιδρό του πράγματος κρύβει και λιγάκι αυτοσαρκασμό. Είναι αδιανόητο από το 1864 μέχρι σήμερα να έχουμε αναλλοίωτες καταστάσεις σε θέματα κομματικού κράτους, ρουσφέτια, ημέτεροι, αναξιοκρατία κλπ. Κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσουν όλα αυτά αν θέλουμε να προχωρήσουμε. Και βέβαια το βιβλίο αναδεικνύει ευθύνες τόσο στους πολιτικούς όσο και στους ψηφοφόρους.
Οι εκλογές στην Παλιά Αθήνα είχαν διαφορετικό νόημα απ’ ότι τώρα;
Παρ’ όλο που δεν θα έπρεπε, είχαν. Ήταν πιο έντονη από σήμερα η έννοια του πανηγυριού, της φιέστας. Την πιο χαρακτηριστική εκλογική συγκέντρωση οργάνωσε ο πλούσιος Ανδρέας Συγγρός –πραγματικό χολιγουντιανό σόου που το παρακολούθησαν ακόμη και οι αντίπαλοί του- και κέρδισε την Δημαρχία της Αθήνας. Ο θόρυβος και ο ενθουσιασμός επηρέαζε μια μεγάλη μερίδα αναποφάσιστων που ψήφιζε πάντοτε ανάλογα με του που «φυσούσε ο άνεμος». Επί πλέον οι υποψήφιοι φρόντιζαν να καπαρώνουν ταβέρνες ονομαστές για το καλό τους κρασί. Έτσι μεταξύ οίνου και μεζέ οδηγείτο μισομεθυσμένος ο ψηφοφόρος στην κάλπη και καταλαβαίνετε τι γινόταν μετά. Την δεκαετία του 1930 σταμάτησαν αυτά και λειτούργησαν τα πρώτα εκλογικά κέντρα.

 https://ipolizei.gr/wp-content/uploads/2019/04/248-b-ekloges-and-mikropolitis-7215_187678394729410_1380179013_n-292x300.jpg
Υπήρχε ακόμη η ..ιδεολογία;
Φυσικά και υπήρχε. Μόνο που η έδρα της ήταν στον εγκέφαλο του Αρχηγού και παρέμεινε κλειστή για να μη δημιουργεί και δεσμεύσεις!  Σε τι θα ωφελούσε άλλωστε αφού το πλήθος ικανοποιείτο με την ατμόσφαιρα, τα κεράσματα και τις παχυλές υποσχέσεις…
Παλιά η ατμόσφαιρα των εκλογών ήταν τελείως διαφορετική. Γιατί πιστεύετε ότι όλο αυτό έχει αλλάξει; Ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται πια και σπάνια φανατίζεται (η τελευταία φορά ήταν το δημοψήφισμα του 2015). Γιατί άλλαξε τόσο πολύ η κατάσταση;
 Ο κόσμος παλιά ήταν πιο φανατισμένος και πιο εκδηλωτικός. Μη ξεχνάτε ότι δεν είχε και τίποτα άλλο να ασχοληθεί, ούτε διαδίκτυο ούτε τηλεόραση. Καφενείο λοιπόν και πολιτική κουβέντα. Σήμερα το σκηνικό έχει αλλάξει και μη ξεχνάτε ακόμη ότι λίγο τους βαρεθήκαμε…
Τι άλλα … κομμάτια “Παλιάς Αθήνας” να περιμένουμε από εσάς; Ετοιμάζετε κάποιο άλλο βιβλίο;
 Η μοναδική μου έννοια αυτή τη στιγμή είναι η συνεργασία μου με τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ και τα δύο μου βιβλία το «Καλό Βόλι» και  το «Ξεφυλλίζοντας παλιές εφημερίδες». Τα «καημένα» μόλις ξεκίνησαν το παρθενικό τους ταξίδι και χρειάζονται την απερίσπαστη προσοχή μου. Επειδή όμως ξεκίνησε ένα μακρύ ταξίδι γεμάτο νοσταλγία, που δεν θα ήθελα να τελειώσει με τίποτε, ελπίζω σύντομα να τα ξαναπούμε…
Είναι αδιανόητο από το 1864 μέχρι σήμερα να έχουμε αναλλοίωτες καταστάσεις σε θέματα κομματικού κράτους, ρουσφέτια, ημέτεροι, αναξιοκρατία κλπ. Κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσουν όλα αυτά αν θέλουμε να προχωρήσουμε. Και βέβαια το βιβλίο αναδεικνύει ευθύνες τόσο στους πολιτικούς όσο και στους ψηφοφόρους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου