ΜΑΥΡΗ ΕΙΝΑΙ Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ
ΜΑΥΡΗ ΚΑΙ ΣΤΑ ΛΑΓΚΑΔΙΑ
Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 4μ.μ. έγινε επιβίβαση στο λεωφορείο Αθήνα – Γιαννιτσοχώρι μέσω Τρίπολης. Δρομολόγιο σταθερό και μοναδικό ημερησίως για το χωριό μου. Προς τα πού πέφτει το Γιαννιτσοχώρι δε χρειάζεται να το αναφέρω, η ταυτότητά του κοσμεί την επικεφαλίδα αυτού του blog.
Κατά τα άλλα οι συνθήκες στο
λεωφορείο περίπου ίδιες και απαράλλακτες με κυρίαρχα στοιχεία τη μουσική
ψιλοσκυλέ[i],
κλαψοτράγουδα και μπλα-μπλα στα κινητά συνεχώς και αδιαλείπτως που
πήραν φωτιά. Το Λεωφορείο δεν ήταν καταγεμάτο, καμιά δεκαριά θέσεις από δω κι
από εκεί ήταν άδειες, κυρίως στο πίσω μέρος. Κάπως έτσι λοιπόν πηγαίναμε και οι ρόδες το βιολάκι τους.Και οι
τέσσερις να γυρίζουν και να γυρίζουν μανιωδώς από μπροστά προς τα πίσω. Άντε,
πού θα πάει, σε δυο-τρεις ώρες με το καλό θα φθάσουμε.
Περνάμε και τη σήραγγα του Αρτεμισίου και νάμαστε στη καθιερωμένη δεκαπεντάλεπτη στάση στην Αλέα της Τρίπολης.
Επιστρέφοντας στο λεωφορείο και ότι είχαμε καθίσει ακούγεται μια τσιριχτή γυναικεία φωνή στην πίσω μεριά: «για να σου πω, για πρόσεξε.. γιατί ήσουν αγενής από την αρχή. Με το που περνάς τάχα πέφτεις επάνω μου…»και καπέλο σε αυτή μια άλλη κυρά παραδίπλα: «αμάν και πώς μυρίζουν..είναι απαράδεχτο…» «ρε τι μυρίζουν ζέχνουν..» συμπληρώνει ένας καθώς πρέπει κύριος πιο πέρα… «να που φθάσαμε σε λίγο αυτοί οι ψωριάρηδες θα μας κατεβάσουν και από τα κρεβάτια μας»
Σίγουρα καταλάβατε ότι όλα αυτά είχαν να κάνουν με δύο μετανάστες που κάθονταν στην τελευταία σειρά. Με αυτά και με τα άλλα η ένταση άρχισε να οξύνεται ….και η κυρά μου δίπλα μου, να με σκουντάει συνεχώς με τον αγκώνα της. Με έβλεπε που καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα και επειδή είχε …εμπειρία από ανάλογες καταστάσεις δεν ήθελε να ανακατευτώ.
Περνάμε και τη σήραγγα του Αρτεμισίου και νάμαστε στη καθιερωμένη δεκαπεντάλεπτη στάση στην Αλέα της Τρίπολης.
Επιστρέφοντας στο λεωφορείο και ότι είχαμε καθίσει ακούγεται μια τσιριχτή γυναικεία φωνή στην πίσω μεριά: «για να σου πω, για πρόσεξε.. γιατί ήσουν αγενής από την αρχή. Με το που περνάς τάχα πέφτεις επάνω μου…»και καπέλο σε αυτή μια άλλη κυρά παραδίπλα: «αμάν και πώς μυρίζουν..είναι απαράδεχτο…» «ρε τι μυρίζουν ζέχνουν..» συμπληρώνει ένας καθώς πρέπει κύριος πιο πέρα… «να που φθάσαμε σε λίγο αυτοί οι ψωριάρηδες θα μας κατεβάσουν και από τα κρεβάτια μας»
Σίγουρα καταλάβατε ότι όλα αυτά είχαν να κάνουν με δύο μετανάστες που κάθονταν στην τελευταία σειρά. Με αυτά και με τα άλλα η ένταση άρχισε να οξύνεται ….και η κυρά μου δίπλα μου, να με σκουντάει συνεχώς με τον αγκώνα της. Με έβλεπε που καθόμουν σε αναμμένα κάρβουνα και επειδή είχε …εμπειρία από ανάλογες καταστάσεις δεν ήθελε να ανακατευτώ.
Τι
να κάνω όμως; Πνιγόμουν βέβαια αλλά ..κρατιόμουν με χίλια ζόρια. Στα μπροστινά μας καθίσματα καθόταν ένας παπάς με την παπαδιά του και δεν
έχασε την ευκαιρία να διατυμπανίσει τα ..θέσφατα κηρύγματά του[ii],
οπότε λέει με φωνή ιεροκήρυκα: «Σίγουρα θα
πάθουμε τίποτα, αυτοί είναι βρώμικοι, τρισάθλιοι και ανεμβολίαστοι. Καλύτερα να
μην ταξιδεύουν μαζί μας..» Του λέγω κι εγώ «Εγώ νομίζω παπά μου να τους πετάξουμε έξω ..»
από δίπλα σιγοντάριζε η παπαδιά: «εμείς
όλοι φοράμε τα καλά μας ρούχα και είμαστε καθαροί, ενώ αυτοί Θεός να μας φυλάει» Τι να πω και εγώ; Πάλι στους χαμηλούς τόνους: ;«Ναι αλλά αυτοί δεν έχουν να φάνε, ρούχα θα ψωνίσουν;» Οπότε
λέει ο παπάς: «Δεν είμαι ρατσιστής αλλά καλύτερα να τους βγάλουμε από το
λεωφορείο.» Ε πια δεν άντεξα: «Παπά εσύ ένας ιερωμένος, αντιπρόσωπος του Θεού
επί γης και λες τέτοια πράγματα; Ο Χριστός ήταν γλυκύτατος ..Αν είναι δυνατόν! Αυτά τα αποτρόπαια λόγια δεν είναι ρατσιστικά;»
Τελικά με τα πολλά και τα λίγα τα πνεύματα ηρέμησαν και το ταξίδι συνεχίστηκε….
Όμως εγώ το γράφω και το υπογράφω
φαρδιά πλατιά:
ΕΑΝ ΓΙΝΟΤΑΝ ΕΝΑ
ΓΚΑΛΟΠ ΣΤΟ ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ, ΟΙ 30 ΑΠΟ ΤΟΥΣ 35 ΠΕΡΙΠΟΥ ΘΑ ΨΉΦΙΖΑΝ ΟΤΙ ΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΝ ΜΑΖΙ ΜΑΣ.
ΑΥΤΟ ΔΕΝ
ΕΙΝΑΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΧΑΪΝΤ.
[i]
Διαβάστε ένα στίχο που δεν ήταν ρεφρέν σε ένα τέτοιο άσμα, αλλά
επαναλαμβανόταν τρείς και τέσσερις φορές συνέχεια: ένα δώρο για σένα για να θυμάσαι /όπου
και νάσαι ότι σε αγαπώ/ τα ηχεία στο τέρμα για να πέσουν τα τείχη ότι κι αν
τύχει γιατί σ΄αγαπώ…..(αυτό στο κάτω-κάτω κάτι λέει, που να ακούσετε τα
άλλα που δεν …συγκράτησα)
[ii][ii]
Ότι πιο ακραίο και αντιδραστικό υπάρχει το αντιπροσωπεύει το ιερατείο, το
παπαδαριό. Κι αυτό παλαιόθεν, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και πολύ
πριν. Βυζάντιο, Τουρκοκρατία, Εικοσιένα, Εμφύλιος, χούντα. Βεβαίως υπάρχουν εξαιρέσεις
(Αντώνιος, Παπαλεξης στο χωριό και αρκετοί άλλοι) που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου