Πολύ περιληπτικά θα αναφερθώ , πως τηρούσαν οι πρόγονοί μας
τα ήθη και τα έθιμα, με πολύ σεβασμό και δέος, τη διαδικασία από την ώρα που
πέθαινε ο άνθρωπός τους μέχρι την ταφή του. Θεωρώ ότι αξίζει να μάθουν οι νέες
γενιές, την όλη αυτή διαδικασία . Αν το διαβάσουν κάτι θα τους μείνει.
Καθημερινά ακούμε για κηδείες φίλων , συγγενών, γνωστών και
αγνώστων, μου ήρθαν στο μυαλό μου οι στίχοι του τραγουδιού << Ο Χάρος
βγήκε παγανιά κα θέρισε μια γειτονιά κλπ κλπ>> Έτσι είναι η ζωή μας,
τελειώνει για αυτούς που μας αποχαιρετούν, αλλά για τους υπολοίπους η ζωή
συνεχίζεται.
. Τους ηλικιωμένους σπάνια τους πήγαιναν σε Νοσοκομείο, όπως
γίνεται σήμερα, το θεωρούσαν φυσιολογικό λόγω της μεγάλης ηλικίας των, ότι
κάποια στιγμή θα πέθαιναν. Αν αρρώσταιναν έφερναν κάποιο γιατρό τους έλεγε τι
να κάνουν και τους περιποιόντουσαν στο σπίτι τους μέχρι που έκλεινε τα μάτια
του. . Επίσης ο νοικοκύρης που είχε την ευθύνη του σπιτιού ετοίμαζε το <<
κουτί>>, όπως το έλεγαν και το έκρυβαν κάπου . Τα ρούχα τα είχαν έτοιμα
πριν από αρκετό καιρό ήταν όλα καινούργια και βαμβακερά ποτέ νάιλον. Στο σημείου
αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι η γυναίκες στον αργαλειό ύφαινα βαμβακερό ύφασμα,
το μάζευαν <<τρούμπα >>το έπαιρναν προίκα και το μελετούσαν για
<<Σάβανο>> να το φορέσουν στον νεκρό κάτω από όλα τα ρούχα. Αυτό
συμβόλιζε τον μανδύα που φόρεσε ο Χριστός.
. Όταν έβλεπαν ότι πρόκειται να πεθάνει έρχονταν οι
συγγενείς στο σπίτι και τον << παραστέκαν>>. Όταν τελείωνε έπρεπε
να τον ετοιμάσουν μονοί τους. Θα τον έπλεναν με νερό και κρασί, θα του έκοβαν
τα νύχια , τα οποία τα έβαζαν μαζί του, και τον στόλιζαν με τα ρούχα. Δεν
έπρεπε να λείπει τίποτε. Απαραίτητη ήταν η λεγόμενη << μπόλια>> και
αυτή υφασμένη στον αργαλειό, σήμερα βάζουμε μια λευκή πετσέτα..
Υπήρχε μεγάλη αλληλοβοήθεια από τις γειτόνισσες και τους
συγγενείς. Όλοι έπρεπε κάτι να κάνουν. Άλλη έφτιαχνε γνήσιό κερί, που το ανάβαν
αμέσως όταν τον ετοίμαζαν. Άλλη βοηθούσε να στρώσουν το σπίτι και άλλες
δουλειές που πρόκυπταν. Όταν πέθαινέ ας ήταν νύχτα κτύπαγαν την καμπάνα.
Αργότερα το κατήργησαν και αμέσως που φώταγε η μέρα την κτυπούσαν αρκετές φορές
. Το πρώτο κερί , δεν το άφηναν να καεί όλο, το έσβηναν και τα τρία πρώτα
βράδια το ανάβαν στη μέση της σάλας, με λιβάνι Πάλι ερχόντουσαν οι γυναίκες για
να κάψουν το <<κερί>>χωρίς να μιλούν καθόλου. Αν παρουσιαζόταν
μυγούλα, και συνήθως έρχονταν, την έβλεπαν, που γύριζε σε όλες τις γυναίκες και
αυτό το ερμήνευαν ότι ήταν η ψυχή του πεθαμένου τους. Και κάτι άλλο που μας
είχε προβληματίσει ως παιδιά, που δεν μας άφηναν να νίφτουμε και να κόψουμε τα
νύχια μας το βράδυ, λέγοντας μας ΄ότι βράδυ μόνο τους πεθαμένους νίβουν και
κόβουν τα νύχια. Πότε οι ζωντανοί, η ημέρα είναι όλη δικιά σας.
.Όταν πια ήταν όλα έτοιμα, καθόντουσαν γύρω γύρω και άρχιζαν
τα μοιρολόγια. Τα μοιρολόγια που ήταν η ιδία η ζωή του, με ρυθμό πένθιμο. Το
θεωρούσαν πολύ κακό να μην μοιρολογήσουν. Μπορεί να έχω ξεχάσει και κάτι , όμως
έχω εικόνες πολλές μέσα μου που πραγματικά όταν τα σκέφτομαι συγκινούμε. Τα δε
λουλούδια που τους συνόδευαν τα έφερνε κάθε νοικοκυρά από τον κήπο της.
Οι γυναίκες που είναι στην φωτογραφία, είχαν όλες κατέβει με
τα πόδια τους στην Κολενιτσι να ξενυχτήσουν τη γιαγιά που είχε πεθάνει και όλες
ήταν οι μοιρολογίστρες του χωριού μας. Η κάθε μια είχε το δικό της να της πει
και να την αποχαιρετήσει. Τώρα πολύ λίγα τηρούνται δεν ξενυχτάν ευκολά τον
νεκρό τους , τον στέλνουν στο ψυγείο. Τότε το θεωρούσαν προσβολή να διώξουν τον
άνθρωπο τους, τον αγωνιστή, όπως έλεγαν τελευταία βραδιά από το σπίτι του. Το
βραδύ συνήθως σκέπαζαν το πρόσωπό του με ύφασμα βρεγμένο με λεμονόνερο και το
πρωί ήταν το πρόσωπό του πεντακάθαρο λες και ήταν μακιγιαρισμένο.
Θα κλείσω την μικρή αναφορά μου
με ένα δικό μου βίωμα. Παιδί
12 χρόνων , επηρεασμένη από όλα αυτά, όταν διαβάζοντας το βιβλίο για τον θάνατο
του Γρηγόρη Λαμπράκη, έγραφε και το μοιρολόγι που μια μαυροφορένη γυναίκα του
το είπε στο παρεκκλήσι του Αγίου Ελευθερίου, στην Μητρόπολη, και έγραφε
χαρακτηριστικά ότι με το στόμα της μοιρολογούσε όλη η Ελλάδα. Το έμαθα και σας
το μεταφέρω, γιατί το είπα και στους παππούδες μου, στις γιαγιάδες μου και
στους γονείς μου
<< Γιαγιούλα μου σε στολίσανε βαριά είσαι στολισμένη,
γιαγιούλα μου τις μυρουδιές να μην τις σκορπίσεις,
να τις βαστάξεις για τους νιους στις νιες να της δωρίσεις…
Να βάλουνε στα πέτα τους να βγούνε στο σεργιάνι,
Γιαγιούλα μου η κάτω γης έχει αναστατώσει,
γιατί το έμαθε πως κάποιος κατεβαίνει.
Τρέχουν στις βρύσες για νερό στους κηπουρούς για φρούτα
και στις καλές νοικοκυρές για αφράτο παξιμάδι.
Τραπέζι σου ετοιμάζουνε να κάτσεις να δειπνήσεις,
κρεβάτι σου στρώνουνε να πέσεις να πλαγιάσεις….>>
Αγαπητοί μου φίλοι το ξέρω θα σας μελαγχόλησα, όμως δυστυχώς
αυτή είναι η πραγματικότητα και δεν μπορούμε να την αποφύγουμε. Σας εύχομαι
υγεία , υγεία, υγεία και πολλά χαμόγελα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου