Καταγραφή
Ηλίας Τουτούνης
Στα
ορεινά χωριά παλιά οι ανύπαντρες τσούπες, μόλις τους έκανε «κου…κου» κι
αποζητάγανε να παντρευτούνε, αργά την νύχτα είχανε ένα ζακόνι να νιαουρίζανε
όπως οι γάτες τον Γενάρη μήνα «νιάου…νιάου…νιάου…!». Τούτο το ξέρανε τ’
ανύπαντρα παιδιά και περνάγανε ή παραφυλάγανε απ’ όξω, επειδή όμως δεν
μπορήγανε να ζυγώσουνε ακούγανε τα νιαουρίσματα και καταλαβαίνανε ποιες από
δαύτες θέλανε παντρειά.
Στο
τάδε… χωριό μια χήρα είχε τέσσερις ανύπαντρες τσούπες. Οι μικρότερες μπήκανε
μπονώρα στο τακιμέ και τα βράδια κρυφο-νιαουρίζανε για να παντρευτούνε. Η
τρανύτερη που ήτανε ντροπαλούλα καθότανε στ’ αυγά της και δεν νιαούριζε. Αφού
παντρευτήκανε οι δυο στερνότερες με τα νιαουρίσματα, παντρέυτηκε κι εκείνη το
στερνοπούλι της, κάποιος της έκανε την χάρη και την έκλεψε πρου προκάμει καν να
νιαουρίσει.
Η
τρανύτερη που είχε μεστώσει για τα καλά και δεν την τήραγε πλιο κανένας,
τότενες της έφυγε η ντροπή και σκέφτηκε να νιαουρίσει του λόγου της μπας και
παντρευτεί κι εκείνη.
Έτσι
ένα βράδυ αρχίνισε να νιαουρίζει, «νιάου…νιάου… νιάου…νιάου….νιάου…», εκεί που
νιαούριζε την αγκουρμάστηκε η μάνα της και της λέει δυνατά για να την ακούσει:
«-Νιάου
σου και ξερό σου τώρανες!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου