Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε από τον
Π. Πούλο το 1975, σε ένα τοπικό περιοδικό
και αναφέρεται στη δεκαετία του 1920.
Εις τα νεανικά μου έτη, ενθυμούμαι ότι ορισμένα έθιμα, τα οικεία ήσαν καθιερωμένα από τους προγονούς μας και μας έδιδαν την ευκαιρία να χαιρόμεθα την ζωή κάπως ξέφρενα εις ωρισμενας εορτας, απούσας σιγά σιγά και έσβησαν πλήρως.Ένα από τα έθιμα αυτά ήσαν τα κούλουμπα που χάλαγαν οι Τριφυλοολύμπιοι εις την παλαιάν οδική γέφυραν του ποταμού της Νέδας πλησίον του χωριού Ελαία Τριφυλίας.
– Η Συνάθροισης των εορταστών εγένετο εις το Ανατολικόν πλάτωμα της γέφυρας της
Νέδας, προς το μέρος της επαρχίας Ολυμπίας.
– Εκείθεν άρχιζαν οι χοροί, από ξεχωριστές παρέες, με τα εντόπια λαϊκά όργανα (κλαρίνο, βιολί, τύμπανο και λαούτο) μιας ομάδας οργανοπαιχτών από το χωριό Προφήτης Ηλίας, Ολυμπίας και συν τω χρόνω οι παρέες ανακατεύοντο και χαλούσαν κόσμο με τους εύθυμους χορευτικούς σκοπούς των.
– Ακολούθως έβγαιναν και οι μασκαράδες και επρόβαλαν τα παιχνίδια τους (Σκέτς).
– Ο Αρκουδιάρης με την Αρκούδα του τη Ρόζα.
– Ο Γάμος του Ρωμηου με την Τουρκοπούλα.
– Ο Τούρκος μπαρμπέρης του Αγά.
– Ο Κυνηγός με τη σκύλα του την ΄Ηρμα και όλα αυτά τα σκετς, προκαλούσαν τους γέλωτας των εορταστών της Τριφυλοολυμπίας.
Όταν χαλάρωναν ολίγον οι χοροί και οι παραστάσεις των μασκαράδων, άρχιζαν τα γεύματα των σαρακοστιανών και αι κρυφαί συζητήσεις από νέους και νέας με προξενήτρας τας τσιγγάνας της εορτής.
Μετά την μεση
μβρίαν, έκαναν την εμφάνισίν των εις τον χώρον της εορτής, οι όμορφες παρέες, από ζευγαρωμένους νέους και νέας, οι οποίοι αφού έπιαναν τους χορούς, εχόρευαν ασυγκράτητα μέχρι τέλους της εορτής.
μβρίαν, έκαναν την εμφάνισίν των εις τον χώρον της εορτής, οι όμορφες παρέες, από ζευγαρωμένους νέους και νέας, οι οποίοι αφού έπιαναν τους χορούς, εχόρευαν ασυγκράτητα μέχρι τέλους της εορτής.
Η ωραία αυτή εορτή της Καθαράς Δευτέρας, εις την γέφυραν του ποταμού της Νέδας, εις το Μπούζι Τριφυλίας, έληγεν την 17.00 ώραν της αυτής ημέρας, όταν η αμαξοστοιχία των ΣΠΑΠ επερνούσεν εις το Μπούζι, από Πάτρας για Καλαμάταν οπότε, οι εορτασταί διελύοντο και επανήρχοντο εις τα χωριά των.