Την Παναγιά δεν είχα την τιμή και τη χάρη να την αντικρίσω, ούτε στον ύπνο μου, κάποια αναλαμπή ,ή έστω στο όνειρό μου, αλλά ούτε και στον ξύπνιο μου, μια επιφοίτηση, μια φώτιση, πόσο μάλλον να τη συναντήσω. Μόνο στα εικονίσματα στην εκκλησία. Τώρα βέβαια δεν πηγαίνω στις εκκλησίες, παρά μόνο αραιά και πού σε καμιά κοινωνική εκδήλωση και περισσότερο σε εξόδιους αποχαιρετισμούς προσώπων. Ήρθε και ο covid 19, οπότε κι αυτές έγιναν σπάνιες. Κλειστήκαμε στα σπίτια μας και μάλιστα αυτό πλέον το συνηθίσαμε. Πάνε και οι τσάρκες και τα γλεντάκια, η κοινωνικότητα μας άφησε γεια.
Κι αυτό είναι το μεγαλύτερο κακό.
Να όμως που έγινα ο ίδιος μάρτυρας και την είδα κατάφατσα μπροστά μου.
Ήταν μια μέρα από τις πολλές στον Ευαγγελισμό. Το καλοκαιράκι με ένα λιοπύρι να καίει την άσφαλτο και τον φόβο της πανδημίας στα ύψη, Γινόταν της μουρλής. Η έξαρση προκάλεσε το αδιαχώρητο στα δημόσια νοσοκομεία του ΕΣΥ, πώς άντεξαν; Από το πρωί, εκείνη τη μέρα στην κεντρική είσοδο του Ευαγγελισμού είχε μαζευτεί πολύς κόσμος και ακόμα περισσότεροι, πιο μέσα έξω από τα εξωτερικά ιατρεία. Τα ασθενοφόρα είχαν κοπάσει, μια και όλη τη νύχτα έρχονταν το ένα μετά το άλλο μια και το νοσοκομείο εφημέρευε. Οι φύλακες στην είσοδο άλλος θερμομετρούσε στο μέτωπο κι άλλος έλεγχε τα χαρτιά. Χωρίς Ράπιντ τεστ τριημέρου ή μοριακό εβδομάδας [1] αλλά και έγγραφη άδεια από τον θεράποντα γιατρό, δεν επιτρεπόταν σε κανέναν [2] Γι' αυτό κόσμος πολύς, κυρίως άνθρωποι απλοί, Τσιγγάνοι, μετανάστες και φτωχαδάκια παρακαλούσαν, αλλά ματαίως. Οι φύλακες σκυλιά ατάιστα, βεβαίως στον κοσμάκη που τους παίρνει.
Εκείνη τη μέρα, κατά το μεσημεράκι, δεν θυμάμαι τον λόγο, είχα βγει έξω από το νοσοκομείο και όπως επέστρεφα, μπροστά στη είσοδο δεν υπήρχε κόσμος, όλα είχαν ηρεμήσει, προς μεγάλη μου απορία. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή που πλησιάζω βλέπω μπροστά μου μια γυναικούλα με μια νάιλον τσάντα στο χέρι στέκει στην είσοδο και δειλά -δειλά σαν βαρεμένο σκυλί λέει του φύλακα με τρεμουλιαστή και σιγανή φωνούλα:
: Έ..χω α..νά..γκη παι..παι..δά..κι μου.....
: Γιαγιά που πας, τί θέλεις;
: ..μέ..σα, ένα για..τρό...
: Δεν εφημερεύει σήμερα το νοσοκομείο, να πας στου "Γεννηματά" που εφημερεύει.
: Α..πό τη νύ..χτα έρ..χο..μαι απ΄το Κα..μα..τε..ρό, τι να κά..νω;
: Να πας στου "Γεννηματά", άντε φύγε...
Μπροστά σε τέτοια γαϊδουρινή συμπεριφορά, τι λέω κι ο γάιδαρος θα λύγιζε, μου ήρθε νταμπλάς στο κεφάλι, έμεινα ενεός και αποσβολωμένος...αλλά δεν αντέδρασα.....
Εν τω μεταξύ η γιαγιά θλιμμένη και ταλαιπωρημένη, με το κεφάλι σκυμμένο και βουρκωμένη, αν κι αυτοί οι άνθρωποι με τα τόσα που έχουν περάσει και περνάνε κάθε μέρα έχουν την καρδιά τους χαλυβδωμένη, πήρε την κατηφόρα προς τη Λεωφόρο, τη Βασιλ. Σοφίας. Έβλεπα όμως και ένα μικρό φωτοστέφανο, όπως στα εικονίσματα.
Ήμουν σε πολύ άσχημη κατάσταση από το δικό μου πρόβλημα και γύρισα την πλάτη και έφυγα, . Τεράστιο λάθος μου. Το σκεπτόμουν μετά και τα έβαζα πρώτα με τον εαυτό μου.
Η ουδετερότητα και η υπεκφυγή δια της σιωπής μπροστά στην ανθρώπινη αναλγησία και κατάφωρη αδικία είναι συνενοχή, καταβαράθρωση κάθε ηθικής αξίας.
Ναι να διαμαρτυρηθείς, και γιατί όχι να φας και ξύλο.
Τι άλλο να πω; Μια μεγάλη συγνώμη στην εκλιπαρούσα και θρηνούσα γιαγιά-Παναγιά!!!
[1] Όλα τα διαγνωστικά και μικροβιολογικά κέντρα θησαύρισαν, μιλάμε για χοντρά λεφτά..
[2] Οι Νεοέλληνες, τετραπέρατοι και πρώτοι στις ματσαραγγιές τί έκαναν; Είχαν φωτοτυπήσει την άδεια του γιατρού και συνάμα άλλαζαν με τρόπο την ημερομηνία των τεστ, οπότε έμπαιναν σαν κύριοι....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου